Σελίδες

Κυριακή 27 Αυγούστου 2017

Επτά μαθήματα στην ευρωζώνη από την ελληνική κρίση


Η Ελλάδα δεν έκανε τις μεταρρυθμίσεις που έπρεπε τα χρόνια της οικονομικής άνθησης. Υπερβολική η λιτότητα που εφαρμόστηκε μετά το 2010. Το πρόβλημα των NPLs και η ανάγκη για πραγματική σύγκλιση.

του Γιώργου Παγουλάτου*

Η Ελλάδα αρχίζει επιτέλους να αναπτύσσεται ξανά. Αλλά ομολογουμένως υπήρξε η μεγαλύτερη αποτυχία της ευρωζώνης.
Ριγμένη σε μια κρίση χρέους με ένα δημοσιονομικό έλλειμμα 15% το 2009, η χώρα βίωσε οχτώ χρόνια οικονομικής συρρίκνωσης. Η ανεργία είναι ακόμα στο 23%, η ανεργία των νέων στο 45%. Η «Μεγάλη Ύφεση» της Ελλάδας ήταν τόσο βαθιά όσο και αυτή των ΗΠΑ στις αρχές της δεκαετίας του 1930, αλλά δύο φορές μεγαλύτερη σε διάρκεια.
Μπορεί η Ευρώπη να διδαχθεί από την επώδυνη εμπειρία της χώρας;
Ένα πρώτο μάθημα είναι οι μεταρρυθμίσεις να εφαρμόζονται στην κορυφή του οικονομικού κύκλου. Η Ελλάδα αναγκάστηκε να προσαρμοστεί όντας σε ύφεση γιατί δεν κατάφερε να το κάνει κατά τη διάρκεια της προ-κρίσεως άνθησης. Οι μεταρρυθμίσεις πρέπει να υιοθετούνται πάντοτε σε εποχές ανάπτυξης, όταν οι άνθρωποι έχουν εμπιστοσύνη και οι χαμένοι μπορούν να αποζημιωθούν. Μια οικονομική άνοδος μπορεί να αγοράσει χρόνο για την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων, αλλά δεν πρέπει να χρησιμοποιείται ως ένδειξη ότι δεν είναι αναγκαίες οι μεταρρυθμίσεις.

Η ευρωζώνη βρίσκεται τώρα στην ισχυρότερη περίοδο της ανάκαμψης από την κρίση. Αλλά πρέπει να αποφύγει τον εφησυχασμό.Οι μεταρρυθμίσεις είναι αναγκαίες για την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της νομισματικής ένωσης. Χρειαζόμαστε έναν προϋπολογισμό σταθεροποίησης και τη δυνατότητα κοινού δανεισμού, μεγαλύτερο διαμοιρασμό του ρίσκου και μια χρηματοπιστωτική ένωση που θα σπάσει τον μοιραίο εναγκαλισμό μεταξύ τραπεζών και κυβερνήσεων.
Μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου στη Γερμανία και εφόσον ο Εμανουέλ Μακρόνπροχωρήσει τις μεταρρυθμίσεις στο εσωτερικό της Γαλλίας, η Ευρώπη θα βρίσκεται στην κορυφή του πολιτικού της κύκλου.
Αυτή είναι η στιγμή για να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις στην ευρωζώνη. Θα απαιτήσουν επώδυνες παραχωρήσεις: οι Γερμανοί λένε όχι σε μια κοινή ασφάλιση των καταθέσεων ή σε ένα δημοσιονομικό μηχανισμό προστασίας, οι Γάλλοι δεν είναι πρόθυμοι να παραχωρήσουν τον έλεγχο του εθνικού προϋπολογισμού και οι Ιταλοί απορρίπτουν τα ανώτατα όρια στην έκθεση των τραπεζών στο κρατικό χρέος.
Αλλά τα πράγματα δεν μπορούν να συνεχιστούν έτσι.
Το δεύτερο μάθημα είναι πως πρέπει να χρησιμοποιείται ένα ισορροπημένο μείγμα πολιτικών. Πρέπει να υπάρχει κάποια ανάπαυλα από τις περιοριστικές πολιτικές. Από το 2010, οι δημοσιονομικές και εισοδηματικές πολιτικές στην Ελλάδα ήταν εξαιρετικά συσταλτικές. Η νομισματική επέκταση από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν έφτασε ως την περιφέρεια. Η Ελλάδα ανέλαβε μια σχεδόν αδύνατη αποστολή, βασιζόμενη σε μια υφεσιακή εσωτερική υποτίμηση για την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας την ώρα που έπρεπε να αναπτυχθεί για να μειώσει το χρέος σε σχέση με το ΑΕΠ. Η χώρα χρειαζόταν στήριξη από μια τόνωση της ζήτησης στην ευρωζώνη, έναν πληθωρισμό κοντά στο 2% στην ευρωζώνη ή έναν κατάλληλο διαμοιρασμό ρίσκου στο μπλοκ.
Τίποτα από αυτά δεν ήταν διαθέσιμο.
Ένα τρίτο μάθημα είναι να αντιμετωπίζεται ο χρηματοπιστωτικός κατακερματισμός. Οι τράπεζες κατέρρευσαν από μια χρεοκοπημένη (insolvent) ή δίχως ρευστότητα (illiquid) κυβέρνηση, μια κατάσταση που διογκώθηκε από τη φυγή κεφαλαίων. Οι εταιρείες προσπάθησαν να αντισταθμίσουν το απαγορευτικό κόστος του κεφαλαίου μειώνοντας τους μισθούς, την ώρα που η παραγωγικότητα συρρικνωνόταν από την αποεπένδυση.
Αυτός δεν είναι τρόπος να λειτουργεί μια νομισματική ένωση. Μια πραγματική τραπεζική ένωση θα περιόριζε την μετάσταση από τις τράπεζες στα κράτη. Η κοινή ασφάλιση καταθέσεων θα καθησύχαζε τους καταθέτες ότι από πίσω βρίσκεαι η Ευρώπη.
Τέταρτον, πρέπει να επεκταθεί η μη τραπεζική χρηματοδότηση.
Πέμπτον, πρέπει να αντιμετωπίζεται το ζήτημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Οι κινήσεις που έγιναν για την αντιμετώπιση των ελληνικών NPLs ήταν ανεπαρκείς και καθυστερημένες.
Έκτον, πρέπει να δίνεται έμφαση στην πραγματική και όχι μόνο στηνονομαστική σύγκλιση. Η Ελλάδα εξάλειψε το δημοσιονομικό έλλειμμα και το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Ωστόσο η κρίση έχει αφήσει μια επαχθή κληρονομιά. Από το 2009 ως το 2016, το πραγματικό δυνητικό ΑΕΠυποχώρησε κατά 13,7 ποσοστιαίες μονάδες. Οι επενδύσεις έχουν συρρικνωθεί από το 22 στο 12% του ΑΕΠ. Αντί να αναπαράγεται αυτή την καταστροφή, οι επενδυτικές δαπάνες στην ευρωζώνη θα έπρεπε να προστατευτούν από την ύφεση και τις δημοσιονομικές περικοπές. Η έμφαση πρέπει να δοθεί στην αύξηση της παραγωγικότητας και της δυνητικής ανάπτυξης.
Τέλος, πρέπει να βλέπει πάντα κανείς την μεγάλη εικόνα. Η μεγαλύτερη πρόκληση για την Ελλάδα είναι να μετατοπιστεί προς μια ανάπτυξη προσανατολισμένη στις εξαγωγές, να αυξήσει την παραγωγικότητα, να αυξήσει την συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό και να βελτιώσει την ζοφερή τάση γήρανσης του πληθυσμού.
Η γηράσκουσα ευρωζώνη πρέπει και αυτή να αντιμετωπίσει την επιβράδυνση της ανάπτυξης της παραγωγικότητας. Πρέπει να εστιάσει στην πραγματική σύγκλιση, να επινοήσει στρατηγικές προσαρμογής που δεν στερούν την περιφέρεια της ευρωζώνης από τους καλύτερους και τους πιο έξυπνους.

*Ο αρθρογράφος είναι καθηγητής στην Α.Σ.Ο.Ε.Ε. και πρώην σύμβουλος των πρωθυπουργών Λουκά Παπαδήμου και Παναγιώτη Πικραμμένου.




euro2day

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου