Σελίδες

Πέμπτη 6 Μαρτίου 2014

Ανάλωση Κεφαλαίου

taxspirit


Κάθε φορολογούμενος έχει το δικαίωμα να επικαλεστεί παλαιότερα δηλωμένα εισοδήματα του (ανάλωση κεφαλαίου), που έχουν φορολογηθεί ή απαλλάσσονταν από το φόρο, προκειμένου να καλύψει κάποια αγορά ή τεκμήρια. Για τον υπολογισμό της ανάλωσης κεφαλαίου, ο φορολογούμενος μπορεί να επικαλεστεί κεφάλαιο που σχηματίσθηκε τα προηγούμενα έτη, αρκεί αυτά να είναι συνεχόμενα και να φθάνουν μέχρι το προηγούμενο του κρινόμενου έτους και να μπορεί να το αποδείξει.
Σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 2 περίπτωση ζ του Ν. 2238/1994, για τον υπολογισμό της ανάλωσης κεφαλαίου μπορεί να ληφθεί υπόψη κεφάλαιο που σχηματίσθηκε τα προηγούμενα έτη. Το κεφάλαιο κάθε έτους προσδιορίζεται αθροίζοντας τα εισοδήματα που έχουν φορολογηθεί ή νόμιμα έχουν απαλλαχθεί από το φόρο, τα χρηματικά ποσά που δεν θεωρούνται εισόδημα, τα ποσά που προέρχονται από διάθεση περιουσιακών στοιχείων, άλλα και ποσά που αποδεδειγμένα έχουν εισπραχθεί (π.χ. εισόδημα που απόκτησε όταν ήταν ανήλικος και φορολογήθηκε στο όνομα του γονέα του, για κάλυψη δαπάνης που έγινε μετά την ενηλικίωση του, εκτός αν είχε γίνει επίκληση αυτού του εισοδήματος από το γονέα κατά το παρελθόν προς κάλυψη από αυτόν τεκμηρίου, εισόδημα που δήλωσε ο ένας εκ των συζύγων πριν την έγγαμη συμβίωση όταν υπέβαλε χωριστή δήλωση για τα δικά του εισοδήματα).


1) Προσδιορισμός ανάλωσης κεφαλαίου
Για τον υπολογισμό της ανάλωσης κεφαλαίου μπορεί να ληφθεί υπόψη κεφάλαιο που σχηματίσθηκε τα προηγούμενα έτη σύμφωνα με τις ειδικότερες διατάξεις που ίσχυαν σε κάθε περίπτωση. Ο φορολογούμενος μπορεί να επικαλεσθεί κεφάλαιο προηγούμενων ετών χωρίς περιορισμό (Υπ.Οικ.108712/2005) , δηλαδή και πριν από δέκα και δεκαπέντε χρόνια, με τις εξής δύο προϋποθέσεις:
αα) Να έχει στοιχεία από τα οποία να προκύπτει το κεφάλαιο που επικαλείται για ανάλωση
ββ) Τα έτη να είναι συνεχόμενα, π.χ. ανάλωση κεφαλαίων από το οικονομικό έτος 2004 έως το 2012, και όχι επιλεκτικά, (π.χ. ανάλωση κεφαλαίου έτους 2005 και έτους 2009).
Είναι απαραίτητο κάποιος που επικαλείται ανάλωση εισοδήματος από προηγούμενες χρονιές , να επισυνάψει μια κατάσταση που να αναφέρει αναλυτικά από ποιες χρονιές προέρχεται το εισόδημα που επικαλείται(Πολ.1040/2001).

2) Προσδιορισμός ανάλωσης κεφαλαίου, από 1-1-2010, που αποδεδειγμένα έχει φορολογηθεί κατά τα προηγούμενα έτη ή νόμιμα έχει απαλλαγή από το φόρο

Η περ. ζ' της παρ. 2 του άρθρου 19 του Κ.Φ.Ε. (που αναφέρεται στην ανάλωση κεφαλαίου προηγούμενων ετών) αντικαταστάθηκε με την παρ. 7 του άρθρου 3 του Ν.3842/2010 και ισχύει για εισοδήματα και δαπάνες που πραγματοποιούνται από 1.1.2010 και μετά. Ειδικότερα, για τον προσδιορισμό κάθε χρόνο, του κεφαλαίου που μπορεί να επικαλεστεί ο φορολογούμενος λαμβάνονται υπόψη:
Τα πραγματικά εισοδήματα που:
αα. έχουν υπαχθεί σε φορολογία με τις γενικές διατάξεις
ββ. σε αυτοτελή φορολογία με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης (π.χ. τόκοι καταθέσεων ή ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου).
γγ. νόμιμα έχουν απαλλαγεί της φορολογίας (π.χ. υπεραξία από την εξαγορά μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων),
δδ. τα χρηματικά ποσά που δεν θεωρούνται εισόδημα:
• χρηματικά ποσά που προέρχονται από την διάθεση περιουσιακών στοιχείων,
• εισαγωγή συναλλάγματος μη υποχρεωτικά εκχωρητέου στην Τράπεζα της Ελλάδος,
• δάνεια, δωρεά ή γονική παροχή χρηματικών ποσών για τα οποία η οικεία φορολογική δήλωση έχει υποβληθεί μέχρι τη λήξη του έτους στο οποίο πραγματοποιήθηκε η σχετική δαπάνη
εε. οποιαδήποτε άλλο ποσό το οποίο αποδεδειγμένα έχει εισπραχθεί π.χ. αποζημίωση αγροτικών ζημιών λόγω καταστροφής της καλλιέργειας (δεν υπάγονται οι επιχορηγήσεις που λαμβάνει ο φορολογούμενος λόγω υπαγωγής σε αναπτυξιακό νόμο για πραγματοποίηση επενδύσεων).
Από τα παραπάνω εισοδήματα εκπίπτουν οι δαπάνες που ο προσδιορισμός τους ορίζεται από τα άρθρα 16 (αντικειμενικές δαπάνες) και 17 (δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων), ανεξάρτητα από το αν απαλλάσσονται της εφαρμογής του τεκμηρίου.(Πολ.1135/2010).
Αρνητικά εισοδήματα (ζημία). Κατά ρητή διατύπωση του νόμου, τα αρνητικά εισοδήματα (ζημίες) πρέπει να συμψηφίζονται με τα θετικά και η αφαίρεση των δαπανών που προσδιορίζονται στα άρθρα 16 και 17 του ΚΦΕ θα γίνεται έστω και αν ο φορολογούμενος εξαιρείται από αυτά (π.χ. ανάπηρος για τη δαπάνη επιβατικού αυτοκινήτου, που απαλλάσσεται από τα τέλη κυκλοφορία, αγορά επιβατικού αυτοκινήτου Ι.Χ., ειδικά διασκευασμένου από πρόσωπο με κινητική αναπηρία άνω του 67%).
Όταν δεν υπάρχουν αντικειμενικές δαπάνες ή αυτές είναι μικρότερες των 3.000 ευρώ ή των 5.000 ευρώ. Στην περίπτωση που δεν υπάρχουν δαπάνες του άρθρου 16 του ΚΦΕ ή αυτές που υπάρχουν είναι μικρότερες των τριών χιλιάδων ευρώ (3.000), προκειμένου για άγαμο, διαζευγμένο ή χήρο και των πέντε χιλιάδων ευρώ (5.000), προκειμένου για συζύγους, κατά τον προσδιορισμό κεφαλαίου προηγούμενων ετών θα αφαιρούνται ποσά που θα προσδιορίζονται με βάση την κοινωνική, οικονομική και οικογενειακή κατάσταση των φορολογουμένων και τις αποδεδειγμένες δαπάνες διαβίωσης. Τα ποσά αυτά σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι κατώτερα των τριών χιλιάδων (3.000) και πέντε χιλιάδων ευρώ (5.000) αντίστοιχα.
Κάθε ποσό που καταβλήθηκε για την απόκτηση των εσόδων τα μειώνει και το υπόλοιπο που προκύπτει είναι αυτό που περιορίζει ή καλύπτει τη συνολική ετήσια δαπάνη (π.χ. τα έσοδα από την πώληση μετοχών ή ακινήτων πρέπει να είναι μειωμένα με το κόστος αγοράς τους αν είχαν αγοραστεί, ή με το φόρο δωρεάς αν είχαν αποκτηθεί από δωρεά κ.ο.κ.). Εξαιρούνται οι περιπτώσεις κατά τις οποίες το κόστος απόκτησης των εσόδων αυτών είχε ληφθεί υπόψη ως τεκμήριο κατά τον προσδιορισμό του εισοδήματος του έτους που καταβλήθηκε και ο φορολογούμενος επικαλείται ανάλωση κεφαλαίου του έτους αυτού.
Παράδειγμα: Αν ένας φορολογούμενος πουλάει τη χρήση 2012 ένα ακίνητο το οποίο είχε αγοράσει τη χρήση 2005 και επικαλείται το έσοδο από την πώληση του ακινήτου για την κάλυψη ή τον περιορισμό της συνολικής ετήσιας δαπάνης, θα πρέπει από το έσοδο της πώλησης να αφαιρέσει το κόστος αγοράς του ακινήτου, εκτός αν η αγορά του ακινήτου αποτέλεσε την χρήση 2005 που αγοράστηκε τεκμήριο και ο φορολογούμενος επικαλείται εκτός από το έσοδο της πώλησης και ανάλωση κεφαλαίου προηγουμένων ετών στα οποία συμπεριλαμβάνεται και το έτος 2005.


3)Προσδιορισμός ανάλωσης κεφαλαίου για χρήσεις 2008 και 2009 Για τα οικονομικά έτη 2009, 2010 (χρήσεις 2008 και 2009)

Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.4 του άρθρου 3 του Ν.3763/2009, οι δαπάνες των άρθρων 16(αντικειμενικές δαπάνες)κα 17(δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων)του Κ.Φ.Ε. που πραγματοποιούνται, θα αφαιρούνται κατά τον προσδιορισμό του κεφαλαίου κάθε έτους, μόνο εφόσον εμπίπτουν στις διατάξεις περί εφαρμογής τεκμηρίου και δεν απαλλάσσονται.
Παράδειγμα: Αν κατά τη χρήση 2008 και 2009 φυσικό πρόσωπο ήταν κύριος αυτοκινήτου που απαλλάσσονταν του τεκμηρίου (π.χ. εργοστασιακή αξία μικρότερη των 50.000 ευρώ) και κατά τη χρήση 2012 επικαλείται ανάλωση κεφαλαίου των δύο προηγουμένων ετών, η τεκμαρτή δαπάνη του εν λόγω αυτοκινήτου δεν θα αφαιρεθεί, δεδομένου ότι απαλλάσσεται του τεκμηρίου δεν υπάρχουν δαπάνες διαβίωσης του άρθρου 16 του Κ.Φ.Ε. ή αυτές είναι μικρότερες από 2.900 ευρώ, αφαιρείται ποσό τουλάχιστον 2.900 ευρώ.
Κάθε ποσό που καταβλήθηκε για την απόκτηση αυτών των εσόδων τα μειώνει, προκειμένου αυτά να ληφθούν υπόψη για την κάλυψη ή τον περιορισμό της συνολικής ετήσιας δαπάνης, εκτός αν τα ποσά αυτά έχουν ληφθεί υπόψη κατά τον προσδιορισμό του εισοδήματος του έτους που καταβλήθηκαν και ο φορολογούμενος επικαλείται ανάλωση Κεφαλαίου του έτους αυτού.

4) Προσδιορισμός ανάλωσης κεφαλαίου για χρήσεις από 1-1-2005 έως και 31-12-2007.

Για τον προσδιορισμό του κεφαλαίου κάθε έτους, λαμβάνονται υπόψη:
α) τα πραγματικά εισοδήματα που έχουν φορολογηθεί ή νόμιμα απαλλαγεί από το φόρο, τα οποία προκύπτουν από συμψηφισμό των θετικών και αρνητικών στοιχείων αυτών,
β) τα χρηματικά ποσά που δεν θεωρούνται εισόδημα:
-χρηματικά ποσά που προέρχονται από την διάθεση περιουσιακών στοιχείων,
-εισαγωγή συναλλάγματος μη υποχρεωτικά εκχωρητέου στην Τράπεζα της Ελλάδος,
-δάνεια, δωρεά ή γονική παροχή χρηματικών ποσών για τα οποία η οικεία φορολογική δήλωση έχει υποβληθεί μέχρι τη λήξη του έτους στο οποίο πραγματοποιήθηκε η σχετική δαπάνη και οποιοδήποτε άλλο ποσό το οποίο αποδεδειγμένα έχει εισπραχθεί. Από τα παραπάνω εισοδήματα εκπίπτουν οι δαπάνες που ο προσδιορισμός τους ορίζεται από τα άρθρα 16(αντικειμενικές δαπάνες) και 17 (δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων), ανεξάρτητα από το αν απαλλάσσονται της εφαρμογής του τεκμηρίου.
Παράδειγμα:Αν κατά τις χρήσεις 2005, 2006, 2007, 2008 και 2009 φυσικό πρόσωπο ήταν κύριος αυτοκινήτου που απαλλάσσονταν του τεκμηρίου (π.χ. εργοστασιακή αξία μικρότερη των 50,000 ευρώ) και κατά τη χρήση 2012 επικαλείται ανάλωση κεφαλαίου των προηγουμένων ετών, για μεν τα οικονομικά έτη 2006, 2007, 2008 (χρήσεις 2005, 2006, 2007) η τεκμαρτή δαπάνη του εν λόγω αυτοκινήτου θα αφαιρεθεί, ανεξάρτητα από το ότι κατά τις χρήσεις αυτές δεν είχε εφαρμογή το τεκμήριο, για δε τα οικονομικά έτη 2009 και 2010 (χρήσεις 2008, 2009) δε θα αφαιρεθεί δεδομένου ότι απαλλάσσεται του τεκμηρίου.
Προσοχή
Από 1/1/2005 και μέχρι 31-12-2007 κατά τον προσδιορισμό του κεφαλαίου κάθε έτους και πιο συγκεκριμένα κατά την αφαίρεση των τεκμαρτών δαπανών διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων, θα αφαιρούνται οι δαπάνες αυτές ανεξάρτητα από το αν απαλλάσσονται της εφαρμογής του τεκμηρίου.

5) Προσδιορισμός ανάλωσης κεφαλαίου για χρήσεις από 1-1-1992 έως και 31-12-2004

Για τον προσδιορισμό του κεφαλαίου κάθε έτους, λαμβάνονται υπόψη:
αα) τα πραγματικά εισοδήματα που έχουν φορολογηθεί ή νόμιμα απαλλαγεί από το φόρο, τα οποία προκύπτουν από συμψηφισμό των θετικών και αρνητικών στοιχείων αυτών,
ββ) τα χρηματικά ποσά που δεν θεωρούνται εισόδημα:
• χρηματικά ποσά που προέρχονται από την διάθεση περιουσιακών στοιχείων,
• εισαγωγή συναλλάγματος μη υποχρεωτικά εκχωρητέου στην Τράπεζα της Ελλάδος,
• δάνεια, δωρεά ή γονική παροχή χρηματικών ποσών για τα οποία η οικεία φορολογική δήλωση έχει υποβληθεί μέχρι τη λήξη του έτους στο οποίο πραγματοποιήθηκε η σχετική δαπάνη
• οποιοδήποτε άλλο ποσό το οποίο αποδεδειγμένα έχει εισπραχθεί,
Από τα παραπάνω εισοδήματα εκπίπτουν οι δαπάνες που ο προσδιορισμός τους ορίζεται από τα άρθρα 16(αντικειμενικές δαπάνες) και 17 (δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων), όπως ίσχυαν, ανεξάρτητα από το αν απαλλάσσονται της εφαρμογής του τεκμηρίου.
Στην περίπτωση που δεν υπάρχουν δαπάνες με βάση το άρθρο 16 ή αν το ποσό τους είναι μικρότερο από τις δύο χιλιάδες εννιακόσια (2.900) ευρώ, το ποσό που πρέπει να εκπεσθεί αντί αυτών προσδιορίζεται με βάση την κοινωνική, οικονομική και οικογενειακή κατάσταση των φορολογουμένων και των αποδειγμένων δαπανών διαβίωσης τους και σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να είναι κατώτερο των δύο χιλιάδων εννιακοσίων (2.900) ευρώ.
Κάθε ποσό που καταβλήθηκε για την απόκτηση αυτών των εσόδων τα μειώνει, προκειμένου αυτά να ληφθούν υπόψη για την κάλυψη ή τον περιορισμό της συνολικής ετήσιας δαπάνης, εκτός αν τα ποσά αυτά έχουν ληφθεί υπόψη κατά τον προσδιορισμό του εισοδήματος του έτους που καταβλήθηκαν και ο φορολογούμενος επικαλείται ανάλωση κεφαλαίου του έτους αυτού.

6) Προσδιορισμός Ανάλωσης Κεφαλαίου οικ. ετών 1992 και προηγουμένων

Για τον προσδιορισμό των κεφαλαίων των οικ. ετών 1992 και προηγούμενων, εφαρμόζονται οι διατάξει που ίσχυαν κατά τα οικεία οικ. έτη (ΠΟΛ. 1042/92). Συνοπτικά:
αα. Προσδιορισμός κεφαλαίων μέχρι το οικ. έτος 1978
• Εισοδήματα που λαμβάνονται υπόψη
α) Λαμβάνονται υπόψη τα φορολογηθέντα και αφορολόγητα εισοδήματα, τα χρηματικά ποσά από διάθεση περιουσιακών στοιχείων κτλ.
β) Αφαιρούνται οι δαπάνες διαβίωσης και τα ποσά που διέθεσε για αγορά περιουσιακών στοιχείων, για ασφάλιστρα ζωής, για πληρωμή φόρων κτλ. (εγκ. 7/22-1-1979)
• Υπόλοιπο Το υπόλοιπο που απομένει αποτελεί το κεφάλαιο για ανάλωση,
ββ Προσδιορισμός κεφαλαίων από το οικ. έτος 1979 έως το οικ. έτος 1988
• Προσδιορίζεται αρχικά το δηλωθέν συνολικό καθαρό εισόδημα που προκύπτει από το συμψηφισμό θετικών και αρνητικών στοιχείων που υπόκεινται σε φορολογία ή απαλλάσσονται.
• Το κεφάλαιο προς ανάλωση προκύπτει με την αφαίρεση των δαπανών που αναφέρονται στα άρθρα 11 και 12 του Ν 820/78 από το δηλωθέν συνολικό καθαρό εισόδημα.
γγ. Προσδιορισμός κεφαλαίων από το οικ. έτος 1989 έως και το οικ. έτος 1992.
Από τα δηλωθέντα εισοδήματα αφαιρούμε το αφορολόγητο της παρ 3, 4 του αρθ. 8 του Ν. 3323/55, τις δαπάνες της παρ 6, 7, 11 και τον αναλογούντα φόρο ή το σύνολο των τεκμαρτών δαπανών των παρ. 2-4 του αρθ. 5 του Ν. 3323 όπως τροποποιήθηκε με το αρθ. 5 του Ν. 1828/89, αναλόγως ποιο είναι μεγαλύτερο (αν το σύνολο των τεκμαρτών δαπανών είναι μεγαλύτερο τότε αφαιρούμε αυτό).
ζ) Κατάργηση αποταμιευμάτων που σχηματίσθηκαν με τη δήλωση (έντυπο Ε6 του οικ. έτους 1992)
Επισημαίνεται επίσης, ότι οι διατάξεις του άρθρου 10 του Ν.2019/1992 με τις οποίες είχε θεσπισθεί η υποχρέωση υποβολής του εντύπου Ε6 (δήλωση κινητών περιουσιακών στοιχείων που είχατε στην κατοχή σας την 1.1.1991) το οποίο είχατε επισυνάψει στη δήλωση οικον. έτους 1992, δεν έχουν εφαρμογή για τα ποσά των πραγματικών και τεκμαρτών δαπανών που πραγματοποιείτε από 1.1.1994 και μετά.
Τα χρηματικά ποσά όμως που είχατε επικαλεσθεί από την ανάλωση ή πώληση των στοιχείων αυτών, κατά τα ποσά που λήφθηκαν υπόψη για μείωση της προστιθέμενης διαφοράς τεκμηρίου οικον. ετών 1992 μέχρι και 1994, μειώνουν τα ποσά των κεφαλαίων των αντίστοιχων ετών, που μπορείτε να επικαλεσθείτε για τη μείωση του τεκμηρίου σας.
Προσοχή
Τα χρηματικά ποσά που γράφτηκαν σους κωδικούς 781-782 και 787-788, εφόσον προέρχονται από περιουσιακά στοιχεία που είχαν αποκτηθεί μετά την 1.1.1988 πρέπει να είναι μειωμένα με κάθε ποσό που είχε καταβληθεί για την απόκτηση τους εκτός εάν πρόκειται για ποσά που έχουν ληφθεί υπόψη κατά τον προσδιορισμό του κεφαλαίου του έτους που καταβλήθηκαν, την ανάλωση του οποίου ο φορολογούμενος επικαλείται με τη δήλωση του οικον. έτους 2013.

7) Κεφάλαιο προηγούμενων ετών από εισόδημα ανηλίκου που είχε φορολογηθεί στο όνομα του πατέρα.

Ο φορολογούμενος μπορεί να επικαλεσθεί ανάλωση του εισοδήματός του που απόκτησε όταν ήταν ανήλικος και φορολογήθηκε στο όνομα του γονέα του, για κάλυψη δαπάνης που έγινε μετά την ενηλικίωσή του, εκτός αν είχε γίνει επίκληση αυτού του εισοδήματος από το γονέα κατά το παρελθόν προς κάλυψη από αυτόν τεκμηρίου (ΠΟΛ. 1259/2-11-2000).

8) Κάλυψη τεκμηρίου αγοράς, συζύγων με κεφάλαια προηγούμενων ετών, πριν την έναρξη της έγγαμης συμβίωσής τους.

Κατά τα έτη στα οποία δεν είχε αρχίσει η έγγαμη συμβίωση και κάθε σύζυγος υπέβαλλε χωριστή δήλωση για τα δικά του εισοδήματα, τα εισοδήματα κάθε συζύγου μπορούν να καλύψουν ή να μειώσουν μόνο τη δική του ή τη δική της, κατά περίπτωση προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων (ΠΟΛ. 1094/23-3-89).

9) Κάλυψη προστιθέμενης διαφοράς τεκμηρίων με ανάλωση κεφαλαίου προηγούμενων ετών μεταξύ συζύγων που είναι σε διάσταση.

Οι σύζυγοι που υποβάλλουν χωριστά δήλωση φόρου εισοδήματος λόγω διάστασης μπορούν σύμφωνα με το άρθρο 19 του Κ.Φ.Ε. να επικαλεσθούν κεφάλαια προηγουμένων ετών για κάλυψη τεκμηρίου τους το οποίο θα προέρχεται μόνο από τα δικά τους εισοδήματα και όχι από το οικογενειακό εισόδημα που προέκυπτε κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης (Σχετ. έγγραφο 1020051/389/Α0012/12-3-2002 και 1048601/935/Α0012/8-6-2005).

10) Κάλυψη τεκμηρίου της εν ζωή συζύγου από εισοδήματα που δηλώθηκαν με κοινές φορολογικά δηλώσεις.

Σε περίπτωση που η σύζυγος που υποβάλλει ξεχωριστή φορολογική δήλωση για τα δικά της εισοδήματα λόγω θανάτου του συζύγου της, επιθυμεί, να καλύψει στο μέλλον τεκμήριο αγοράς ακινήτου με ανάλωση κεφαλαίου προηγούμενων ετών, μπορεί να επικαλεσθεί τα δικά της εισοδήματα και από τα εισοδήματα του συζύγου της μόνο αυτά που συμπεριλαμβάνονται στις κοινές τους δηλώσεις (Σχετ. εγγ.100180711/8-1-2003).

11) Κάλυψη τεκμηρίου με ανάλωση κεφαλαίου προηγούμενων ετών. Μη αναγνώριση ζημίας σε περίπτωση προσδιορισμού του εισοδήματος με βάση την ετήσια δαπάνη.

Όταν ο προσδιορισμός του εισοδήματος γίνεται με βάση την ετήσια δαπάνη του άρθρου 19 του Κ.Φ.Ε., η ζημία του ίδιου οικονομικού έτους ή και των προηγούμενων δεν εκπίπτει και ούτε μεταφέρεται για συμψηφισμό στα επόμενα οικονομικά έτη.
Σε περίπτωση που σε κάποια χρήση ο προσδιορισμός του εισοδήματος πραγματοποιηθεί με βάση τα τεκμήρια, η τυχόν προκύπτουσα ζημία στη χρήση αυτή δεν συμψηφίζεται με τα υπόλοιπα εισοδήματα ούτε μεταφέρετε σε επόμενες χρήσεις. Επομένως κατά την ανάλωση κεφαλαίου προηγουμένων ετών, η ζημία της χρήσης αυτής δε θα ληφθεί υπόψη. Αν σε κάποιο από τα παρελθόντα έτη τα οποία ο φορολογούμενος επικαλείται προς ανάλωση κεφαλαίου υπάρχει ζημία από εμπορική επιχείρηση, η ζημία αυτή καταρχήν συμψηφίζεται με τα υπόλοιπα εισοδήματα του φορολογουμένου. Σε περίπτωση που το τελικό αποτέλεσμα μετά το συμψηφισμό παραμένει αρνητικό, κατά τον προσδιορισμό κεφαλαίου προηγούμενων ετών η τελική ζημία της χρήσης αυτής δε λαμβάνεται υπόψη αφαιρετικά αλλά για τη χρήση αυτή θεωρείται ότι δεν απομένει κεφάλαιο για ανάλωση (Σχετ. έγγραφο 1045929/856/Α0012/19-5-2005).

12) Διαφορά φορολογικού ελέγχου.

Σε περίπτωση φορολογικού ελέγχου προηγούμενων οικονομικών ετών, για τα οποία ο φορολογούμενος επικαλείται ανάλωση κεφαλαίου, λαμβάνονται υπόψη τα οριστικά εισοδήματα του συμβιβασμού.

13 Χωρίς πρόστιμο η υποβολή συμπληρωματικής δήλωσης για εισοδήματα που απαλλάσσονται της φορολογίας ή φορολογούνται με ειδικό τρόπο ή δεν θεωρούνται εισόδημα.

Όταν ο φορολογούμενος υποβάλλει συμπληρωματική δήλωση και δηλώνει εισόδημα που φορολογείται με ειδικό τρόπο, ή απαλλάσσεται του φόρου, ή χρηματικά ποσά που δεν θεωρούνται εισόδημα, δεν επιβάλλεται σε βάρος του κανένα πρόστιμο (ΠΟΛ. 1317/2-12-1997).
Οι συμπληρωματικές δηλώσεις που δηλώνονται για εισοδήματα γίνονται δεκτές , αρκεί να μην έχει παραγραφεί το δικαίωμα του δημοσίου για την επιβολή φόρου. Αν έχει επέλθει παραγραφή , οι συμπληρωματικές δηλώσεις δεν λαμβάνονται υπόψη για το σχηματισμό κεφαλαίου για την κάλυψη τεκμηρίου. (Υπ.Οικ. 1082131-3/10/2001).

14) Δικαιολογητικά για την ανάλωση κεφαλαίου προηγούμενων ετών.

Για την κάλυψη της τεκμαρτής δαπάνης διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων με ανάλωση κεφαλαίου προηγουμένων ετών συνυποβάλλεται αναλυτά πίνακας με τα στοιχεία των εσόδων (εισοδήματα, δωρεές, κτλ.) και των ετήσιων δαπανών τεκμηρίων ή ποσού 2.900 ευρώ, ή 3.000 ευρώ ή 5.000 ευρώ, ως ελάχιστο ποσό δαπανών διαβίωσης αν δεν υπάρχουν δαπάνες (τεκμήρια ) διαβίωσης, του άρθρου 16 ανάλογα με το έτος που επικαλείται δηλωθέντα εισοδήματα προς ανάλωση με το ποσό του σχηματισθέντος κατ έτος κεφαλαίου που προορίζεται για κάλυψη τεκμηρίων.

15) Προσθήκη της διαφοράς μεταξύ συνολικής ετήσιας δαπάνης και συνολικού δηλωθέντος εισοδήματος, στο συνολικό δηλωθέν εισόδημα.

Στην περίπτωση που τα πραγματικά, εισοδήματα που δηλώνονται από το σύζυγο, τη σύζυγο και τα μέλη της οικογενείας του που συνοικούν και τον βαρύνουν είναι μικρότερα από τα τεκμαρτά εισοδήματα, τότε η διαφορά προσαυξάνει τα εισοδήματα που δηλώνονται από τον φορολογούμενο ή τη σύζυγο του κατά περίπτωση, από εμπορικές επιχειρήσεις (εισόδημα Δ' πηγής) ή ελευθέρια επαγγέλματα (εισόδημα Ζ' πηγής). Αν δεν δηλώνονται εισοδήματα από τις πηγές αυτές, τότε ολόκληρη η διαφορά θεωρείται ως εισόδημα της παραγράφου 3 του άρθρου 48 του Ν. 2238/94 (εισοδήματα που δεν μπορούν να υπαχθούν σε άλλη πηγή), το οποίο φορολογείται στο όνομα του φορολογουμένου ή της συζύγου του, ανάλογα σε βάρος ποιου προκύπτει η διαφορά.

16) Η διαφορά που προκύπτει μεταξύ της συνολικής ετήσιας αντικειμενικής δαπάνης και του συνολικού εισοδήματος που δηλώθηκε του ενός συζύγου μπορεί να καλυφθεί από το εισόδημα του άλλου συζύγου.

Στην περίπτωση που η αντικειμενική δαπάνη που δηλώθηκε από τον ένα σύζυγο είναι μεγαλύτερη από το εισόδημα που δηλώθηκε από τον ίδιο και τα πρόσωπα που τον βαρύνουν και η διαφορά που προκύπτει δεν καλύπτεται από λοιπά εισοδήματα που δηλώθηκαν από τον ίδιο στον πίνακα 6 της δήλωσης, τότε η διαφορά μπορεί να καλυφθεί με εισοδήματα του άλλου συζύγου.

17) Βήματα που ακολουθούμε για τον υπολογισμό της διαφοράς μεταξύ πραγματικών εισοδημάτων και τεκμηρίων.

αα. Βρίσκουμε το συνολικό καθαρό οικογενειακό εισόδημα.
Αθροίζουμε τα επιμέρους καθαρά εισοδήματα, όπως δηλώθηκαν στον πίνακα 4, τα οποία φορολογούνται σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις περί φορολογίας εισοδήματος με συμψηφισμό θετικών και αρνητικών στοιχείων. Κατά την άθροιση αυτή δεν λαμβάνονται υπόψη εισοδήματα που δηλώθηκαν στον πίνακα 6, τα οποία απαλλάσσονται από το φόρο ή φορολογούνται αυτοτελώς με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης.
ββ. Βρίσκουμε το συνολικό οικογενειακό τεκμαρτό εισόδημα.
Αθροίζουμε τα επιμέρους τεκμήρια διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων, όπως δηλώθηκαν στον πίνακα 5.
γγ. Βρίσκουμε τη διαφορά μεταξύ πραγματικού και τεκμαρτού εισοδήματος.
δδ. Βρίσκουμε τα εισοδήματα που καλύπτουν ή περιορίζουν τη διαφορά.
Αθροίζουμε τα εισοδήματα που δηλώθηκαν στον πίνακα 6 της δήλωσης όπως απαλλασσόμενα, φορολογούμενα με ειδικό τρόπο κ.λ.π., καθαρά ποσά που προέρχονται από πώληση περιουσιακών στοιχείων, δάνεια, δωρεές, γονικές παροχές συνάλλαγμα κ.λπ., ανάλωση κεφαλαίου. Αν τα εισοδήματα αυτά είναι μεγαλύτερα από τη διαφορά του τεκμηρίου, τότε καλύπτουν τη διαφορά και συνεπώς δεν προστίθεται στο πραγματικό εισόδημα κανένα ποσό. Αν όμως είναι μικρότερα από τη διαφορά του τεκμηρίου, τότε η τελική διαφορά που απέμεινε ακάλυπτη προστίθεται στο φορολογητέο εισόδημα.
Παράδειγμα:
Φορολογούμενος που ασκεί ατομική εμπορική επιχείρηση στη χρήση 2012 δηλώνει
καθαρά κέρδη 40.000 ευρώ, καθαρό εισόδημα από την εκμίσθωση ακινήτου 10.000
ευρώ (μετά τις αποσβέσεις και εκπτώσεις δαπανών), ήτοι συνολικό καθαρό εισόδημα 50.000 ευρώ (40.000 +10.000). Επίσης, στην ίδια χρήση έχει αντικειμενική δαπάνη από Ε.Ι.Χ. 20.000 και από αγορά καταστήματος 100.000, ήτοι συνολική δαπάνη 120.000 ευρώ (20.000 + 100.000). Σύγκριση μεταξύ πραγματικών εισοδημάτων και αντικειμενικών δαπανών.
Συνολικά δηλωθέντα πραγματικά εισοδήματα = 50.000
Σύνολο αντικειμενικής δαπάνης = 120.000
Διαφορά 70.000

Αν ο φορολογούμενος δεν μπορεί να δικαιολογήσει τα χρηματικά ποσά για τη συνολική αντικειμενική δαπάνη(διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων), τότε η διαφορά των 70.000 ευρώ θα προστεθεί στο εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις και ο φορολογούμενος θα φορολογηθεί για εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις 110.000 ευρώ (40.000 + 70.000) πλέον το εισόδημα από ακίνητα 10.000 ευρώ, ήτοι συνολικό φορολογητέο εισόδημα 120.000 ευρώ (110.000+10.000).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου