Σελίδες

Κυριακή 1 Οκτωβρίου 2017

Φόβοι μίας νέας ευρωπαϊκής κρίσης

analyst


Οι γερμανικές εκλογές εγκαινίασαν μία δύσκολη περίοδο για την Ευρωζώνη, η οποία θα συνεχιστεί με την Ισπανία όσον αφορά την Καταλονία και με την Ιταλία που θα πάρει τη σκυτάλη – με τις δύο χώρες που διασώθηκαν μυστικά μέσω της ΕΚΤ.

του Ιάκωβου Ιωάννου
Άποψη
Για αυτούς που πιστεύουν ότι, η μοναδική λύση της Ελλάδας είναι η στάση πληρωμών για να μπορέσει να διαπραγματευθεί την ονομαστική διαγραφή μέρους των χρεών της, καθώς επίσης πως με την πολιτική των μνημονίων που ασφαλώς θα συνεχιστεί δεν υπάρχει μέλλον, τα αποτελέσματα των γερμανικών εκλογών δεν ήταν αρνητικά – πόσο μάλλον αφού θα εμποδίσουν τον κρυφό σχεδιασμό της χώρας για τη δημιουργία του 4ου Ράιχ. Η αιτία είναι το ότι, η Ελλάδα θα αναγκαστεί να πάρει αποφάσεις, εάν αλλάξει ο κυβερνητικός συνασπισμός – επειδή αφενός μεν η ανάδειξη του εθνικιστικού κόμματος σε τρίτο ισχυρότερο, αφετέρου οι θέσεις των φιλελευθέρων, δεν θα επιτρέψουν στη χώρα μας βιώσιμες επιλογές.
Όσον αφορά το τελευταίο, τους ελεύθερους δημοκράτες δηλαδή (FDP), έχει την άποψη πως κάθε κράτος είναι υπεύθυνο για τα λάθη του, δεν είναι ένοχη η Γερμανία για την ευρωπαϊκή κρίση χρέους με την πολιτική της φτωχοποίησης του γείτονα που υιοθέτησε το 2000 απομυζώντας τους εταίρους της, ενώ θέλει να δρομολογηθεί αμέσως η πτωχευτική διαδικασία για τα κράτη της Ευρωζώνης – οπότε, εάν ο εκπρόσωποςτου αντικαταστήσει τον κ. Σόιμπλε, η Ελλάδα θα είναι η πρώτη χώρα που θα τοποθετηθεί στο στόχαστρο του.

Βέβαια το γεγονός ότι σχεδόν 8.000.000 Γερμανοί ξέχασαν το σκοτεινό παρελθόν τους, οδηγώντας στη Βουλή ένα ναζιστικό κόμμα που δικαιολογεί το Ολοκαύτωμα, υμνεί το Χίτλερ και έχει ρατσιστικά χαρακτηριστικά, αποτελεί από μόνο του πρόβλημα για ολόκληρη την Ευρώπη – ενώ επαληθεύει ίσως τους Πολωνούς που θεωρούν πως πίσω από κάθε Γερμανό βρίσκεται ένας ναζί. Πρόκειται δε για ένα αρνητικό επίτευγμα της καγκελαρίου, η πολιτική της οποίας επέβλεπε ανέκαθεν στην αποδυνάμωση των κυβερνητικών εταίρων της – υφαρπάζοντας τους τις κεντρικές προγραμματικές θέσεις, τις οποίες υιοθετούσε η δική της παράταξη.
Εν τούτοις δεν έχασαν μόνο αυτά εκλογικές ψήφους, αλλά και το κόμμα της καγκελαρίου, από το οποίο έφυγαν 1.000.000 ψηφοφόροι προς την ακροδεξιά – γεγονός που σημαίνει ότι, υποτίμησε τη δυναμική των εθνικιστών. Εύλογα ίσως, αφού μία χώρα που η οικονομία της αναπτύσσεται, έχοντας κατακτήσει την πρώτη θέση στην Ευρώπη και παράγοντας τεράστια πλεονάσματα εις βάρος όλων των άλλων, δεν έχει κανένα λόγο να στηρίξει ακραίες πολιτικές δυνάμεις – όπως άλλα κράτη, λόγω των μεγάλων οικονομικών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν. Η Γερμανία όμως ασφαλώς δεν είναι μία φυσιολογική χώρα, ούτε οι γερμανοί εκλογείς – οι οποίοι δεν φαίνεται να έχουν μάθει τίποτα από το παρελθόν τους, συνεχίζοντας να πιστεύουν πως είναι καλύτεροι από όλους τους άλλους (= συλλογικό σύμπλεγμα ανωτερότητας).
Ως εκ τούτου παρά το ότι η δεξιά κυρία Merkel, καθώς επίσης ο σοσιαλιστής κ. Schulz ήταν πολύ αυστηροί απέναντι στη μετανάστευση και στους ξένους, ενώ στη μεταξύ τους τηλεοπτική αντιπαράθεση τοποθετήθηκαν και οι δύο εναντίον των Γερμανών-Τούρκων χωρίς να έχουν καμία σχέση με την παρούσα προσφυγική κρίση, ένα μεγάλο μέρος των εκλογέων τους ψήφισε τους εθνικιστές – επιβεβαιώνοντας πως η μετανάστευση δεν ήταν η αιτία της στροφής τόσων Γερμανών προς την άκρα δεξιά, αλλά τα πραγματικά πολιτικά τους πιστεύω που απλά έκρυβαν όχι από ντροπή, αλλά από φόβο.
Περαιτέρω, αρκετοί θεωρούν πως η Γερμανία θα μείνει ακυβέρνητη για κάποιο μεγάλο χρονικό διάστημα, κατά το παράδειγμα της Ολλανδίας – ειδικά μετά της δηλώσεις των σοσιαλδημοκρατών (SPD) περί αποχώρησης τους από την κυβερνητική συνεργασία. Σε κάθε περίπτωση, ο σχηματισμός μίας άλλης κυβέρνησης δεν είναι καθόλου εύκολος, αφού υπάρχουν σημαντικές αντιθέσεις μεταξύ των κομμάτων – οπότε είναι πιθανή η διενέργεια νέων εκλογών, εάν δεν υπάρξει τελικά συμφωνία.
Με την ηγετική δύναμη της Ευρωζώνης λοιπόν να εισέρχεται σε μία περίοδο πολιτικής αστάθειας, με το πρόβλημα της Καταλονίας προ των πυλών, καθώς επίσης με τις εκλογές στην Ιταλία στις αρχές του επομένου έτους, όπου μόνο ένα κόμμα τάσσεται υπέρ του ευρώ, θα υπάρξουν στην Ευρώπη μεγάλες αναταράξεις – ενώ την ίδια εποχή συνεχίζεται η μυστική διάσωση της Ισπανίας και της Ιταλίας μέσω της ΕΚΤ, τυχόν διακοπή της οποίας θα οδηγούσε στη διάλυση της νομισματικής ένωσης.
Η μυστική διάσωση
Ειδικότερα, έχει τεκμηριωθεί πως ο πραγματικός στόχος του τεράστιου προγράμματος ποσοτικής διευκόλυνσης της ΕΚΤ (QE) ήταν η διάσωση των δύο παραπάνω χωρών – πολύ λιγότερο εκείνων των υπολοίπων που αντιμετωπίζουν προβλήματα χρηματοδότησης. Για παράδειγμα, η κεντρική τράπεζα της Ισπανίας αγοράζει ομόλογα του κράτους της από ολόκληρο τον κόσμο – ζητώντας από τις κεντρικές τράπεζες των άλλων χωρών της Ευρωζώνης, ιδιαίτερα από τη γερμανική, να πιστώσουν τις εντολές πληρωμής στους πωλητές ομολόγων εάν ευρίσκονται εντός της Ευρωζώνης ή στην ΕΚΤ εάν είναι εκτός!
Η διαδικασία αυτή οδηγεί πολύ συχνά σε τριγωνικές συναλλαγές – όπου οι πωλητές των ισπανικών ομολόγων μεταφέρουν τα χρήματα τους στη Γερμανία ή στην Ολλανδία, για να τα επενδύσουν σε τίτλους σταθερού επιτοκίου ή/και σε μετοχές εταιρειών. Με τον τρόπο αυτό η κεντρική τράπεζα της Γερμανίας ή της Ολλανδίας είναι υποχρεωμένες να πιστώσουν όχι μόνο τις εντολές άμεσης πληρωμής από την Ισπανία αλλά, επίσης, τις έμμεσες εντολές που προκύπτουν από τις (επαν)αγορές ομολόγων της ισπανικής κεντρικής τράπεζας – για να μειωθούν τα επιτόκια δανεισμού της Ισπανίας και να μην κινδυνεύσει με χρεοκοπία.
160
Οι πιστώσεις αυτές τώρα καταγράφονται ως απαιτήσεις στο σύστημα Target 2 της Γερμανίας ή της Ολλανδίας, καθώς επίσης ως υποχρεώσεις της Ιταλίας ή της Ισπανίας. Στα τέλη Ιουλίου του 2017 οι απαιτήσεις αυτές υπερέβαιναν το 1,14 τρις € (γράφημα), από 819,4 δις € το Σεπτέμβριο του 2016 – εκ των οποίων τα 856,5 δις € αφορούσαν την κεντρική τράπεζα της Γερμανίας, αποτελώντας το 55% περίπου των καθαρών εξωτερικών περιουσιακών στοιχείων της χώρας. Αντίθετα, τα χρέη των κρατών της νοτίου Ευρώπης στο ίδιο σύστημα έφτασαν στα 928,4 δις € από 816,5 δις € ένα χρόνο πριν – με πρωταγωνιστή την Ιταλία (397,7 δις €), η οποία ακολουθείται από την Ισπανία (382,2 δις €).
Επομένως, εάν κάποια χώρα του νότου αποχωρούσε από το ευρώ, η εθνική της κεντρική τράπεζα πιθανότατα θα χρεοκοπούσε – αφού ένα μεγάλο μέρος του χρέους της είναι εκπεφρασμένο σε ευρώ, ενώ οι αντίστοιχες απαιτήσεις της απέναντι στο κράτος και στις εμπορικές τράπεζες θα μετατρέπονταν στο νέο εθνικό νόμισμα. Η χρεοκοπία αυτή θα σήμαινε ότι, οι πιστώτριες κεντρικές τράπεζες (Γερμανία, Ολλανδία, Λουξεμβούργο) θα έχαναν τα χρήματα τους – ενώ ασφαλώς θα ξεκινούσε μία αλυσιδωτή αντίδραση, η οποία θα οδηγούσε στην ολοκληρωτική κατάρρευση της Ευρωζώνης.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, είναι φανερό πως οι γερμανικές εκλογές (αντί οι γαλλικές, όπως αναμενόταν), εγκαινίασαν μία δύσκολη περίοδο για την Ευρωζώνη, η οποία μάλλον θα διαρκέσει αρκετά – με ευθύνη της καγκελαρίου, καθώς επίσης του υπουργού οικονομικών της, οι οποίοι υποτίμησαν τις πολιτικές συνθήκες εντός της χώρας τους, καθώς επίσης την προθυμία των Πολιτών να πληρώσουν το βαρύ τίμημα της κατάληψης της Ευρώπης, αυτή τη φορά με οικονομικά όπλα (εννοούμε εν προκειμένω το μισθολογικό dumping που εξασφαλίζει τα πλεονάσματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών εις βάρος των γερμανών εργαζομένων, την αύξηση των φόρων για ισοσκελισμένο ισοζύγιο, το αρνητικό υπόλοιπο του Target 2 που δυσκολεύει τον εγχώριο δανεισμό κοκ.).









Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου