Σελίδες

Κυριακή 30 Ιουνίου 2019

Η ΕΕ να διδαχθεί από το δόγμα που ίσχυε στην αρχαία Ρώμη


των Σάββα Ρομπόλη-Βασίλη Μπέτση
Οι νεοφιλελεύθερης έμπνευσης πολιτικές που εφαρμόστηκαν από τη δεκαετία του 1970 στη Βρετανία και από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 στη Γερμανία, με το επιχείρημα της αύξησης των μισθών και της μείωσης της ανεργίας, γενικεύτηκαν σε όλη την ΕΕ μέχρι σήμερα, φιλοδοξώντας να συνεχίζουν να εφαρμόζονται στο άμεσο και στο απώτερο μέλλον.
Όμως, σε αντίθετη κατεύθυνση από την διακηρυσσόμενη επιχειρηματολογία τους, έχουν δημιουργήσει, με τη μείωση των μισθών, την αύξηση της ευελιξίας, την αύξηση της ανεργίας, τη διεύρυνση της φτωχοποίησης και των ανισοτήτων, όπως προκύπτει εκ του αποτελέσματος, συνθήκες, μεταξύ άλλων, υπαρξιακής κρίσης, κρίσης εμπιστοσύνης, διάβρωσης της δημοκρατικής της λειτουργίας και αμφισβήτησης της συνεκτικής προοπτικής της ΕΕ.
Τα κοινωνικοοικονομικά, παραγωγικά και πολιτικά αυτά δεδομένα σημαίνουν ότι εάν δεν ανατραπεί η μέχρι σήμερα πορεία κοινωνικής αποσύνθεσης, αποδημοκρατικοποίησης και αποευρωπαϊκοποίησης της ΕΕ, τότε η αναπτυξιακή και δημοκρατική πολιτική της προοπτική θα απειληθεί από το κοινωνικό κόστος των στρατηγικών της επιλογών και των ασκούμενων περιοριστικών πολιτικών.

Κι αυτό γιατί, όπως έχει αποδειχθεί ιστορικά, οι εθνικιστικές και ξενοφοβικές δυνάμεις βρίσκουν γόνιμο έδαφος στην ανεργία, την οξύτητα του κοινωνικού ζητήματος, την κοινωνική-οικονομική απελπισία και το τεράστιο χάσμα των ανισοτήτων μεταξύ των πλουσίων και των φτωχών κοινωνικών τάξεων, γεωγραφικών περιφερειών και κρατών-μελών. Εκεί βρίσκουν κι όχι στα μεταναστευτικά και προσφυγικά ρεύματα, στα οποία η Ευρώπη και οι λαοί της διαθέτουν μία σημαντική ιστορικά εμπειρία.

Τι μας διδάσκει η αρχαία Ρώμη

Στις συνθήκες αυτές, εάν σήμερα, για παράδειγμα τη διοίκηση στην Ευρώπη ασκούσαν οι αρχαίοι Ρωμαίοι, η λύση που θα έδιναν θα ήταν: η ασφάλεια της δημοκρατίας είναι πάντοτε ο υπέρτατος νόμος, με την έννοια ότι εάν το κοινωνικό-οικονομικό σύστημα δεν είναι ασφαλές, τίποτε δεν μπορεί να είναι ασφαλές. Αυτό σημαίνει, με τον πιο σαφή και εύληπτο τρόπο, ότι η ΕΕ από το τρέχον έτος δεν έχει άλλα περιθώρια από το να κεφαλαιοποιήσει και να αξιοποιήσει τις διεκδικήσεις των κοινωνικών κινημάτων και των δημοκρατικών πολιτικών δυνάμεων που προέβαλαν και προβάλλουν την αναγκαιότητα αλλαγής του νεοφιλελεύθερου μοντέλου στην παραγωγή, στην αγορά εργασίας και στο κοινωνικό κράτος.
Διαφορετικά, τα χρόνια που έρχονται για την πλειοψηφία των δύο τρίτων του πληθυσμού θα είναι δύσκολα. Σήμερα στην Ελλάδα το 38% του πληθυσμού, 4.2 εκατ. άτομα περίπου, ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, με λιγότερα από 382 ευρώ τον μήνα. Θα είναι, λοιπόν, δύσκολα διότι στην πλειονότητά τους οι Ευρωπαίοι θα ζουν με μία οικονομία σε επιβράδυνση και ενδεχομένως σε κρίση, σε ένα κοινωνικό κράτος που θα μετασχηματίζεται σε κράτος-φιλανθρωπίας και σε ένα παγκόσμιο πληθυσμό (2050) των 9,8 δισ. ατόμων (τριπλάσιο απ΄αυτόν του 1965) που ο πλανήτης μας δεν θα μπορεί να αντέξει το καταναλωτικό του βάρος.
Στις συνθήκες αυτές, η ΕΕ δεν έχει λόγο ύπαρξης. Όχι επειδή, όπως υποστηρίζεται, βρίσκεται σε διαρκή αδράνεια, λήθαργο και εφησυχασμό, αλλά αντίθετα επειδή επιτίθεται με συνέπεια και διάρκεια κατά τα τελευταία τριάντα έτη, στη φύση και στα δημοκρατικά, εργασιακά, ασφαλιστικά και κοινωνικά δικαιώματα του κόσμου της εργασίας και της κοινωνίας. Αντίθετα, η στρατηγική επιλογή της πολιτικής, οικονομικής, κοινωνικής και δημοκρατικής πορείας της ΕΕ, προϋποθέτει, σε όλα τα επίπεδα την ισότιμη ευρωπαϊκοποίηση όλων των χωρών-μελών.
Εξάλλου, μία τέτοια στρατηγική επιλογή θα αποδείξει ότι η άνοδος των εθνικιστικών δυνάμεων στην ΕΕ κατά βάθος βασίζεται, μεταξύ των άλλων, στην εγκαθίδρυση του ενιαίου νομίσματος, η οποία δεν συνοδεύθηκε από την άσκηση ενιαίας οικονομικής, κοινωνικής, δημοσιονομικής και εξωτερικής πολιτικής. Επίσης, βασίζεται στην επιλογή της λιτότητας που εκτός των άλλων, περιόρισε την αύξηση του ΑΕΠ κατά 10% και την αύξηση του κατά κεφαλή ΑΕΠ κατά 5% στην ΕΕ, σε σύγκριση με τις ΗΠΑ.

Εναλλακτική στο νεοφιλελευθερισμό στρατηγική

Όμως, η στρατηγική επιλογή της ισότιμης ευρωπαϊκοποίησης της Ευρώπης, προϋποθέτει την συγκρότηση και την εξάπλωση μίας ριζοσπαστικής κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας αμφισβήτησης του συγκεκριμένου ευρωπαϊκού οικοδομήματος και διεκδίκησης ενός εναλλακτικού μοντέλου ανάπτυξης της ευρωπαϊκής οικονομίας. Εναλλακτικού μοντέλου χωρίς υπέρογκα και αντιαναπτυξιακά πρωτογενή πλεονάσματα, με αναβάθμιση της εργασίας, της έρευνας-καινοτομίας, της δημογραφίας και της ανασυγκρότησης του κοινωνικού κράτους. Σημειώνεται ότι η μείωση σε 2% των πρωτογενών πλεονασμάτων στην Ελλάδα, με μεταφορά των αντίστοιχων πόρων στη χρηματοδότηση των δημοσίων επενδύσεων, θα συνέβαλε στην επίτευξη του επιδιωκόμενου ετήσιου ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ κατά 3,5%.
Όμως, η εναλλακτική πολιτική και οικονομική αυτή στρατηγική επιλογή, προϋποθέτει, σε επιστημονικό επίπεδο και ιδιαίτερα στην προοπτική των κοινωνικών-οικονομικών αβεβαιοτήτων, καθώς και των κλιματολογικών, τεχνολογικών, πληθυσμιακών, κοινωνικών, κ.λ.π. προκλήσεων του 21ου αιώνα, το τέλος της λιτότητας ως μέσου χρηματοδότησης, κερδοφορίας και ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Ταυτόχρονα, προϋποθέτει την συγκρότηση νέων θεωρητικών ιδεών, αντί των μέχρι τώρα κυρίαρχων νεοφιλελεύθερων αντιλήψεων, καθώς και νέων μακροοικονομικών υποδειγμάτων με νέες και περισσότερες μεταβλητές (για παράδειγμα τη δημογραφία), προκειμένου να επιτευχθεί μεσομακροπρόθεσμα η ισορροπία σε διεθνές επίπεδο. Ισορροπία μεταξύ της ανάπτυξης, του κλίματος, της τεχνολογίας, της απασχόλησης, του πληθυσμού και της κοινωνίας. Όπως λέει και ο Οδυσσέας Ελύτης στη «Μαρία Νεφέλη», «Κάνε άλμα πιο γρήγορα από τη φθορά«.
  • Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr


Πηγή slpress

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου