Σελίδες

Δευτέρα 27 Νοεμβρίου 2017

Σε αμερικανική μέγγενη η Τουρκία*

Το Ποντίκι


του Δημήτρη Μηλάκα
Για πόλεμο με τις ΗΠΑ προετοιμάζει την τουρκική κοινή γνώμη ο Ερντογάν
Στις 4 Δεκεμβρίου, σύμφωνα με την εικόνα που προβάλλει ο Ταγίπ Ερντογάν και το σύστημα εξουσίας που τον περιβάλλει, ξεκινά μια ακόμη, η τρίτη, προσπάθεια των ΗΠΑ με στόχο την πολιτική εξόντωση και ανατροπή του. Πρόκειται για την έναρξη της δίκης του Τουρκοϊρανού Ρεζά Ζαράμπ, ο οποίος κρατείται στις ΗΠΑ κατηγορούμενος για παράκαμψη, με τη βοήθεια και αρωγή των κυβερνήσεων Ερντογάν, του εμπάργκο των ΗΠΑ κατά του Ιράν. 
 
Η σοβαρότητα της υπόθεσης, που ακόμα δεν έχει εμφανιστεί στις πραγματικές της διαστάσεις – ούτε είναι δυνατόν να αποτιμηθεί ως προς τις τρέχουσες διεθνείς διπλωματικές της επιπτώσεις –, αποτυπώνεται ήδη στην επιχειρηματολογία που οικοδομεί το σύστημα εξουσίας του Ερντογάν, το οποίο υποστηρίζει ότι οι ΗΠΑ οργάνωσαν ήδη δύο αποτυχημένες προσπάθειες για την απομάκρυνσή του από την εξουσία:
Η πρώτη ήταν με την υπόθαλψη των λαϊκών κινητοποιήσεων στην πλατεία Ταξίμ στην Κωνσταντινούπολη και άλλες τουρκικές πόλεις.
Και η δεύτερη με το αποτυχημένο πραξικόπημα του καλοκαιριού του 2016. 
Σύμφωνα με την τουρκική ηγεσία, η δίκη του Ρεζά Ζαράμπ αποτελεί την έναρξη μιας ακόμη προσπάθειας για την απομάκρυνση του Ερντογάν από την εξουσία, προκειμένου να συνεχίσει η Τουρκία να είναι αμερικανικό «φέουδο» στην περιοχή.
 
Η υπόθεση Ζαράμπ
Για να αντιληφθεί κάποιος το νέο «πλαίσιο» μέσα στο οποίο αναμένεται να εκδηλωθεί το επόμενο διάστημα η αμερικανοτουρκική σφοδρή, όπως αναμένεται, σύγκρουση, απαιτείται μια γρήγορη ματιά στις βασικές πτυχές του σκανδάλου Ζαράμπ, το οποίο αξιοποιούν οι ΗΠΑ ως μέγγενη σε βάρος του καθεστώτος Ερντογάν και ως μοχλό εκβιασμού προκειμένου να κρατήσουν την Τουρκία σφικτά δεμένη στο άρμα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. 
 
Η υπόθεση αυτή ξεκινά γύρω στο 2008 και – συνοπτικά – έχει ως εξής:
Η Τουρκία αγοράζει ολοένα και μεγαλύτερες ποσότητες φυσικού αεριού από το Ιράν, με τη σύμφωνη γνώμη των ΗΠΑ, αρκεί τα χρήματα να κατατίθενται σε συγκεκριμένο (ελεγχόμενο από τις ΗΠΑ) λογαριασμό και να χρησιμοποιούνται από την Τεχεράνη για την αγορά συγκεκριμένων (και καθορισμένων) αγαθών. 
Με το πέρασμα των χρόνων η Τουρκία πολλαπλασίασε σε υπέρτατο βαθμό τις εισαγωγές φυσικού αερίου από το Ιράν, εμπλέκοντας στο σύνολό του το τουρκικό τραπεζικό σύστημα, στο οποίο κατατίθεντο δισεκατομμύρια ως αντίτιμο.
3 Από τα χρήματα αυτά, ωστόσο, σύμφωνα με τις αμερικανικές κατηγορίες, το μεγαλύτερο μέρος επέστρεφε στο Ιράν, είτε σε χρυσό είτε σε «δέματα», αφού προηγουμένως είχε παρακρατηθεί μεγάλη μίζα από αξιωματούχους της τουρκικής κυβέρνησης.
 
Αποφασιστικός παράγοντας για τη λειτουργία αυτού του κυκλώματος υπήρξε ο Ρεζά Ζαράμπ, ο οποίος λειτούργησε ως ενδιάμεσος μεταξύ Τεχεράνης - Άγκυρας. 
Καθώς για πολλά μπορεί κάποιος να κατηγορήσει τους Αμερικανούς, όχι όμως για άγνοια, η Ουάσιγκτον αξιοποίησε την μπίζνα που είχαν στήσει οι τουρκικές κυβερνήσεις για να προσαρμόσουν τον Ερντογάν στη γραμμή της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Στο σημείο αυτό, κάπου στο 2013, ενεργοποιείται το ελεγχόμενο τότε από τον αυτοεξόριστο στις ΗΠΑ Τούρκο ιμάμη Γκιουλέν δικαστικό σύστημα της Τουρκίας και ξεκινούν έρευνες που οδήγησαν σε αποκαλύψεις για εμπλοκή ανώτατων αξιωματούχων της κυβέρνησης (και του γιου του Ερντογάν συμπεριλαμβανομένου) σε μια υπόθεση που, εκτός από παραβίαση του εμπάργκο κατά του Ιράν, συμπεριλάμβανε και μίζες δισεκατομμυρίων. 
 
Αυτές οι έρευνες και αποκαλύψεις σήμαναν την έναρξη του πολέμου των δύο πρώην φίλων και συμμάχων (Ερντογάν - Γκιουλέν). Έκτοτε ήρθε στο φως η μεγάλη επιρροή του ιμάμη Γκιουλέν στο σύστημα δημόσιας διοίκησης της Τουρκίας και ακούστηκαν οι κατηγορίες του Ερντογάν ότι ο ιμάμης είναι όργανο των Αμερικανών. Από τότε ξεκίνησε και το ξήλωμα του μηχανισμού των «γκιουλενιστών» από τις υπηρεσίες του τουρκικού κράτους. 
Τότε, το 2013, μετά τις έρευνες των «γκιουλενιστών» εισαγγελέων είχαν προκύψει κατηγορίες για μια σειρά από αξιωματούχους της τουρκικής κυβέρνησης και στενούς συνεργάτες του Ερντογάν. Μάλιστα, ανάμεσα σ’ αυτούς που είχαν συλληφθεί ήταν και ο Ρεζά Ζαράμπ. Ωστόσο, με την κινητοποίηση του συστήματος εξουσίας Ερντογάν όλη αυτή η υπόθεση θάφτηκε και τα στοιχεία παρουσιάστηκαν στην τουρκική κοινή γνώμη ως χαλκευμένα από μυστικές (αμερικανικές) υπηρεσίες.
 
«Δεύτερος γύρος»
Παρά το θάψιμο αυτής της υπόθεσης το 2013 από το σύστημα εξουσίας του Ερντογάν, οι Αμερικανοί συνέχισαν να ερευνούν και να οικοδομούν κατηγορίες κατά αξιωματούχων της Άγκυρας για συμμετοχή τους στο σπάσιμο του εμπάργκο κατά του Ιράν. Οι εντάσεις της αμερικανικής έρευνας μάλιστα κλιμακώνονταν ανάλογα με την ένταση των τριβών στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις. Με πιο απλά λόγια, οι Αμερικανοί είχαν βρει και στοιχειοθετήσει μια υπόθεση, η οποία θα μπορούσε να εμπλέξει το σύστημα εξουσίας του και τον ίδιο τον Ερντογάν σε μια υπόθεση διαφθοράς. Αυτήν την υπόθεση η Ουάσιγκτον, προφανώς, δεν θα μπορούσε να την αφήσει ανεκμετάλλευτη, προκειμένου να κρατήσει δεμένο τον Ταγίπ Ερντογάν στο άρμα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής.
Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με την άποψη που εκπέμπει η Άγκυρα, οι Αμερικανοί προσέγγισαν τον Ρεζά Ζαράμπ, ο οποίος πήγε στις ΗΠΑ τον Μάρτιο του 2016 προκειμένου να συλληφθεί και υπό το καθεστώς προστατευόμενου μάρτυρα να ομολογήσει και να αποκαλύψει τους συνενόχους τους από το τουρκικό πολιτικό σύστημα, οι οποίοι με το αζημίωτο βοήθησαν στο σπάσιμο του αμερικανικού εμπάργκο κατά του Ιράν.
 
Μετά τον Ρεζά Ζαράμπ οι Αμερικανοί:
Συνέλαβαν, έναν χρόνο αργότερα, τον Μάρτιο του 2017, τον Χακάν Ατίλα, στέλεχος της Halkbank, της πέμπτης μεγαλύτερης τράπεζας της Τουρκίας, από όπου ξεκίνησε το «πάρτι» με τις μίζες. Ο Ατίλα βρέθηκε στις ΗΠΑ για κάποιο συνέδριο τραπεζιτών και έκτοτε βρίσκεται σε αμερικανικές φυλακές.
Άσκησαν δίωξη σε Τούρκο πρώην υπουργό Οικονομικών (Τζαφέρ Καγκλαγιάν) και του πρώην διοικητή της Τράπεζας της Τουρκίας Σουλεϊμάν Ασλάν, οι οποίοι δεν μπορούν να βγουν από την Τουρκία χωρίς να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο σύλληψής τους, καθώς είναι καταζητούμενοι από το αμερικανικό κράτος.
 
Όλοι αυτοί, που κινούνταν στον στενό πυρήνα του συστήματος εξουσίας του Ταγίπ Ερντογάν, κατηγορούνται ότι «συνωμότησαν και χρησιμοποίησαν το χρηματοπιστωτικό σύστημα των ΗΠΑ για να τροφοδοτήσουν με εκατομμύρια δολάρια την κυβέρνηση του Ιράν και άλλους ιρανικούς οργανισμούς, παρακάμπτοντας τις – κατά της Τεχεράνης – αμερικανικές κυρώσεις για ψευδείς καταθέσεις ενώπιον Αμερικανών αξιωματούχων, για ξέπλυμα μαύρου χρήματος και παραβίαση σειράς ομοσπονδιακών κανονισμών, καθώς και για απόκρυψη των μεταβιβάσεων».
 
Έτοιμος για μάχη
Η έναρξη, στις 4 Δεκεμβρίου, της δίκης του Ζαράμπ έχει σημάνει συναγερμό για το τουρκικό καθεστώς, το οποίο προσπαθεί να οργανώσει την άμυνά του ποντάροντας και υποθάλποντας ένα έντονο κλίμα αντιαμερικανισμού, το οποίο διαχέεται μέσω των τουρκικών ΜΜΕ. 
Ο εκπρόσωπος της τουρκικής κυβέρνησης Μπεκίρ Μπόζνταγ πρόβαλε την άποψη ότι η υπόθεση διαφθοράς που εκδικάζεται στις ΗΠΑ είναι ένα σχέδιο που στρέφεται κατά της Τουρκίας. Με άλλα λόγια, «σκοτεινοί κύκλοι» εμπλέκουν στην όλη υπόθεση σημαντικές προσωπικότητες της Τουρκίας για να βλάψουν τα τουρκικά συμφέροντα.
Η εφημερίδα «Star» – φιλική με το καθεστώς Ερντογάν – υποστηρίζει ότι η υπόθεση Ζαράμπ συνιστά συνωμοσία που στρέφεται κατά της Τουρκίας.
Ο αρθρογράφος Αχμέτ Τακάν στην εφημερίδα «Yenicag» επικαλείται ανώνυμη πηγή, σύμφωνα με την οποία οι ΗΠΑ ενδέχεται να κατηγορήσουν την Τουρκία για χρηματοδότηση τρομοκρατικής οργάνωσης (Φρουροί της Επανάστασης) με απρόβλεπτες συνέπειες.
 
Κλίμα πολέμου
Το γενικότερο κλίμα που επιχειρεί να δημιουργήσει η τουρκική κυβέρνηση αποτυπώνεται σε άρθρο γνώμης της εφημερίδας «Star», που φέρει την υπογραφή του Αρντάν Ζέντουρκ και προβάλλει την άποψη ότι η Τουρκία ενδέχεται να μην έχει άλλη επιλογή παρά τη σύγκρουση με τις ΗΠΑ.
Στο εν λόγω άρθρο επισημαίνεται ότι στο πρόσφατο αποτυχημένο πραξικόπημα εμπλέκεται το ΝΑΤΟ και ότι από 462 Τούρκους αξιωματικούς που υπηρετούσαν στο ΝΑΤΟ, οι 237 βρήκαν καταφύγιο σε ΝΑΤΟϊκές χώρες. Οι σύμμαχοι της Τουρκίας δεν επιστρέφουν αυτούς τους στρατιωτικούς στην Τουρκία.
 
Όπως άλλωστε και οι ΗΠΑ δεν επιστρέφουν τον Φετουλάχ Γκιουλέν στη χώρα του.
Η «Star» προειδοποιεί όσους επιχειρήσουν να επωφεληθούν από την υπόθεση διαφθοράς ότι κινδυνεύουν να χαρακτηριστούν ως προδότες. Σύμφωνα με την εφημερίδα, η όλη υπόθεση δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια προσπάθεια για την εισβολή του ΝΑΤΟ στην Τουρκία.
 
Γεωπολιτικό παζάρι
Πίσω και πέρα από το μαύρο χρήμα και τις μίζες με το ιρανικό εμπάργκο που οι Αμερικανοί χρησιμοποιούν για να στοιχειοθετήσουν κατηγορίες διαφθοράς για τον στενό πυρήνα του συστήματος εξουσίας του Ερντογάν (και για τον ίδιο) βρίσκεται σε εξέλιξη ένα άγριο γεωπολιτικό παιχνίδι, που έχει να κάνει με την αναδιάταξη του χάρτη στην περιοχή της Μέσης Ανατολής. Η απόφαση των ΗΠΑ να «στήσουν» το κουρδικό κράτος -προτεκτοράτο τους στην περιοχή είναι ο πυρήνας των αμερικανοτουρκικών προβλημάτων. Οι αμερικανικοί σχεδιασμοί μάλιστα έχουν φέρει πολύ κοντά άσπονδους φίλους (Τουρκία - Ιράν - Ρωσία), οι οποίοι μπορούν να αναζητήσουν κοινές πολιτικές απέναντι στον κοινό εχθρό, που στην προκειμένη περίπτωση είναι οι ΗΠΑ.
 
Ωστόσο, η Τουρκία δεν είναι για τους Αμερικανούς μια απλή περίπτωση, καθώς στη «δυτικόστροφη» και ελεγχόμενη Τουρκία η αμερικανική εξωτερική πολιτική και το ΝΑΤΟ έχουν επενδύσει εδώ και μισό αιώνα. Προφανώς η μετακίνηση της Τουρκίας έξω από τη δυτική σφαίρα επιρροής δεν είναι αποδεκτή από την Ουάσιγκτον.
Για τον λόγο αυτόν, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις που διατυπώνουν (και) ελληνικές διπλωματικές πηγές, το παιχνίδι των αμερικανοτουρκικών τριβών θα έχει μεγάλη χρονική διάρκεια και απρόβλεπτο προς το παρόν τέλος. Η επικείμενη δίκη του Ζαράμπ, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, περιγράφει τη διατύπωση ενός ακόμη αμερικανικού εκβιασμού προς τον Ερντογάν και κανείς ακόμα δεν μπορεί να γνωρίζει πώς θα απαντήσει ο Τούρκος πρόεδρος.
 
Σε κάθε περίπτωση, το προσεχές διάστημα και όσο η δίκη θα εξελίσσεται στις ΗΠΑ αναμένονται ισχυρότατες παρενέργειες στο σύνολο του τουρκικού τραπεζικού συστήματος που συμμετείχε σε μια γιγαντιαία υπόθεση ξεπλύματος και διακίνησης δισεκατομμυρίων και κατ’ επέκταση στην τουρκική οικονομία. 
Επιπρόσθετα, το τσαλάκωμα του Ερντογάν με την εμπλοκή του σε σκάνδαλο διαφθοράς σε συνδυασμό με τα προβλήματα που πιθανότατα θα προκύψουν για την τουρκική οικονομία ενδεχομένως να υποσκάψουν τις δυνατότητες επανεκλογής του στην προεδρία στις εκλογές του 2019.
 
Θα έρθει Αθήνα ο Ερντογάν;
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, είναι ορατές ήδη οι αμερικανικές προσπάθειες πολιτικής και στρατιωτικής σταδιακής και ελεγχόμενης «αποεπένδυσης» από την Τουρκία. Στο πλαίσιο αυτό, παρακολουθούμε το τελευταίο διάστημα μια έξαρση ελληνοαμερικανικής στρατιωτικής συνεργασίας, η οποία αποτυπώνεται σε συμφωνίες για βάσεις και διευκολύνσεις σε όλο το εύρος της ελληνοτουρκικής μεθορίου, από τη βάση της Σούδας στην Κρήτη, το ναυπηγείο της Σύρου, που ενδιαφέρει το αμερικανικό πεντάγωνο, καθώς και τη συμφωνία για δημιουργία βάσης αμερικανικών ελικοπτέρων στην Αλεξανδρούπολη.
 
Καθώς οι Αμερικανοί προετοιμάζονται να αντιμετωπίσουν μια πιθανότατη συνολική κατάρρευση των αμερικανοτουρκικών σχέσεων, οικοδομώντας στρατιωτικά προγεφυρώματα στην Ελλάδα, η ελληνική κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να κινηθεί και να ικανοποιήσει από τη μια τις αμερικανικές απαιτήσεις και από την άλλη να μην οξύνει ακόμη περισσότερο τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. 
 
Πρόκειται προφανώς για ένα δύσκολο εγχείρημα, όπως αποδεικνύεται και από τις μη παραγωγικές προς το παρόν διαβουλεύσεις για την επίσκεψη του Ερντογάν στην Αθήνα, η οποία δεν έχει ακόμη ανακοινωθεί επισήμως, αν και ανεπίσημα πολλοί μιλούν γι’ αυτήν από τον περασμένο Οκτώβριο.
Η ελληνική κυβέρνηση υποστηρίζει ότι οι διπλωματικές επαφές με την Άγκυρα για την επίσκεψη Ερντογάν είναι σε εξέλιξη. Υπό συζήτηση είναι η ημερομηνία της επίσκεψης καθώς και το πρόγραμμα και η ατζέντα των διμερών συζητήσεων. Σε ό,τι αφορά την ημερομηνία, η προσπάθεια γίνεται για τις 7- 8 Δεκεμβρίου, ωστόσο η οριστικοποίηση καθυστερεί, καθώς οι διαπραγματεύσεις επικεντρώνονται στο πρόγραμμα και την ατζέντα.
 
Με δεδομένο ότι έχουν περάσει 65 χρόνια από την τελευταία επίσημη επίσκεψη Τούρκου προέδρου στην Αθήνα – ο Ερντογάν είχε πραγματοποιήσει επίσκεψη ως πρωθυπουργός τον Μάιο του 2010, προσκεκλημένος τότε του Γιώργου Παπανδρέου –, οι διαβουλεύσεις επικεντρώνονται στο πρόγραμμα και την ατζέντα, καθώς το σημαντικό για την κυβέρνηση είναι η επίσκεψη να σηματοδοτήσει την πραγματική αναβάθμιση των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Προς το παρόν, όσο δηλαδή είναι σε εξέλιξη η διπλωματική διαβούλευση, το Μαξίμου αποφεύγει να δώσει οποιαδήποτε λεπτομέρεια, ωστόσο αναμένεται πως στο τραπέζι των συζητήσεων θα πέσουν το Αιγαίο, η Θράκη και άλλα κρίσιμα ζητήματα των ελληνοτουρκικών σχέσεων.


Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ, τεύχος 1996 στις 23-11-2017

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου