analyst
Το τελευταίο χρονικό διάστημα ακούγονται πάρα πολλά, από ορισμένα κόμματα της αντιπολίτευσης, σε σχέση με το λογιστικό έλεγχο του χρέους και τις δυνατότητες διαγραφής του – με τη βοήθεια του χαρακτηρισμού του ως επαχθούς ή επονείδιστου.
Επειδή δεν είναι σωστό να «κατηγορήσουμε» όλους όσους επικαλούνται κάτι τέτοιο ως «δημαγωγούς», θεωρούμε σκόπιμο να υπενθυμίσουμε την εμπειρία του Ισημερινού – τονίζοντας όμως ότι, στην περίπτωση της Ελλάδας, μετά το PSI, οι δανειστές της δεν είναι πλέον οι διεθνείς τοκογλύφοι αλλά, κυρίως, τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης.
Επομένως, οι φορολογούμενοι πολίτες τους, οι οποίοι δεν είναι σε καμία περίπτωση υποχρεωμένοι να πληρώσουν για τα δικά μας λάθη – πόσο μάλλον όταν τα επιτόκια, με τα οποία μας δανείζουν σήμερα, είναι συγκριτικά αρκετά χαμηλά.
Στο θέμα μας, όπως φάνηκε από την επιτροπή λογιστικού ελέγχου που δημιούργησε ο Ισημερινός (ανάλυση), είναι πάρα πολύ δύσκολος ο διαχωρισμός μεταξύ θεμιτού και αθέμιτου (επαχθούς) χρέους – σε πλήρη ίσως αντίθεση με το νόμιμο ή παράνομο χρέος, το οποίο όμως οφείλει επίσης να τεκμηριώνεται με σοβαρές νομικές διαδικασίες.
Απλούστερα, η έννοια του επαχθούς (αθέμιτου) χρέους είναι αρκετά ευρύτερη και πολύ πιο υποκειμενική, ενώ του παράνομου χρέους περισσότερο αντικειμενική.
Για παράδειγμα, ας εξετάσουμε ένα κρατικό χρέος, το οποίο χρησιμοποιήθηκε μεν για ένα επιτυχημένο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, αλλά ο δανειζόμενος υποχρεώθηκε να εισάγει με πίστωση τα προϊόντα (αμυντικό εξοπλισμό ίσως, όπως τα γερμανικά υποβρύχια), από εκείνη τη χώρα, η οποία τον δάνεισε.
Οι τιμές των εισαγομένων αυτών προϊόντων θα ήταν κάπως υψηλότερες από αυτές, με τις οποίες θα μπορούσαν να αγοραστούν από τις διεθνείς αγορές, ενώ θα ήταν δυνατόν να βρεθεί καλύτερη ποιότητα, από αυτήν που προσφερόταν με το ίδιο πακέτο (δάνειο – προϊόντα). Είναι επαχθές το χρέος στην προκειμένη περίπτωση;
Χωρίς να επεκταθούμε σε περαιτέρω παραδείγματα, ακριβώς επειδή η επιτροπή ελέγχου, υπό τον πρώην υπουργό οικονομικών, διαπίστωσε πολλές «γκρίζες ζώνες» στον τομέα της λήψης δανείων από το εξωτερικό εκ μέρους του Ισημερινού, αποφάσισε να διαχωρίσει τα χρέη σε πέντε διαφορετικές κατηγορίες – όπου για κάθε επί μέρους κατηγορία πρότεινε άλλες λύσεις στην κυβέρνηση. Οι κατηγορίες αυτές ήταν οι εξής:
(α) Παράνομα χρέη: Επρόκειτο για χρέη, τα οποία δεν ήταν νόμιμα σε σχέση με το ισχύον Δίκαιο στην εκάστοτε χώρα – οπότε θα έπρεπε να αναιρεθούν νομικά, ακολουθώντας τη δικαστική οδό.
(β) Επαχθή χρέη: Επρόκειτο για αθέμιτα χρέη, τα οποία ήταν σύμφωνα με τα κλασσικά κριτήρια καθορισμού τους (Odious Debt – δάνεια, τα οποία λαμβάνονται από καθεστώτα, συνήθως δικτατορικά, ενώ δεν χρησιμοποιούνται προς όφελος των Πολιτών μίας χώρας). Ο χαρακτηρισμός τους ως τέτοια έγινε τη δεκαετία του 1920 από τον A.N.Sack, έναν Ρώσο υπουργό και μετέπειτα καθηγητή νομικής στο Παρίσι, ο οποίος τα διαίρεσε σε τρεις κατηγορίες:
(β1) Δάνεια που λαμβάνει μία μη δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση, χωρίς τη συμφωνία των Πολιτών της χώρας της.
(β2) Δάνεια που χρησιμοποιούνται για την καταπίεση του λαού ενός κράτους, με αποτέλεσμα οι υπηρεσίες που πληρώνονται από αυτά να προξενούν ζημίες στους πολίτες.
(β3) Όταν οι δανειστές, στις δύο παραπάνω περιπτώσεις, το γνώριζαν ή θα μπορούσαν να το μάθουν, με μία μικρή έρευνα.
Ο χαρακτηρισμός δανείων ως επαχθή υιοθετήθηκε από τις Η.Π.Α. το 1923 στην περίπτωση της Κόστα Ρίκα – καθώς επίσης το 2003 για την «αποχρέωση» του Ιράκ, μετά τον πόλεμο του κόλπου. Όσον αφορά τα συγκεκριμένα αυτά δάνεια του Ισημερινού, η πρόταση της επιτροπής ελέγχου ήταν η ολοσχερής διαγραφή τους, με τη βοήθεια μίας πολιτικής διαδικασίας – όχι δικαστικής.
(γ) Μερικώς επαχθή χρέη: Η διαφορά τους με τη δεύτερη κατηγορία έγκειται στο εάν είναι δυνατόν να τεκμηριωθεί η συνευθύνη του οφειλέτη, σε σχέση με τις αρνητικές συνέπειες του παρεχομένου δανείου. Η πρόταση της επιτροπής σε αυτήν την περίπτωση ήταν η διαγραφή ενός μέρους του χρέους – εναλλακτικά δε, η απαίτηση αποζημίωσης από το δανειστή.
(δ) Πρακτικές, οι οποίες δεν πρέπει να επαναληφθούν: Με τον τρόπο αυτό χαρακτηρίστηκαν εκείνα τα χρέη τα οποία, είτε στη διαπραγμάτευση, είτε στην υλοποίηση τους, ήταν συνδεδεμένα με ρήτρες ή με διαδικασίες, οι οποίες λειτούργησαν υπερβολικά αρνητικά για τον οφειλέτη – είχαν δε διαμορφώσει τα συμβόλαια δανεισμού μονόπλευρα, προς όφελος του δανειστή.
Εν τούτοις, παρά όλα αυτά τα αρνητικά χαρακτηριστικά τους, ωφέλησαν εν μέρει και τον οφειλέτη – οπότε δεν μπορεί να ισχυρισθεί κανείς εδώ ότι πρόκειται για παράνομα ή για επαχθή χρέη, έτσι ώστε να καταφύγει εναντίον τους δικαστικά ή να τα διαγράψει.
(ε) Νόμιμα χρέη: Εδώ καταχωρήθηκαν από την επιτροπή όλα εκείνα τα χρέη, τα οποία δεν συμπεριλαμβάνονταν στις προηγούμενες κατηγορίες – με την πρόταση να πληρωθούν ως είχαν.
Όπως φαίνεται από το «δεδικασμένο» του Ισημερινού, η δυνατότητα να χαρακτηρισθούν ως παράνομα, μερικώς επαχθή ή επαχθή τα χρέη της Ελλάδας είναι πολύ περιορισμένη – όσο και αν επιθυμούμε το αντίθετο.
Εκτός αυτού η διαγραφή προϋποθέτει, πάντοτε κατά την εμπειρία του Ισημερινού, τη στάση πληρωμών – αφού ουσιαστικά μέσω αυτής κατάφερε η χώρα να μειώσει το χρέος της, επαναγοράζοντας το 91% των κρατικών ομολόγων, τα οποία είχαν «διαμαρτυρηθεί», σε πολύ χαμηλές τιμές, μέσω μίας διεθνούς δημοπρασίας.
Επομένως, οι οποιεσδήποτε αναφορές σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα έπρεπε να συνοδεύονται από λεπτομερείς εξηγήσεις, σχετικά με τη νόμιμη διαδικασία που θα προτεινόταν να ακολουθηθεί – διαφορετικά δεν θα ήταν λάθος να χαρακτηρισθούν ως μη ρεαλιστικές, εάν όχι απολύτως δημαγωγικές και κακόπιστες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου