Σελίδες

Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2015

Οι αόρατες (;) πτυχές του θριάμβου


του Γιώργου Μαργαρίτη*
Σε πρώτη ανάγνωση επρόκειτο για θρίαμβο! Θρίαμβο όλων των πολιτικών συνταγών που συνδιαμόρφωσαν το πλέγμα των μνημονιακών «διομολογήσεων» τα προηγούμενα χρόνια, πλέγμα μέσα στο οποίο παγίδευσαν τον λαό και τη χώρα μας. Θρίαμβο επίσης εκείνων που άλλα υπόσχονταν, άλλα εννοούσαν και τελικά άλλα έπρατταν, διαμορφώνοντας την ποιότητα και τα χαρακτηριστικά της απόλυτα προσαρμοσμένης –στη θέληση των ισχυρών– πολιτικής.
Η πολιτική ανηθικότητα επιβραβεύτηκε, ο αμοραλισμός δικαιώθηκε, χωρίς αυτό να αποτελεί καινοτομία στον χώρο της αστικής πολιτικής. Οι παλαιότεροι είχαν γνωρίσει το αυτό σενάριο –σε πιο ήπια, είναι αλήθεια, εκδοχή- τον καιρό του ανατέλλοντος ΠΑΣΟΚ.
Η προαναγγελία του Δεκαπενταύγουστου, η υπερψήφιση ενός «Μνημονίου» από τον εκπληκτικό αριθμό των 222 βουλευτών, έγινε στις 20 Σεπτεμβρίου καθεστώς. Και με αυτό το καθεστώς θα πρέπει να πορευτεί ο λαός μας στους μήνες, ίσως στα χρόνια, που έρχονται. Το αύριο που όλοι, ο καθένας με τον τρόπο του, υποσχέθηκαν είναι εδώ. Και πρόκειται για αύριο ελπιδοφόρο για τους νεόπλουτους της κρίσης, ελάχιστα υποσχόμενο για τα θύματα της ίδιας αυτής εποχής.
Σε δεύτερη ανάγνωση, όμως, η λάμψη του θριάμβου κηλιδώνεται. Οχι, δεν πρόκειται για τις ανησυχίες των μνημονιακότερων των μνημονιακών, μήπως η νέα κυβέρνηση αποτύχει στην εφαρμογή των προβλεπόμενων «μέτρων». Η υπόθεση πλέον έχει κλειδωθεί πολύ καλά και ελάχιστα περιθώρια αφήνει για παρεκτροπές, εκούσιες ή ακούσιες παρανοήσεις. Οι κηλίδες δημιουργούνται στο εσωτερικό και στο εξωτερικό του συστήματος.

Στο εσωτερικό διακρίνεται ένα σπάνιο φαινόμενο. Το πολιτικό σκηνικό των επτά ομονοούντων στα βασικά πολιτικών κομμάτων και των 285 συνολικά επί τριακοσίων βουλευτών δείχνει εξαιρετικά στέρεα δομημένο, καθώς οι προθέσεις, οι σχεδιασμοί και τα οράματα είναι παραπλήσια ώς και αντίγραφα το ένα του άλλου.
Κυβέρνηση, αντιπολίτευση αλλά και ακροδεξιά εφεδρεία συμμερίζονται την προσήλωση στα μνημόνια, στην «ευρωπαϊκή προοπτική» και στο «ανήκομεν», άνευ όρων και ορίων, στον κόσμο του καπιταλισμού, τον επονομαζόμενο και Δύση. Ποτέ άλλοτε οι «αντιμνημονιακές» ή «αντιευρωπαϊκές» δυνάμεις δεν έδειχναν τόσο απομονωμένες και ασήμαντες. Με 5,5% του, συρρικνωμένου λόγω αποχής, εκλογικού σώματος και 15 βουλευτές στους 300, το ΚΚΕ ποτέ δεν έδειχνε τόσο απομονωμένο και μοναχικό.
Το σκηνικό όμως αυτό το διαπερνά μιαν αντίφαση. Το αρραγές μέτωπο στο επίπεδο της νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας βρίσκεται σε απόλυτη αντίθεση με το λαϊκό αίσθημα, είναι απόλυτα αναντίστοιχο με τις αντοχές, τις ανοχές και τη συνακόλουθη δυσθυμία της κοινωνίας.
Καθώς ένα σημαντικό ποσοστό του ελεύθερου χρόνου της πλειονότητας των κατοίκων της Ελλάδας αναλώνεται σε ασκήσεις λογιστικής με στόχο την ανέφικτη εξισορρόπηση οικογενειακών εσόδων και εξόδων, οι προαναγγελίες μισθολογικών και φορολογικών μέτρων απολαμβάνουν μεν τη συναίνεση της κορυφής, συναντούν δε την απόλυτη αποδοκιμασία της βάσης. Μπορεί να κρατήσει πολύ αυτό; Αβέβαιο, εξαιρετικά αβέβαιο!
Στο εξωτερικό του συστήματος πάλι η ανεύρετη συνταγή για την ανάπτυξη της ενωμένης μεν αλλά ολοένα και πιο διασπασμένης Ευρώπης εντείνει οικονομικά, κοινωνικά και τελικά πολιτικά προβλήματα. Η φαεινή ιδέα της «ανατίναξης» του ιστορικού περίγυρου της ηπείρου, στο όνομα της «αραβικής άνοιξης» που θα έκανε τους Αραβες πολίτες σχεδόν της Ευρώπης (δηλαδή μισθωτούς, καταναλωτές και εκμεταλλεύσιμους), οδήγησε στο σημερινό χάος και στα εκατομμύρια ξεριζωμένους πρόσφυγες.
Οι πιέσεις αυξάνονται και το όραμα για μια νέα ευρωπαϊκή Μπελ Επόκ, για ακόμα μια φορά, ξεθωριάζει. Ακόμα και οι πλέον ενθουσιώδεις οπαδοί του «ευρωπαϊσμού» -οι νεαροί καλοντυμένοι αγγλομαθείς που κυβερνούν τις παλιές Λαϊκές Δημοκρατίες– δείχνουν πλέον να γοητεύονται από άλλες Σειρήνες: τον εθνικισμό, κυρίως, με όλα τα συμπορευόμενα ακροδεξιά και επικίνδυνα.
Το παντοδύναμο λοιπόν πολιτικό σκηνικό που στήθηκε μεταξύ Συντάγματος και Μαξίμου δείχνει αναντίστοιχο όχι μόνο με την κατάσταση της εγχώριας κοινωνίας αλλά και με το ευρύτερο πλαίσιο που διαμορφώνεται στα βόρεια, τα νότια, τα ανατολικά και τα δυτικά της ένδοξης, πλην μικρής μας χώρας.
Ενας αριθμός που ρίχτηκε στις περί ελληνικού χρέους συζητήσεις αποκαλύπτει και αποτυπώνει το μετεκλογικό αύριο –το προεκλογικό ήταν απλώς καπνός που φύσηξε και πάει. Στο τραπέζι φαίνεται ότι βρίσκεται πρόταση για περιορισμό των ετήσιων τοκοχρεολυσίων που καταβάλλει η χώρα μας στους δανειστές της στο ύψος του 15% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ). Δεν χρειάζεται να είναι κάποιος οικονομολόγος –έστω επιπέδου υπουργού Οικονομικών– για να αντιληφθεί τη σημασία αυτού του ποσοστού.
Η αφαίρεση από την εθνική οικονομία του 15% του ετήσιου προϊόντος της σημαίνει πολύ απλά ότι η χώρα βυθίζεται σε μακρόχρονη υπανάπτυξη, ότι το αστικό σύστημα πλέον δεν έχει να δώσει τίποτε στον λαό και στη χώρα, ότι το κάθε αύριο θα είναι χειρότερο για τους πολλούς από το χθες. Ακόμα ότι η χώρα ετοιμάζεται να διασχίσει τα νέα στάδια της κρίσης ολότελα γυμνή.
Σημαίνει επίσης ότι το κράτος και οι διαχειριστές του μετατρέπονται σε απλούς εισπράκτορες για λογαριασμό των δανειστών, τίποτε άλλο. Από αυτήν την άποψη όλη η συζήτηση περί άξιων ή μη άξιων στη διακυβέρνηση της χώρας εκπίπτει στο απόλυτο τίποτε. Η δε χιουμοριστική επιλογή των ψηφοφόρων να στείλουν στη Βουλή γραφικότερους των ήδη γραφικών, που ήδη βρίσκονται εκεί, δικαιώνεται απόλυτα: με τέτοιες προοπτικές δεν έχει απολύτως καμία σημασία ποιος κυβερνά. Οι αριθμοί είναι δεδομένοι και τα χαρτιά της πολιτικής τράπουλας ανοιχτά.
* καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας ΑΠΘ


Πηγή efsyn

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου