Σελίδες

Δευτέρα 29 Οκτωβρίου 2018

Όλοι χρωστούν σε όλους

Tα χρέη των φορολογούμενων προς το Δημόσιο ανέρχονται σε 100 δισ. ευρώ χωρίς τις προσαυξήσεις. Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου προς τους ιδιώτες αυξήθηκαν σε περισσότερα από 6 δισ. ευρώ και το ελληνικό δημόσιο χρέος στους διεθνείς πιστωτές διαμορφώνεται στα 323 δισ. ευρώ. Παρ' όλα αυτά, με κουτοπόνηρες πολιτικές η κυβέρνηση εμφανίζει υπερπλεονάσματα, γεγονός που εξυπηρετεί και την Ευρωζώνη. Κάπως έτσι, η Ελλάδα παίρνει τον χρόνο της... εκτός αγορών.
Πλασματικό υπερπλεόνασμα ληξιπρόθεσμης ανάπτυξης

Από την έντυπη έκδοση της Ναυτεμπορικής
Του Βασίλη Κωστούλα

Δεν είναι καταλυτική τελικά η πορεία των φορολογικών εσόδων για τη διαμόρφωση του πρωτογενούς πλεονάσματος και δη του υπερπλεονάσματος. Ο στόχος θα επιτευχθεί, πάση θυσία. Είτε με εισπράξεις είτε χωρίς εισπράξεις.
Ακόμη και όταν τα φορολογικά έσοδα εμφανίζουν κόπωση, υπό το βάρος των επώδυνων υποχρεώσεων νοικοκυριών και επιχειρήσεων απέναντι στο κράτος, διατηρείται ακέραιη η υπεραπόδοση στο πρωτογενές πλεόνασμα, την υπ’ αριθμόν 1 προτεραιότητα της κυβέρνησης.
Ο τρόπος είναι απλός, κουτοπόνηρος και αντιαναπτυξιακός. «Πάγωμα» στις δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (μείον 1,238 δισ. ευρώ στο 9μηνο), «πάγωμα» στις επιστροφές φόρου (μείον 507 εκατ. ευρώ στο 9μηνο).
Στην πραγματικότητα, αυτό το πρωτογενές πλεόνασμα δεν υφίσταται ως περίσσευμα του κράτους. Ο δείκτης δεν είναι άλλος από την ασυνέπεια του Δημοσίου στην εκτέλεση δαπανών για επενδύσεις (συνολικά αυξάνονται μόλις 0,8% έναντι στόχου 11,1% το 2018) και στην καταβολή των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τον ιδιωτικό τομέα (συνολικά ξεπέρασαν τα 6 δισ. ευρώ). Παρ’ όλα αυτά, το κοντέρ γράφει 4,7 δισ. έναντι στόχου 2,5 δισ.
Οι θεσμοί συζητούν τα πάντα. Ακόμη και την ψηφισμένη περικοπή των συντάξεων, για την οποία τόσος λόγος έγινε όταν οι ίδιοι την επέβαλαν προς έγκριση στην ελληνική Βουλή. Αρκεί να εμφανίζονται «πρωτογενή πλεονάσματα». 

Η κυβέρνηση φαίνεται να έχει πάρει το μήνυμα, το οποίο και αξιοποιεί με δεξιοτεχνία. Έχει κατανοήσει ότι οι Ευρωπαίοι εταίροι και πιστωτές -το ΔΝΤ στέκεται με μεγαλύτερη έμφαση στα διαρθρωτικά ζητήματα και ανέκαθεν χαρακτήριζε ανεδαφικούς αυτούς τους δημοσιονομικούς στόχους- δεν την κρίνουν για τον μεταρρυθμιστικό της οίστρο, πόσω μάλλον για τη δημιουργικότητα και την καινοτομία της. Την κρίνουν για τη δυνατότητα του μηχανισμού της να συγκεντρώνει τα ποσά που απαιτούνται για την αποπληρωμή του χρέους προς τους Ευρωπαίους φορολογούμενους.
Εξ ου και οι παράγοντες της Ευρωζώνης δεν δείχνουν να συγκινούνται από τις υποσχέσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης για ένα περιβάλλον πιο φιλικό στις επενδύσεις. Θεωρούν άλλωστε ότι και εκείνη «θολώνει τη μεταρρυθμιστική εικόνα της, όταν επίσης τάσσεται κατά της παρέμβασης στο συνταξιοδοτικό». Αντ’ αυτού, της στέλνουν το μήνυμα: «Πρωτογενές πλεόνασμα» 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022 και 2,2% του ΑΕΠ τα επόμενα χρόνια. Τελεία.
Δεν είναι οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις εκείνες που θα εκσυγχρονίσουν τη διοίκηση, θα αναβαθμίσουν τους θεσμούς, θα ανοίξουν την οικονομία και θα δημιουργήσουν πλούτο για την ελληνική κοινωνία. Αυτή είναι δουλειά της ελληνικής κυβέρνησης.
Όμως το μόνο που έχει να επιδείξει η ασκούμενη πολιτική είναι ο στραγγαλισμός της οικονομίας για τη δημιουργία πλασματικών πλεονασμάτων-μαμούθ, με τα οποία η κυβέρνηση γίνεται αρεστή στους πιστωτές και συγχρόνως διασφαλίζει πόρους για αναδιανομή κατά το δοκούν.
Μέσω αυτής της διαδρομής, οι Έλληνες χρωστούν στο Δημόσιο, το Δημόσιο στους Έλληνες και η Ελλάδα στην Ευρωζώνη. Οι επενδύσεις κάνουν βουτιά και η οικονομία παίρνει τον χρόνο της… εκτός αγορών.   

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου