Σελίδες

Τετάρτη 27 Σεπτεμβρίου 2017

Οι ιδεολογίες του Μεγάλου Πολέμου – 1914*

Το Ποντίκι


του Ξενοφώντος Μπρουντζάκη
Παραμονές του Μεγάλου Πολέμου, οι άνθρωποι στις περισσότερες χώρες είχαν αρχίσει να προσαρμόζονται στην ιδέα της πολεμικής σύγκρουσης και τα διάφορα εμπλεκόμενα έθνη θαρρείς πως είχαν γίνει φορείς ιδεολογιών που ξεπερνούσαν την κρατική τους οντότητα. 
Ο σκοπός του πολέμου ήταν ξεκάθαρος: δεν επρόκειτο για έναν πόλεμο συμφερόντων και σκοπιμοτήτων μα για έναν πόλεμο, έναν αγώνα καλύτερα, για την ελευθερία. Αυτή η αντίληψη κυριαρχούσε τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο. 
 
Στις 2 Αυγούστου του 1914, ένας σημαντικός Γάλλος διανοούμενος και πολιτικός, ο σοσιαλιστής Jean Richard Bloch, καθώς πήγαινε να καταταγεί, έγραφε σχετικά στον ειρηνόφιλο φίλο του, συγγραφέα  Romain Rolland ο οποίος, την επόμενη χρονιά (1915), θα λάμβανε το βραβείο Νόμπελ της λογοτεχνίας: «Ο πόλεμος της Επανάστασης εναντίον του φεουδαλισμού αρχίζει πάλι. Άραγε θα μπορέσουν οι στρατιές της Δημοκρατίας να εξασφαλίσουν τον θρίαμβο της Δημοκρατίας στην Ευρώπη και να ολοκληρώσουν το έργο του 1793; Αν γίνει αυτό, τότε ο πόλεμος δεν θα είναι απλώς ένας αναπόφευκτος πόλεμος που διεξάγεται υπέρ βωμών και εστιών, αλλά θα είναι η αφύπνιση της ελευθερίας». 
 
Αλλά και σε εθνικό - συλλογικό επίπεδο επικρατούσε μια αντίστοιχη αντίληψη. Η Γαλλία και το Βέλγιο ήταν δυο χώρες που υπέστησαν εισβολή από τα γερμανικά στρατεύματα και οι στρατιώτες πολεμούσαν είτε για να προστατεύσουν τα εδάφη τους, είτε για να τα απελευθερώσουν. Ο σκοπός όμως του πολέμου ήταν γι’ αυτούς ξεκάθαρος: δεν ήταν ένας πόλεμος συμφερόντων και σκοπιμοτήτων, αλλά ένας αγώνας που δινόταν για την ελευθερία! 
 
Οι αλλαγές στη ζωή μετά τις πρώτες συγκρούσεις
 
Τους τρεις πρώτους μήνες της έναρξης του πολέμου, το μεγαλύτερο μέρος της Γαλλίας και του Βελγίου δεν συνδεόταν άμεσα με τις εμπόλεμες ζώνες. Ωστόσο, στις περιοχές που οι πολεμικές εμπλοκές είχαν λάβει χώρα και τις είχαν καταλάβει οι Γερμανοί, ο πόλεμος απέκτησε άλλη βαρύτητα. Πολλοί κάτοικοι βρέθηκαν σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως και οι πιο τυχεροί ζούσαν σε συνθήκες ομηρίας. Δηλαδή, η καθημερινότητά τους κυλούσε βάσει των ρυθμίσεων που είχαν επιβάλει οι Γερμανοί.
 
Για παράδειγμα, απαιτούνταν άδειες διελεύσεως προκειμένου να διεκπεραιώνονται οι καθημερινές εργασίες. Αυτές οι ρυθμίσεις σήμαιναν μια τεράστια απώλεια στοιχειωδών ελευθεριών. Η δομή της οικογενειακής ζωής είχε εξαρθρωθεί, καθώς οι γυναίκες είχαν μεταφερθεί σε άλλες περιοχές, όπου τις χρησιμοποιούσαν ως εργάτριες. Αναταράξεις υπέστησαν επίσης και οι κοινωνικές τάξεις, καθώς ακόμα και μεγαλοαστικές οικογένειες βρεθήκαν αντιμέτωπες με την έλλειψη τροφίμων, αλλά και την προσβλητική συμπεριφορά των εισβολέων. 
 
Απ’ τη μεριά των Γερμανών
 
Βεβαίως, και η Γερμανία είχε δεχτεί εισβολή από τις συμμαχικές δυνάμεις. Και μάλιστα από τα δυτικά, από όπου είχε η ίδια εισβάλει στη Γαλλία και το Βέλγιο. Στη Νότια Βαυαρία, μάλιστα, ορισμένες γυναίκες εφέδρων, οι οποίες είχαν μείνει μόνες τους, προτίμησαν να αυτοκτονήσουν από το να κινδυνεύσουν να δεχτούν την εκδικητική μανία των Γάλλων στρατιωτών.  
 
Από τα ανατολικά πάλι, οι Ρώσοι στρατιώτες απειλούσαν να καταλάβουν την Ανατολική Πρωσία μέχρι τη γραμμή του ποταμού Βιστούλα. Η ιδέα ότι οι αδίστακτοι και απολίτιστοι για την Ευρώπη Κοζάκοι θα καταλάμβαναν τα εδάφη τους, στοίχειωνε τη φαντασία των Γερμανών, που πίστευαν ότι δεν υπερασπίζονται απλώς τον τόπο τους εναντίον μιας ρωσικής εισβολής, αλλά και ολόκληρη την Ευρώπη εναντίον της βαρβαρότητας. Σχολιάζοντας αυτή την αντίληψη των Γερμανών, ο Romain Rolland, τον Οκτώβριο του 1914, έγραφε σχετικά στον Jean  Richard Bloch ότι «ο πρωσικός ιμπεριαλισμός ήταν ο χειρότερος εχθρός της ελευθερίας» και ότι «διαπνεόταν από έναν βάρβαρο δεσποτισμό». Παράλληλα, ωστόσο, αναγνώριζε τα επιτεύγματα του γερμανικού πολιτισμού και παραδεχόταν ότι ο τσάρος αποτελούσε μιαν απειλή για τον ευρωπαϊκό πολιτισμό, ευχόμενος εν τέλει μια νίκη της Αντάντ. 
 
Απ’ τη μεριά των Βρετανών
 
Η Βρετανία ήταν μια από τις πρώτες χώρες που ενεπλάκη σ’ αυτόν τον πόλεμο και η μόνη από τους εμπλεκόμενους που δεν είχε υποστεί εισβολή. Είναι χαρακτηριστική η ομιλία που εκφώνησε ο τότε Άγγλος πρωθυπουργός Asquith, στις 9 Νοεμβρίου του 1914, στο Guidhall του Λονδίνου, στην οποία εξήγησε τους λόγους για τους οποίους η Βρετανία ενεπλάκη στον πόλεμο. Σ’ αυτήν, ο Άγγλος πρωθυπουργός τόνιζε ότι η εμπλοκή της χώρας του στον πόλεμο δεν υπαγορεύτηκε από τα συμφέροντα της αυτοκρατορίας, αλλά ήταν αποτέλεσμα της γερμανικής εισβολής στη Γαλλία και το Βέλγιο. Η Βρετανία πολεμούσε για τη διαφύλαξη της διεθνούς νομιμότητας και την προστασία των δικαιωμάτων των ανίσχυρων χωρών. Εχθρός της ήταν ο πρωσικός μιλιταρισμός, όπως αυτός ενσαρκωνόταν στο πρόσωπο του Κάιζερ. 
 
Απ’ τη μεριά των Γάλλων
 
Σε αυτόν τον πόλεμο, η γαλλική κυβέρνηση επέλεξε να χρησιμοποιήσει τα συνθήματα της Γαλλικής Επανάστασης προκειμένου να κινητοποιήσει τους πολίτες της. Ωστόσο, στην πορεία των εξελίξεων, για να επιτύχει τους σκοπούς της, η κυβέρνηση δεν απέφυγε να χρησιμοποιήσει τη συντηρητική ιδεολογία και την Καθολική Εκκλησία, επιστρατεύοντας την Ιωάννα της Λωραίνης ως σύμβολο του γαλλικού έθνους που προστατεύει ο Θεός. Για τους Γάλλους ήταν ένας πόλεμος υπεράσπισης του πάτριου εδάφους και των ευρωπαϊκών θεμελιωδών αρχών της ελευθερίας. 
 
Ένας ιδεολογικός πόλεμος 
 
Η βασική μέριμνα των Βρετανών και των Γάλλων ήταν να διατηρηθεί το status quo. Αντίθετα, οι Γερμανοί υποστήριζαν ότι αγωνίζονταν για την πρόοδο και την αλλαγή. Η έκρηξη του πολέμου το 1914 σηματοδότησε το τέλος του «παρατεταμενου» 19ου αιώνα, ο οποίος άρχισε το 1789 με τη Γαλλική Επανάσταση. Η διάδοχος κατάσταση οδήγησε στη γέννηση ενός συνόλου αξιών, οι οποίες επανέφεραν στο προσκήνιο το ηρωικό πνεύμα πάνω από τον υλισμό του καπιταλισμού και τη μετριότητα του πολιτικού φιλελευθερισμού. 
 
Ο Μεγάλος Πόλεμος ήταν ένας σημαντικός πόλεμος επειδή διεξήχθη για μεγάλες ιδέες. Αυτό που ξεκίνησε από τα Βαλκάνια, είχε τις ρίζες του σε εθνολογικά, εθνικιστικά ζητήματα, ωστόσο, ο κινητήριος μοχλός της εξέλιξης των γεγονότων ήταν οι ιδεολογίες, η δύναμη των οποίων πήγαζε από την απαίτησή τους για οικουμενικότητα. Παρά τη μεγάλη διάρκεια του πολέμου και την αγριότητά του, αποδείχτηκε ότι οι ιδεολογίες αυτές ήταν τόσο ουσιώδεις, που παρέμειναν αναλλοίωτες σε όλη τη διάρκειά του. Οι λαοί της Ευρώπης πολέμησαν στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο γιατί πίστεψαν στους σκοπούς για τους οποίους αγωνίζονταν τα έθνη τους. Με βεβαιότητα, θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι, τελικά, ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος δεν υπήρξε ένας μάταιος πόλεμος.


Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ, τεύχος 1986 στις 14-09-2017

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου