Σελίδες

Κυριακή 28 Απριλίου 2019

Κωνσταντίνος Καβάφης – Στήν Ἐκκλησία


Τήν Ἐκκλησίαν ἀγαπῶ – τά ἑξαπτέρυγά της,
τ’ ἀσήμια τῶν σκευῶν, τά κηροπήγιά της,
τά φῶτα, τές εἰκόνες της, τόν ἄμβωνά της.

Ἐκεῖ σάν μπῶ, μές σ’ ἐκκλησία τῶν Γραικῶν·
μέ τῶν θυμιαμάτων της τές εὐωδίες,
μέ τες λειτουργικές φωνές καί συμφωνίες,
τές μεγαλοπρεπεῖς τῶν ἱερέων παρουσίες
καί κάθε των κινήσεως τόν σοβαρό ρυθμό-
λαμπρότατοι μές στῶν ἀμφίων τόν στολισμό-
ὁ νοῦς μου πιαίνει σέ τιμές μεγάλες τῆς φυλῆς μας
στόν ἔνδοξό μας Βυζαντινισμό.
Σχολιασμός της φράσης «ένδοξός μας Βυζαντινισμός».Ο Καβάφης υπήρξε δεινός γνώστης της Βυζαντινής ιστορίας. Δύο περίοδοι από τη διάρκεια της Βυζαντινής αυτοκρατορίας τον θέλγουν περισσότερο. Η μία είναι η εποχή της λήξης της εικονομαχίας επί Ειρήνης της Αθηναίας 787 και αναστήλωσης των εικόνων κατά τα χρόνια της αυτοκράτειρας Θεοδώρας το 843, και η άλλη είναι η εποχή των Σταυροφοριών. Οι τελευταίες αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για τη δημιουργία πολλών ποιημάτων του, σύμφωνα με την άποψη του ιστορικού Παπαρηγόπουλου.
Στο ποίημα του Καβάφη Στην Εκκλησία, μπορεί κάποιος να δεί πόσο ο Καβάφης έχει αφομοιώσει τη διαχρονική διδασκαλία του Παπαρηγόπουλου για την απόλυτη ενότητα του ελληνισμού αρχαίου – βυζαντινού και νεώτερου.Επιστέγασμα της ιστορικής αυτής άποψης, ως προς το ένα μέρος, αποτελεί η έκφραση, «στον ένδοξό μας Βυζαντινισμό» που υπάρχει στο ποίημά μας. 
Στο πιθανό έρώτημα που θα αναδυθεί στο νού μας, γιατί ο Καβάφης χρησιμοποιεί τη λέξη Βυζαντινισμός και όχι Βυζάντιο, θα μπορούσαμε να πούμε ότι με τον τρόπο αυτό ο αλεξανδρινός ποιητής θέλει να πετύχει δύο στόχους. Ο ένας στόχος είναι να καταφέρει να αποφορτίσει τον όρο από την αρνητική σημασία που είχε λάβει έως την εποχή του Καβάφη και ο άλλος είναι να αναδείξει τη μεγάλη σημασία της βυζαντινής αυτοκρατορίας, η οποία κατάφερε και να ενώσει πολλούς ανατολικούς λαούς, αλλά και να αποτελέσει γέφυρα ένωσης και συνέχειας του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού με τον σύγχρονο ελληνικό.
Σύμφωνα με την Haas η λέξη Βυζαντινισμός δεν εκφράζει μία ειρωνεία του Καβάφη απέναντι σε κάθε τι βυζαντινό, άποψη που υποστηρίζει ο Άλκης Θρύλος στο έργο του, Κριτικές Μελέτες ΙΙΙ. Αντίθετα χρησιμοποιείται για να δηλώσει τη νοσταλγική αναπόληση ενός αισθητικού και αισθησιακού ιδανικού που ενσάρκωνε το Βυζάντιο. Στη φράση αυτή οφείλουμε να προσέξουμε τη κτητική αντωνυμία μας, δίνοντας ιδιαίτερη βαρύτητα στην ερμηνεία της. 
Με την αντωνυμία αυτή ο ποιητής στο έργο του Στην Εκκλησία υπογραμμίζει την ένωσή του όχι με το Θεό αλλά με την ελληνική φυλή, το παρελθόν και την ιστορία της.
Τελειώνοντας θα δανειστούμε μία φράση από το άρθρο του Ι. Μ. Χατζηφώτη, Ο Καβάφης και το Βυζάντιο: Ο Βυζαντινισμός, ο Ελληνισμός δονούν τις ευαίσθητες χορδές της καρδιάς του ποιητή, που άλλοτε αγάλλεται για το μεγαλείο τους και άλλοτε θλίβεται με τις πικρές ώρες της παρακμής τους.

Ο Ιωνικός και ο Βυζαντινός Καβάφης
Στην ενότητα αυτή ταυτίζουμε τον όρο Ιωνικός με τον ορθολογισμό, την ευρύτητα του πνεύματος και την αγάπη για το αρχαίο πνεύμα και κατά συνέπεια για τον αρχαίο πολιτισμό. Στον αντίποδα του όρου Ιωνικός βρίσκεται ο χαρακτηρισμός Βυζαντινός. Όρος που αρμόζει στον ιστορικό ποιητή της εποχής του Βυζαντίου, που μέσα από τα ποιήματά του διαφαίνεται η αγάπη όχι μόνο για τους ήρωες του Βυζαντίου αλλά και για τη χριστιανική πίστη.

Ο Καβάφης ερμηνεύει τους δύο αυτούς ρόλους του ιωνικού και του βυζαντινού ποιητή με μεγάλη επιτυχία. Πολλά από τα ποιήματά του αναφέρονται στον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό (Τα άλογα του Αχιλλέως, η κηδεία του Σαρπηδόνος, το πρώτο σκαλί κ.α.) και άλλα πάλι εξαίρουν τον ένδοξο Βυζαντινισμό και υπογραμμίζουν την ελληνικότητα της Μεσαιωνικής Αυτοκρατορίας (Μανουήλ Κομνηνός, Θεόφιλος Παλαιολόγος, ο Ιουλιανός και οι Αντιοχείς κ.α.). 
Ο ίδιος πιστεύει ότι οι Βυζαντινοί ποιητές είναι συνεχιστές των αρχαίων, Οι ποιηταί του μεσαίωνός μας δεν ήσαν μεν αντάξιοι των αρχαίων μας ποιητών, ουδέ των χαριεστάτων οπαδών της Μούσης, ους ανέδειξε παρ’ ημίν ο 19ος αιών, αλλά δεν είναι άξιοι της περιφρονήσεως ην τοις εδείκνυον επί τοσούτον χρόνον οι σοφοί της Εσπερίας. Ημείς οι Έλληνες δεν τους περιεφρονήσαμεν μεν ποτέ, αλλά και δεν τους εγνωρίσαμεν. Η εύσεβής αυτή λήθη είναι καιρός να διακοπή. Οι Βυζαντινοι αοιδοί μας ενδιαφέρουσι ζωηρότατα, διότι αποδεικνύουσιν ότι η ελληνική λύρα ου μόνον δεν εθραύσθη, αλλά και ουδέποτε έπαυσεν αναπέμπουσα ήχους γλυκείς.Οι Βυζαντινοί αοιδοί αποτελούσι τον σύνδεσμον μεταξύ της δόξης των αρχαιων ποιητών και της χάριτος και των χρυσών ελπίδων των συγχρόνων.
Ο Καβάφης ως ποιητής μαγεύεται από την ιστορία του ελληνικού γένους. Την αισθάνεται ως αναπόσπαστο μέρος της προσωπικότητάς του. Συχνά φιλοσοφεί πάνω στην ιστορία, στοχαζόταν και εκφραζόταν ποιητικά μέσα από αυτήν. Για τον Αλεξανδρινό ποιητή δεν υπήρχε δίλημμα για το αν θα χαρακτήριζε τον εαυτό του ιωνικό η βυζαντινό, επειδή όπως ο ίδιος σημειώνει: «Είμαι κί εγώ Ελληνικός. Προσοχή, όχι Έλλην, ούτε Ελληνίζων αλλά, Ελληνικός». 
Με τη φράση αυτή θεωρεί ως κληρονομιά του ολόκληρο τον ελληνικό πολιτισμό. Έτσι έχει τη δυνατότητα να εναλλάσσει ρόλους ανάλογα με την ποιητική του διάθεση χωρίς όμως να προδίδει ούτε τον ειδωλολατρικό αρχαιοελληνικό κόσμο αλλά ούτε και το χριστιανικό βυζαντινό πολιτισμό. Άλλωστε δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι είναι ποιητής και όχι ιστορικός η θεολόγος, και σαν ποιητής κρατάει τα χαλινάρια του αλόγου που του δίνει η ποιητική αδεία.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Ο Καβάφης είναι ποιητής, και όπως κάθε ποιητής εκφράζει με το έργο του βαθύτερα πράγματα και έννοιες τις οποίες δύσκολα πολλές φορές οι αναγνώστες του κατανοούν και εμβαθύνουν.Ο αλεξανδρινός αυτός ποιητής θεωρείται ένα αμάλγαλμα ιωνικού και βυζαντινού ποιητή.
Ο Α. Καραπαναγόπουλος σημειώνει πάνω στο θέμα αυτό ότι εκείνο που δεν μπόρεσαν να ξεχωρίσουν οι μελετητές του είναι η διαφορά μεταξύ θρησκευόμενου, θρησκόληπτου, του συγκρητιστικού στοιχείου στη θρησκεία και του φανατισμού που είναι έξω από τα όρια του Χριστιανισμού και την ιστορική σημασία ορισμένων γεγονότων. Ο Καβάφης δεν είναι ειδωλολάτρης είναι ιστορικός ποιητής, μελετητής και όχι ιεροκήρυκας. Η ματιά του ήταν ελληνική και ταυτόχρονα ευρωπαϊκή.

Ο Καβάφης είχε τη ευτυχία να αγαπήσει τη συγγραφή και να μπορέσει να γίνει εραστής της ποίησης. Το έργο του θελκτικό και απαράμιλλο του έδωσε μία αιώνια θέση δόξας και τιμής στον κόσμο των ποιητών. Μέσα από τα ποιήματά του παίρνουν μορφή και κρίνονται για τις ενέργειές του, όχι μόνο ειδωλολάτρες αλλά και χριστιανοί.
Ο Μιχάλης Στασινόπουλος γράφει ότι ποτέ η ποιητική αλήθεια δεν ενεφανίσθη με τρόπο τόσο αμείλικτα καθολικό, τόσο αναπανόρθωτα πειστικό… Στα πιο πολλά του ποιήματα, βρίσκει κανείς τον πυρήνα ενός αποφθέγματος. Το απόφθεγμα, απόσταγμα σκέψης και ζωής, σφραγίζει τη φωνή, σφραγίζει τη σκέψη, με τη σφραγίδα της σιωπής. Με το απόφθεγμα έχουν ειπωθεί όλα, μετά απ’ αυτό δε βολεί να πεί κανείς τίποτε.


cognoscoteam.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου