Σελίδες

Τετάρτη 28 Ιανουαρίου 2015

Η Πολιτική Της Οικονομικής Ανοησίας

analitis


του Joseph E. Stiglitz

Το 2014, η παγκόσμια οικονομία παρέμεινε ακινητοποιημένη στο ίδιο τέλμα όπου βρίσκεται από τότε που αναδύθηκε από την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008. Παρά τις φαινομενικά δυναμικές κυβερνητικές δράσεις σε Ευρώπη και Η.Π.Α., αμφότερες οι οικονομίες υπέστησαν βαθιά και παρατεταμένη ύφεση. Το χάσμα μεταξύ της παρούσας θέσης τους και της θέσης όπου πιθανότατα θα βρίσκονταν σε περίπτωση που δεν είχε ξεσπάσει η κρίση είναι τεράστιο. Στην Ευρώπη μάλιστα μεγάλωσε κατά την πάροδο του έτους.
Οι αναπτυσσόμενες χώρες τα πήγαν καλύτερα, αλλά ακόμα και εκεί τα νέα ήταν δυσοίωνα. Οι πιο επιτυχημένες εκ των οικονομιών αυτών, έχοντας στηρίξει την ανάπτυξή τους στις εξαγωγές, συνέχισαν να επεκτείνονται στον απόηχο της χρηματοπιστωτικής κρίσης, ακόμη και όταν οι εξαγωγικές αγορές τους βρέθηκαν στα δύσκολα. Ωστόσο, και αυτών η απόδοση άρχισε να μειώνεται αισθητά κατά το 2014.
Το 1992, ο Μπιλ Κλίντον στήριξε την επιτυχή προεδρική του εκστρατεία σε ένα απλό σύνθημα: «Είναι η οικονομία, ανόητε». Από τη σκοπιά του σήμερα, το τότε δεν μοιάζει και τόσο άσχημο· το εισόδημα του μέσου αμερικανικού νοικοκυριού είναι τώρα χαμηλότερο. Αλλά η προσπάθεια Κλίντον μπορεί να αποτελέσει έμπνευση. Η δυσφορία που ταλανίζει τη σημερινή παγκόσμια οικονομία θα μπορούσε κάλλιστα να αντικατοπτριστεί σε δύο απλά συνθήματα: «Είναι η πολιτική, ανόητε» και «ζήτηση, ζήτηση, ζήτηση».

Η λίγο-πολύ παγκόσμια στασιμότητα που παρατηρήθηκε το 2014 είναι έργο του ανθρώπου. Είναι το αποτέλεσμα πολιτικών που εφαρμόστηκαν σε αρκετές μεγάλες οικονομίες και έπνιξαν τη ζήτηση. Εν απουσία ζήτησης, οι επενδύσεις και η απασχόληση θα αποτύχουν να λάβουν σάρκα και οστά. Τόσο απλά είναι τα πράγματα.
Πουθενά δεν είναι πιο σαφές το γεγονός αυτό από ό, τι στην ευρωζώνη, η οποία έχει επίσημα υιοθετήσει μια πολιτική λιτότητας – περικοπές στις δημόσιες δαπάνες που αυξάνουν τις αδυναμίες στις ιδιωτικές δαπάνες. Η δομή της ευρωζώνης είναι εν μέρει υπεύθυνη για την παρεμπόδιση της προσαρμογής στο σοκ που προκάλεσε η κρίση· εν απουσία μίας τραπεζικής ένωσης, δεν αποτέλεσε έκπληξη το γεγονός η φυγή κεφαλαίων από τις χώρες που υπέστησαν τα σφοδρότερα πλήγματα, η οποία αποδυνάμωσε τα χρηματοπιστωτικά συστήματα και περιόρισε το δανεισμό και τις επενδύσεις των χωρών αυτών.
Στην Ιαπωνία, ένα από τα τρία «βέλη» του προγράμματος οικονομικής ανάπτυξης του Πρωθυπουργού Σίνζο Άμπε ξεκίνησε προς λάθος κατεύθυνση. Η πτώση του ΑΕΠ που ακολούθησε την αύξηση του φόρου κατανάλωσης τον Απρίλιο παρείχε περαιτέρω στοιχεία που συνηγορούν υπέρ της κεϋνσιανής οικονομίας – λες και δεν υπήρχαν ήδη αρκετά.
Οι ΗΠΑ εφάρμοσαν τη μικρότερη δόση της λιτότητας, και κατέγραψαν την καλύτερη οικονομική απόδοση. Αλλά ακόμη και στις ΗΠΑ, υπάρχουν περίπου 650.000 λιγότεροι εργαζόμενοι στο δημόσιο τομέα από ό, τι υπήρχαν πριν από την κρίση· κανονικά, θα αναμέναμε περίπου δύο εκατομμύρια περισσότερους. Ως αποτέλεσμα, και οι ΗΠΑ ταλαιπωρούνται, με την ανάπτυξη να είναι τόσο αναιμική που οι μισθοί παραμένουν επί της ουσίας στάσιμοι.
Σε μεγάλο βαθμό, η επιβράδυνση της ανάπτυξης στις αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες χώρες αντανακλά την επιβράδυνση της Κίνας. Η Κίνα είναι αυτήν τη στιγμή η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου (σε όρους ισοτιμίας αγοραστικής δύναμης), και αποτελεί εδώ και καιρό την κύριο κινητήριο δύναμη για την παγκόσμια ανάπτυξη. Ωστόσο, η αξιοσημείωτη επιτυχία της Κίνας έχει γεννήσει τα δικά της προβλήματα, τα οποία θα πρέπει να αντιμετωπιστούν έγκαιρα.
Η μετάβαση της κινεζικής οικονομίας από την ποσότητα στην ποιότητα είναι ευπρόσδεκτη – σχεδόν απαραίτητη. Και, παρόλο που η μάχη του προέδρου Σι Τζινπίνγκ ενάντια στη διαφθορά ενδέχεται να προκαλέσει περαιτέρω επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης, καθώς ο τομέας δημοσίων έργων θα παραλύσει, δεν υπάρχει κανένας λόγος να τα παρατήσει ο Σι. Αντιθέτως, άλλες δυνάμεις που υπονομεύουν την εμπιστοσύνη στην κυβέρνησή του – όπως τα εκτεταμένα περιβαλλοντικά προβλήματα, τα υψηλά και αυξανόμενα επίπεδα ανισότητας, και απάτης στον ιδιωτικό τομέα – πρέπει να αντιμετωπιστούν με τον ίδιο ζήλο.
Κοντολογίς, ο κόσμος δεν θα πρέπει να περιμένει από την Κίνα να καλύψει την παγκόσμια συνολική ζήτηση το 2015. Αν μη τι άλλο, έχει άλλη, ακόμη μεγαλύτερη τρύπα να καλύψει.
Εν τω μεταξύ, στη Ρωσία, είναι αναμενόμενο πως οι δυτικές κυρώσεις θα επιβραδύνουν την ανάπτυξη, με δυσμενείς επιπτώσεις για την ήδη εξασθενημένη Ευρώπη. (Αυτό δεν αποτελεί επιχείρημα κατά των κυρώσεων: Ο κόσμος έπρεπε να απαντήσει στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανίας και όσοι δυτικοί διευθύνοντες σύμβουλοι υποστηρίζουν το αντίθετο, επιδιώκοντας να προφυλάξουν τις επενδύσεις τους, έχουν επιδείξει ανησυχητική έλλειψη αρχών.)
Τα τελευταία έξι χρόνια, η Δύση πιστεύει ότι η νομισματική πολιτική μπορεί φέρει τη σωτηρία. Η κρίση οδήγησε σε τεράστια δημοσιονομικά ελλείμματα και αυξανόμενο χρέος, και η ανάγκη απομόχλευσης, σκέφτονται ορισμένοι, σημαίνει πως η δημοσιονομική πολιτική θα πρέπει να παραμεριστεί.
Το πρόβλημα είναι ότι τα χαμηλά επιτόκια δεν θα παρακινήσουν τις επιχειρήσεις να επενδύσουν, αν δεν υπάρχει ζήτηση για τα προϊόντα τους. Ούτε και θα εμπνεύσουν τα χαμηλά επιτόκια τους καταναλωτές να δανειστούν, αν είναι ανήσυχοι για το μέλλον τους (όπως οφείλουν να είναι). Αυτό που μπορεί να επιτύχει η νομισματική πολιτική είναι να δημιουργήσει φούσκες αξιών. Θα μπορούσε να αποτελέσει και έρεισμα για την αύξηση της τιμής των κρατικών ομολόγων στην Ευρώπη, προλαμβάνοντας έτσι μία κρίση χρέους. Αλλά είναι σημαντικό να είμαστε ξεκάθαροι: η πιθανότητα να αποκαταστήσει την παγκόσμια ευημερία η χαλαρή νομισματική πολιτική είναι μηδενική.
Αυτό μας φέρνει πίσω στις πολιτικές. Η ζήτηση είναι αυτό που χρειάζεται περισσότερο από οτιδήποτε άλλο ο κόσμος. Ο ιδιωτικός τομέας – ακόμη και με την ευγενική υποστήριξη των νομισματικών αρχών – δεν θα την παρέχει. Όμως, η δημοσιονομική πολιτική μπορεί. Έχουμε μια ευρεία γκάμα δημοσίων επενδύσεων που δύνανται να αποφέρουν υψηλές αποδόσεις – πολύ υψηλότερες από το πραγματικό κόστος του κεφαλαίου – και να ενισχύσουν τους ισολογισμούς των χωρών που θα τις αναλάβουν.
Το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο κόσμος το 2015 δεν είναι οικονομικό. Ξέρουμε πώς να ξεφύγουμε από τη σημερινή δυσφορία μας. Το πρόβλημα είναι η ανόητη πολιτική μας.


* Ο Joseph E. Stiglitzβραβευμένος με Νόμπελ οικονομίας καθηγητής του Πανεπιστημίου Κολούμπιαήταν Πρόεδρος τουΣυμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων του προέδρου Μπιλ Κλίντον και διετέλεσε Ανώτατος Αντιπρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου