Σελίδες

Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 2013

Κοσμική στασιμότητα

analyst

Οι δυνατότητες εκδίωξης της Τρόικας από την Ελλάδα, οι φόβοι αποπληθωρισμού παγκοσμίως, οι ριζικές λύσεις για την αντιμετώπιση του τέρατος, καθώς επίσης οι καταστροφικές συνέπειες των προγραμμάτων ποσοτικής διευκόλυνσης των κεντρικών τραπεζών

Ο BBrecht είχε πει κάποτε πως, όταν το Άδικο κυριαρχήσει επί του Δικαίου, τότε η αντίσταση γίνεται καθήκον. Επομένως, ο απλός Έλληνας Πολίτης έχει καθήκον να αντισταθεί, όταν εκβιάζεται σε τέτοιο βαθμό – πολύ περισσότερο όταν η Δημοκρατία στη χώρα του (ότι έχει απομείνει από αυτήν, για να είμαστε ειλικρινείς) κινδυνεύει να καταλυθεί, από τις συγχρονισμένες ενέργειες του ΔΝΤ και της Γερμανίας.  
Προσωπικά βλέπω μία μόνο λύση για την Ελλάδα, στην οποία επιχειρείται μία απίστευτη «οικονομική γενοκτονία»: την εξέγερση, με στόχο τη σύλληψη και την καταδίκη της συμμορίας εκείνων των διεφθαρμένων πολιτικών, οι οποίοι οδήγησαν ή/και οδηγούν τη χώρα τους στην καταστροφή. Στα πλαίσια αυτά, όποιος από τους γραφειοκράτες της ΕΕ και του ΔΝΤ δεν εξαφανιστεί, μέχρι να μετρήσει κανείς έως το τρία, θα πρέπει να έχει την ίδια ακριβώς μοίρα – τη σύλληψη του από τους Πολίτες και την καταδίκη του από την Ελληνική Δικαιοσύνη” (T.Mehner).
του Βασίλη Βιλιάρδου
Ανάλυση
Αύξηση του ελληνικού δημοσίου χρέους κατά 18,4 δις € στα 321,9 δις € ή στο 175,9% του ΑΕΠ καταγράφεται στο τέλος του τρίτου τριμήνου – υπενθυμίζοντας ότι, εμείς είχαμε προβλέψει πως θα ξεπεράσει το 180% του ΑΕΠ, στο τέλος του έτους.
Τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου που διαπραγματεύονται στις αγορές, για την περίοδο από 25.06.2013 έως τις 25.07.2057, είναι συνολικού ύψους 332,337 δις € - με «κουπόνια», με αποδόσεις δηλαδή, οι οποίες φθάνουν έως το 6,14% (πηγή).

Τέλος, το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα λήγουν ομόλογα ύψους περί τα 58 δις € (πηγή), γεγονός που προβληματίζει τις αγορές – ενώ το έλλειμμα στον προϋπολογισμό συνεχίζει να υφίσταται, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται νέες δανειακές υποχρεώσεις στο κράτος.
Ίσως οφείλουμε να σημειώσουμε εδώ ότι, αυτό που έχει σημασία δεν είναι το πρωτογενές πλεόνασμα, το «προ τόκων» δηλαδήαλλά αυτό που διαμορφώνεται μετά την πληρωμή των τόκων – γεγονός που σημαίνει ότι, οι ανακοινώσεις περί «διανομής» του 70% του πρωτογενούς πλεονάσματος είναι, στην καλύτερη των περιπτώσεων, πολιτική δημαγωγία με στόχο τις ευρωεκλογές.
Περαιτέρω, ελπίζοντας ότι τα στοιχεία είναι σωστά, γεννάται αμέσως το ερώτημα σχετικά με το πώς θα μπορούσαμε να διώξουμε την «ερμαφρόδιτη» Τρόικα από την Ελλάδα – έχοντας την άποψη ότι, αφενός μεν δεν υπάρχει καμία προοπτική, όσο κυβερνάει αυτή την Ελλάδα, αφετέρου πως πρέπει να στηριχθούμε στις δικές μας δυνάμεις, εάν θέλουμε να ανακτήσουμε την ελευθερία, καθώς επίσης την εθνική μας ανεξαρτησία.
Από την πλευρά της ελεύθερης οικονομίας και της παραμονής μας στο ευρώ, οι δυνατότητες που έχουμε είναι η χρηματοδότηση του χρέους με δικά μας μέσα – γεγονός που απαιτεί παράλληλα να ισοσκελίσουμε τον προϋπολογισμό μας, έτσι ώστε να μην «παράγονται» νέες ζημίες. Ο μοναδικός τρόπος χρηματοδότησης του χρέους μας είναι η έκδοση εγγυημένων εθνικών ομολόγων – όπως το έχουμε ήδη περιγράψει ως «δεξιό σενάριο» (ανάλυση μας).
Την ίδια στιγμή οφείλουμε να καταρτίσουμε έναν κρατικό ισολογισμό, κατά το παράδειγμα της νέας Ζηλανδίας,στον οποίο να εμφανίζονται τόσο τα χρέη μας, όσο και τα περιουσιακά μας στοιχεία – με στόχο να δώσουμε στις αγορές μία πραγματική εικόνα των οικονομικών της Ελλάδας, αφού θα χρειαστούμε, αργά ή γρήγορα, τη χρηματοδότηση τους.
Φυσικά πρέπει να πάψουμε να αναφερόμαστε σε αθέτηση των πληρωμών μας (διαγραφή, haircut), αφού με τον τρόπο αυτό αφενός μεν δεν μειώνονται τα επιτόκια δανεισμού μας, αφετέρου δεν μας δανείζει κανένας.Εκτός αυτού, θα υποχρεωθούμε στο τέλος να πληρώσουμε τα πολλαπλάσια όσων οφείλουμε  – μέσω της στυγνής λεηλασίας τόσο της ιδιωτικής, όσο και της δημόσιας περιουσίας, συμπεριλαμβανομένου του υπογείου πλούτου μας, σε τιμές εκποίησης.
Η μείωση του χρέους, η διαπραγμάτευση δηλαδή με τις χώρες της Ευρωζώνης, οι οποίες είναι πλέον οι συντριπτικά μεγαλύτεροι δανειστές μας, με στόχο τη διαγραφή και με αντίτιμο την έξοδο μας από το ευρώ, αφορούν αποκλειστικά και μόνο το αριστερό σενάριο - το οποίο περιγράφουμε στην ανάλυση μας.
Συνεχίζοντας, πρέπει να επιβληθεί στο δημόσιο η υιοθέτηση του διπλογραφικού λογιστικού συστήματος, έτσι ώστε να γνωρίζουμε τα πραγματικά ελλείμματα ή πλεονάσματα του προϋπολογισμού μας – κάτι που απαιτούν και οι αγορές, οι οποίες ποτέ δεν δανείζουν χωρίς να έχουν μία σαφή εικόνα των μεγεθών.
Σε κάθε περίπτωση, οφείλουμε να επιλέξουμε το δρόμο που θα ακολουθήσουμε – είτε το «δεξιό», είτε τον «αριστερό». Όποιος και να είναι αυτός, πρέπει να δρομολογηθεί με αποκλειστικά και μόνο δικά μας μέσα– αφού οι «ερμαφρόδιτες, ήξεις αφήξεις λύσεις», οι οποίες δεν εξαρτώνται από εμάς, οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στον γκρεμό και στην απόλυτη καταστροφή.
 .
Ο ΑΠΟΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΣ
Ανεξάρτητα τώρα από τα παραπάνω, η Ελλάδα έχει δυστυχώς εισέλθει σε μία εποχή αποπληθωρισμού - πτώσης δηλαδή των τιμών, με εξαίρεση τα βασικά είδη διατροφής, καθώς επίσης την ενέργεια, κυρίως λόγω των φόρων.
Ο αποπληθωρισμός εντείνει την ύφεση, ενώ αυξάνει δυσανάλογα το χρέος, όπως γνωρίζουμε πλέον πολύ καλά από το παράδειγμα της Ιαπωνίας – ενώ προκαλεί αρκετές άλλες παρενέργειες, ειδικά όσον αφορά μία χώρα, η οποία δεν έχει τη νομισματική της κυριαρχία, ενώ οι αποταμιεύσεις των κατοίκων της είναι κυρίως σε ακίνητα.
Με πολύ απλά λόγια, ο αποπληθωρισμός προκαλεί την εξής συμπεριφορά των καταναλωτών και των επιχειρήσεων:
Με συμφέρει να αγοράσω τα προϊόντα που δεν έχω απόλυτη ανάγκη αύριο, επενδυτικά ή καταναλωτικά, αφού θα είναι πιο φθηνά – ενώ με συμφέρει να πληρώσω τις υποχρεώσεις μου σήμερα, επειδή αύριο θα είναι υψηλότερες, λόγω του ότι αυξάνεται η αγοραστική αξία των χρημάτων. Φυσικά δεν με συμφέρει να δανείζομαι – αφού τα δάνεια μου θα αυξάνονται (το αντίθετο του πληθωρισμού).  
Περαιτέρω, τα μετρητά χρήματα είναι «Βασιλιάς» (cash is King), οπότε το να τα ξοδεύει κανείς σήμερα, αγοράζοντας οτιδήποτε (μετοχές, ακίνητα, χρυσό κλπ.), ή να δανείζεται με σκοπό να αγοράσει, για να καταναλώσει ή να επενδύσει, είναι ανόητο – με αποτέλεσμα να «καίγονται» χρήματα από την επιστροφή των δανείων, να μειώνεται η ταχύτητα κυκλοφορίας τους, να περιορίζεται η ρευστότητα, να ελαχιστοποιείται η κατανάλωση, καθώς επίσης οι επενδύσεις κοκ.”     
Συνεχίζοντας, η παγκόσμια οικονομία απειλείται από μία «κοσμική στασιμότητα», όπως προβλέπεται από τον οικονομολόγο και πρώην υπουργό των Η.Π.Α. κ. L.Summers – το ίδιο και η Ευρωζώνη, τουλάχιστον για το 2014, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ. Μόνο η Ελλάδα θα έχει ανάπτυξη, κατά τον υπουργό οικονομικών της, κλείνοντας ένα «χάσμα» πέντε ολόκληρων μονάδων! (από το -4% στο 0,6%).
Από την άλλη πλευρά, κατά την Barclays, ο αποπληθωρισμός θα αποφευχθεί τελικά, με εξαίρεση την Ελλάδα και την Πορτογαλία – όπως φαίνεται από τον Πίνακα Ι που ακολουθεί:
.ΠΙΝΑΚΑΣ I: Εξέλιξη του ρυθμού ανάπτυξης, κατά την Barclays
Περιοχές
2013
2014
Η.Π.Α.
1,5%
1,8%
Ιαπωνία
0,3%
2,6%
Ευρωζώνη
1,4%
1,0%
Γερμανία
1,6%
1,6%
Πορτογαλία
0,1%
-0,1%
Ελλάδα
-1,5%
-1,4%
 .
Εν τούτοις, εάν οι προβλέψεις της επενδυτικής τράπεζας δεν επαληθευθούν, για να μπορέσει ο πλανήτης να ξεφύγει από την παγίδα του αποπληθωρισμού, θα πρέπει να υιοθετήσει «ριζικές λύσεις» - όπως, για παράδειγμα, την κατάργηση των μετρητών χρημάτων ή την κρατικοποίηση όλων των τραπεζών.
Παράλληλα ελλοχεύει ο κίνδυνος, λόγω της επεκτατικής πολιτικής χρήματος των κεντρικών τραπεζών, οι οποίες έχουν πλημμυρίσει με νέα χρήματα το σύστημα (τα οποία όμως δεν έχουν κατευθυνθεί στην πραγματική οικονομία, δημιουργώντας τεράστιες φούσκες στα χρηματιστήρια), να προκληθεί υπερβολικός πληθωρισμός –αφού προηγηθεί η καταστροφή της οικονομίας, μέσω του αποπληθωρισμού.
Ειδικότερα, όταν (όχι εάν) εκραγούν οι χρηματιστηριακές φούσκες, όσα χρήματα διασωθούν, είναι πιθανόν να τοποθετηθούν μαζικά στην πραγματική οικονομία – πριν προλάβουν οι κεντρικές τράπεζες να απορροφήσουν την υπερβάλλουσα ρευστότητα, την οποία έχουν οι ίδιες δημιουργήσει. Αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα τη ραγδαία αύξηση των τιμών – όχι λόγω της μειωμένης προσφοράς, της αυξημένης ζήτησης ή της εξάντλησης της παραγωγικής δυναμικότητας της οικονομίας, αλλά λόγω της τρομακτικής υποτίμησης των χρημάτων. Μία άλλη πιθανότητα είναι αυτή που έχουμε αναλύσει στο κείμενο μας «Το παράδοξο του Minsky»* – ενδεχομένως η μεγαλύτερη.
Επανερχόμενοι στην «κοσμική στασιμότητα», ο Αμερικανός επιστήμονας προβλέπει πως θα διαρκέσει τουλάχιστον τριάντα χρόνια – τεκμηριώνοντας τη θέση του με το ότι, η παγκόσμια οικονομία υποφέρει από ένα πλεόνασμα αποταμιεύσεων, σε σχέση με τις επενδύσεις. Μαθηματικά, τα δύο παραπάνω «οικονομικά μεγέθη» πρέπει να ισορροπούν μεταξύ τους – όχι σε κάθε χώρα βέβαια, αλλά στο σύνολο όλων των χωρών.
Με δεδομένο δε το ότι, το επιτόκιο είναι η τιμή, ο παράγοντας καλύτερα, ο οποίος εξισορροπεί τις αποταμιεύσεις με τις επενδύσεις, το ερώτημα που προκύπτει είναι το κατά πόσο το επιτόκιο αυτό δεν είναι πλέον αρνητικό. Το συγκεκριμένο επιτόκιο ονομάζεται πραγματικό επιτόκιο – όπου ένα αρνητικό πραγματικό επιτόκιο σημαίνει ότι, ο ιδιωτικός τομέας δεν έχει κανένα ενδιαφέρον για επενδύσεις, ακόμη και όταν οι προϋποθέσεις δανεισμού του είναι εξαιρετικά συμφέρουσες.
Οι προβλέψεις του Αμερικανού φαίνονται λογικές – γεγονός που τεκμηριώνεται και στην περίπτωση της Γερμανίας,στην οποία έχουν μειωθεί σημαντικά οι επενδύσεις τα τελευταία χρόνια. Εάν λοιπόν δικαιωθεί τελικά, τότε η οικονομία θα παραμείνει στάσιμη – όπου όμως η διαδικασία αυτή, σε κοινωνίες με ελάχιστους επιτρεπόμενους (βασικούς) μισθούς, συνεπάγεται μία σταθερά υψηλή ανεργία.
Η εναλλακτική λύση, η ολοκληρωτική δηλαδή απελευθέρωση των μισθών, έτσι ώστε να διαμορφώνονται ελεύθερα από την αγορά («ελαστικοποίηση»), δεν θα έλυνε το πρόβλημα – αντίθετα, είναι πολύ πιθανόν πως θα το επιδείνωνε, επειδή δεν θα έμεναν στάσιμες μόνο οι επενδύσεις, αλλά και η κατανάλωση (γεγονός που συμβαίνει ήδη στην Ελλάδα).
Περαιτέρω, με τον τρόπο που έχουν οργανωθεί οι οικονομίες μας, ειδικά επειδή τα περισσότερα δυτικά κράτη είναι σε τέτοιο βαθμό χρεωμένα (γράφημα που ακολουθεί), ώστε να αδυνατούν να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους χωρίς να αναπτύσσονται διαρκώς, τυχόν επαλήθευση της πρόγνωσης του Αμερικανού θα ήταν αντίστοιχη με ένα σενάριο οικονομικής καταστροφής του πλανήτη.
 .
Κατανομή χρεών ανά χώρα (G10)
Κατανομή χρεών ανά χώρα (G10)
.
Ολοκληρώνοντας, το οικονομικό μας σύστημα δεν θα μπορούσε να αντέξει τριάντα χρόνια στασιμότητας – αφού θα ακολουθούσε, μεταξύ άλλων, η έκρηξη του συνταξιοδοτικού συστήματος, παρά την αύξηση των ορίων ηλικίας. Πόσο μάλλον όταν η αύξηση αυτή, σε πολλές χώρες, επιδεινώνει την ανεργία των νέων – γεγονός που με τη σειρά του επιβαρύνει ξανά το ασφαλιστικό σύστημα, λόγω έλλειψης των εισφορών των νέων ανέργων. Φυσικά το ευρώ θα κατέρρεε – αν και θεωρείται το μικρότερο κακό, σε σχέση με όλα τα υπόλοιπα.
 .
ΟΙ ΛΥΣΕΙΣ
Η «κοσμική στασιμότητα» είναι κάτι που δεν μπορεί να αποκλεισθεί – κυρίως λόγω της ιαπωνικής εμπειρίας, αλλά και της υπερχρέωσης ολόκληρης της Δύσης, σε συνδυασμό με το πρόβλημα των αρνητικών επιτοκίων που αναλύσαμε παραπάνω. Επομένως, θα πρέπει να αναζητηθούν επειγόντως λύσεις – όπου αυτές που αναφέρονται διεθνώς είναι μόνο οι παρακάτω τρεις:
(α)  Θα μπορούσε κανείς να καταργήσει τα μετρητά χρήματα, έτσι ώστε να έχουν τη δυνατότητα οι κεντρικές τράπεζες να «πιέσουν» τα επιτόκια κάτω από το μηδέν – επειδή οι άνθρωποι δεν θα μπορούσαν να έχουν τα χρήματα τους στο σπίτι τους, οπότε δεν θα απέφευγαν να πληρώνουν τόκους (αντί να εισπράττουν), για τη διατήρηση τους στις τράπεζες.
Υπολογίζεται ότι, με ένα αρνητικό επιτόκιο της τάξης του -5%, θα επιλυόταν αμέσως το πρόβλημα του «διαρθρωτικού πλεονάσματος των αποταμιεύσεων» – επειδή οι άνθρωποι θα προτιμούσαν να καταναλώσουν αμέσως τα χρήματα τους, αγοράζοντας οτιδήποτε ή επενδύοντας οπουδήποτε, παρά να πληρώνουν 5% για τη διατήρηση τους στις τράπεζες (5.000 € ετησίως, στα 100.000 € αποταμίευση).
Εν τούτοις, η λύση αυτή δεν φαίνεται να μπορεί να επιβληθεί πολιτικά – αφού όποια κυβέρνηση την υιοθετούσε, είτε δεν θα εκλεγόταν καθόλου, είτε θα έπεφτε, εάν βρισκόταν ήδη στην εξουσία. Ίσως όμως επιχειρηθεί κάτι ανάλογο, με την πραγματική ή «εκφοβιστική» φορολόγηση των τραπεζικών καταθέσεων.
(β)  Θα μπορούσε κανείς να εθνικοποιήσει το σύνολο του τραπεζικού συστήματος, έτσι ώστε να μειώσει «πολιτικά» τα επιτόκια για επενδύσεις, κάτω από αυτά που προσφέρονται από τις αγορές – κάτι που όμως δεν είναι συμβατό με το σύστημα της ελεύθερης αγοράς, ενώ ταιριάζει περισσότερο σε μία κεντρικά κατευθυνόμενη οικονομία (εθνικοσοσιαλιστική ή κομμουνιστική).
Εκτός αυτού, παρά το ότι από πολιτικής πλευράς θεωρείται η ευκολότερη προς υιοθέτηση λύση, θα έπρεπε να γίνει από όλες τις χώρες του πλανήτη – κάτι που είναι μάλλον απίθανο, κρίνοντας από τα προβλήματα που έχουν ήδη δημιουργηθεί, στο θέμα της τραπεζικής ενοποίησης της Ευρωζώνης.
Ο χρυσός κανόνας της οικονομικής σταθερότητας, με την κατάργηση των τόκων (ανάλυση), θα ήταν μία ακόμη δυνατότητα – με τον ίδιο βαθμό δυσκολίας όμως, αφού θα έπρεπε να υιοθετηθεί παγκοσμίως.
(γ) Το κράτος θα μπορούσε να επέμβει, δανειζόμενο φθηνά χρήματα και επενδύοντας όσο περισσότερο γίνεται – επειδή οι ιδιωτικές επενδύσεις είναι πολύ χαμηλότερες από τις αποταμιεύσεις.
Ενδεχομένως αυτή να είναι η πλέον αποτελεσματική και εφικτή λύση, αφού μέσω της αυξημένης ζήτησης για κεφάλαια που θα δημιουργούσαν οι επενδύσεις εκ μέρους του κράτους, το πραγματικό επιτόκιο θα μετατοπιζόταν ξανά πάνω από το μηδέν. Θα ήταν δε εντός των πλαισίων της οικονομίας της αγοράς, αφού θα ρυθμιζόταν μέσω των ελεύθερων διακυμάνσεων των επιτοκίων τόσο η Ζήτηση (επενδύσεις), όσο και η Προσφορά (αποταμιεύσεις).
Ουσιαστικά πρόκειται για μία λύση «τύπου Keynes», όπου όμως δεν είναι εύκολος σήμερα ο δανεισμός εκ μέρους των κρατών για τη διεξαγωγή επενδύσεων – λόγω των υψηλότατων δημοσίων χρεών τους. Εκτός εάν τα βασικά επιτόκια των κεντρικών τραπεζών ήταν τόσο αρνητικά (υπολογίζονται στο -2% με τον κανόνα του Taylor), ώστε το ρίσκο της αγοράς ομολόγων του δημοσίου, με βιώσιμα για τα κράτη επιτόκια, να ήταν «υποφερτό».
Εάν δε η ενέργεια αυτή συνοδευόταν με ολική ή με μερική απαγόρευση των χρηματοπιστωτικών όπλων μαζικής καταστροφής (παράγωγα κάθε είδους), τότε η επίλυση του προβλήματος θα ήταν μάλλον σίγουρη. Βέβαια, σε μία τέτοια περίπτωση, οι κεντρικές τράπεζες θα έπρεπε να είναι έτοιμες να απορροφήσουν τις τεράστιες ποσότητες χρημάτων, με τις οποίες έχουν πλημμυρίσει το σύστημα – πριν προκληθεί υπερβολικός πληθωρισμός, ο οποίος θα δημιουργούσε εντελώς διαφορετικά προβλήματα, όχι λιγότερο επικίνδυνα. .
Η ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΧΑΛΑΡΩΣΗ
Στο σημείο αυτό είναι ίσως σκόπιμο να αναφέρει κανείς τα προβλήματα, τα οποία έχουν προκληθεί στην οικονομία των Η.Π.Α., λόγω της εφαρμοζόμενης πολιτικής της ποσοτικής χαλάρωσης (QE 1,2,3) εκ μέρους της Fed. Ένα από αυτά είναι σίγουρα η εξέλιξη του βασικού χρηματιστηριακού δείκτη S&P, ο οποίος ακολουθεί πιστά την αύξηση του ισολογισμού της κεντρικής τράπεζας (διάγραμμα που ακολουθεί), σε πλήρη αντίθεση με την πραγματική οικονομία.
.
Ισοζύγιο της Fed (μπλε), Δείκτης S&P 500 (πράσινο), Χρέοι υψηλής απόδοσης-ρίσκου (πορτοκαλί), Μακρο-στοιχεία της οικονομίας (κόκκινο).
Ισοζύγιο της Fed (μπλε), Δείκτης S&P 500 (πράσινο), Χρέοι υψηλής απόδοσης-ρίσκου (πορτοκαλί), Μακρο-στοιχεία της οικονομίας (κόκκινο).
.
Περαιτέρω, σύμφωνα με πρώην στέλεχος της κεντρικής τράπεζας, “Η ποσοτική χαλάρωση δεν υπηρέτησε το λαό, ούτε την πραγματική οικονομία, αλλά μόνο τις τράπεζες – ενώ ήταν η μεγαλύτερη διάσωση της Wall Streetόλων των εποχών, από την πίσω πόρταΣαν αποτέλεσμα του προγράμματος αυτού, ένα μικρό καρτέλ τραπεζών ελέγχει πλέον το μεγαλύτερο μέρος των αμερικανικών περιουσιακών στοιχείων”.
Στα πλαίσια της συγκεκριμένης διαδικασίας, μετά την ανακοίνωση του τρίτου πακέτου (QE3) το Σεπτέμβριο του 2012, η Fed αγοράζει κάθε μήνα ενυπόθηκα δάνεια αξίας 40 δις $, καθώς επίσης ομόλογα αξίας 45 δις $,έχοντας κυριολεκτικά πλημμυρίσει με περισσότερα από 4 τρις $ τις χρηματαγορές – κάτι που συμβαίνει για πρώτη φορά στην ιστορία.
Τα χρήματα όμως αυτά δεν οδηγούνται ούτε στους πολίτες, ούτε στην πραγματική οικονομία – αφού οι τράπεζες εγκρίνουν όλο και λιγότερα δάνεια ενώ, αυτά που προσφέρουν, δεν είναι φθηνότερα, παρά το ότι οι ίδιες δανείζονται με σχεδόν μηδενικά επιτόκια.
Τα χρήματα τοποθετούνταν από την αρχή στα χρηματιστήρια, δημιουργώντας τεράστιες φούσκες – ενώ οι τράπεζες δεν κέρδιζαν μόνο από τα χαμηλότερα επιτόκια, αλλά και από την αύξηση της αξίας των εγγυήσεων τους, καθώς επίσης από τις προμήθειες που εισέπρατταν από το διακανονισμό των συναλλαγών της Fed.
Ως εκ τούτου, το 2009 ήταν το πλέον κερδοφόρο έτος σε ολόκληρη την ιστορία της Wall Street. Στο γράφημα που ακολουθεί φαίνεται ότι, η πραγματική οικονομία δεν κέρδισε τίποτα (εξέλιξη του πολυκαταστήματος J.C.Penney), ενώ τα είδη πολυτελείας (Tiffany κλπ.) εκτοξεύθηκαν στα ύψη, μετά τα προγράμματα πιστωτικής χαλάρωσης (QE).
.
"Η πραγματική οικονομία δεν κέρδισε τίποτα (εξέλιξη του πολυκαταστήματος J.C.Penney), ενώ τα είδη πολυτελείας (Tiffany κλπ.) εκτοξεύθηκαν στα ύψη, μετά τα προγράμματα πιστωτικής χαλάρωσης (QE)"
«Η πραγματική οικονομία δεν κέρδισε τίποτα (εξέλιξη του πολυκαταστήματος J.C.Penney), ενώ τα είδη πολυτελείας (Tiffany κλπ.) εκτοξεύθηκαν στα ύψη, μετά τα προγράμματα πιστωτικής χαλάρωσης (QE)»
.
Σύμφωνα με εξειδικευμένες επενδυτικές εταιρείες (Pimco), τα 4 τρις $ που έθεσε σε κυκλοφορία η Fed, είχαν σαν αποτέλεσμα την αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης μόλις κατά 0,25% – ενώ οι τράπεζες της Wall Street τριπλασίασαν από το 2009 της αξία των μετοχών τους.
Πλέον, μόλις το 0,2% των τραπεζών ελέγχει το 70% των αμερικανικών περιουσιακών στοιχείων – γεγονός που σημαίνει ότι, η επιβοηθούμενη από τη Fed επέλαση του χρηματοπιστωτικού κτήνους στις Η.Π.Α., στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία.
 .
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Η Ελλάδα έχει τα δικά της προβλήματα, τα οποία είναι μεν μεγάλα για το μέγεθος της, αλλά πολύ μικρά, συγκριτικά με αυτά που απειλούν τον υπόλοιπο πλανήτη – ενώ είναι σε κάθε περίπτωση επιλύσημα, τόσο με το δεξιό σενάριο εντός του ευρώ, όσο και με το αριστερό, εκτός Ευρωζώνης.
Το πλεονέκτημα, το οποίο είναι ταυτόχρονα το μεγαλύτερο μειονέκτημα της, είναι ο τεράστιος συγκριτικά πλούτος της – τόσο ο φυσικός, όσο και ο πολιτιστικός, ενδεχομένως δε και ο υπόγειος (ενέργεια), ο οποίος την καθιστά στόχο των μεγάλων δυνάμεων εντός και εκτός Ευρώπης.
Αυτό που όμως εντείνει το μειονέκτημα της Ελλάδας, σε συνδυασμό με τη διεφθαρμένη, ανίκανη και ανεπαρκή ανέκαθεν πολιτική της ηγεσία, είναι το ότι έχει ξεμάθει να πολεμάει – αν και κέρδισε την περίοπτη θέση της στον αρχαίο κόσμο, ακριβώς επειδή οι Έλληνες γνώριζαν όσο κανένας άλλος λαός να πολεμούν και να αμύνονται, προστατεύοντας την πατρίδα και τα περιουσιακά τους στοιχεία.
Σήμερα βέβαια οι πόλεμοι είναι κατ’ εξοχήν οικονομικοί – οπότε οφείλει να εξελιχθεί στον συγκεκριμένο τομέα, παύοντας να προσδιορίζεται από τα συναισθήματα αυτολύπησης και μιζέριας, τα οποία έχουν επικρατήσει τους τελευταίους αιώνες. Ο «γενετικός κώδικας» των κατοίκων της το επιτρέπει σε κάθε περίπτωση – αρκεί να ξυπνήσουν οι Έλληνες από το λήθαργο, στον οποίο έχουν βυθιστεί για πάρα πολλά χρόνια, με ενδιάμεσες «εκλάμψεις».
Στα πλαίσια αυτά, πρέπει αφενός μεν να εκδιωχθούν οι εισβολείς, αφετέρου να πάρουν οι Έλληνες τα ηνία στα χέρια τους – σταματώντας να εκλιπαρούν ολόκληρη την υφήλιο για δανεικά, τα οποία τους κοστίζουν τα πολλαπλάσια.
Άλλωστε «πολιτικές λύσεις», όπως αυτές με τις οποίες «αποπροσανατολίζονται» οι Πολίτες, δεν υπάρχουν – αφούόλες οι λύσεις είναι πάντοτε «στρατιωτικές», με την ευρεία έννοια του όρου, ιδίως όταν μία χώρα είναι πάμπλουτη και πολλαπλά προικισμένη, όπως η πατρίδα μας.
.
*Σημείωση κειμένου
Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη θεωρία (Minsky-Meltdown), οι επενδυτές, στο ξεκίνημα ενός οικονομικού κύκλου, επιλέγουν μία εξασφαλισμένη χρηματοδότηση – μία σίγουρη δηλαδή τοποθέτηση των χρημάτων τους. Τα έσοδα τώρα της επένδυσης αυτής, είναι συνήθως αρκετά για την αποπληρωμή των δανείων, τα οποία παρέχουν.
Στα μέσα ενός οικονομικού κύκλου, όπου η ανάπτυξη της οικονομίας δεν είναι πολύ μεγάλη, αλλά σταθερή, είναι ακόμη αποδοτικές οι χρηματοδοτήσεις – αν και θεωρούνται μάλλον κερδοσκοπικές. Η αιτία είναι το ότι, τα έσοδα φτάνουν για να καλύψουν μόνο τους τόκους των οφειλών – ενώ οι δόσεις, το κεφάλαιο δηλαδή, εξοφλείται με τη σύναψη νέων δανείων, τα οποία αντικαθιστούν ουσιαστικά τα παλαιότερα (όπως συμβαίνει μέχρι σήμερα, με τα ομόλογα που εκδίδουν τα κράτη, αλλά και πολλές επιχειρήσεις).
Στο τέλος όμως ενός οικονομικού κύκλου, οι επενδυτές οδηγούνται σε ένα άκρως κερδοσκοπικό «σύστημα χιονοστιβάδας» (Ponzi scheme) – όπου πλέον με τα νέα δάνεια δεν εξοφλούνται (ανανεώνονται ουσιαστικά) μόνο οι δόσεις (χρεολύσια), αλλά και οι τόκοι. Παραδόξως δε οι επενδυτές συνεχίζουν να πιστεύουν ότι, τα έσοδα από τις επενδύσεις, για τις οποίες χρησιμοποιούνται τα δικά τους κεφάλαια, θα φτάσουν τελικά για την εξυπηρέτηση των δανείων τους.
Στα πλαίσια αυτά, η οικονομία γίνεται συνεχώς πιο ασθενής και πολύ περισσότερο ευάλωτη – έως εκείνη τη χρονική στιγμή όπου, η «πιστωτική φούσκα» εκρήγνυται, ξεσπάει η χρηματοπιστωτική κρίση και ο οικονομικός κύκλος τελειώνει αυτοκαταστρεφόμενος.
Σύμφωνα με τον Minsky, η διαδικασία της χρηματοδότησης μίας καπιταλιστικής οικονομίας, δημιουργεί αυτόματα ενδογενείς, αποσταθεροποιητικές δυνάμεις – είναι δηλαδή εκ των πραγμάτων, από τη φύση της και από μόνη της, αυτοκαταστροφική. Με βάση τη θέση του αυτή ήταν της άποψης πως οφείλουμε να αποδεχθούμε ότι, το πεδίο της «επάρκειας», καθώς επίσης της «επιθυμητής» ελεύθερης αγοράς, είναι περιορισμένο – έχει δηλαδή ημερομηνία λήξης.
Επομένως, ο Minsky ευρίσκεται σε αντίθεση με την κλασσική ή νεοκλασική θεωρία, σύμφωνα με την οποία οι αγορές τείνουν πάντοτε προς ένα σημείο ισορροπίας, αυτόματα και χωρίς να υπάρχει ανάγκη ρύθμισης τους – υπό ορισμένες απαραίτητες προϋποθέσεις φυσικά όπως, για παράδειγμα, ο «πλήρης» ανταγωνισμός, η μη επέμβαση του κράτους στην Οικονομία ή/και «η συμμετρία» της πληροφόρησης (ισότιμη, ταυτόχρονη πρόσβαση από όλους, σε όλες οι πληροφορίες).
Όμως, οι προϋποθέσεις αυτές είναι πρακτικά ανέφικτες, ουτοπικές – με αποτέλεσμα να είναι σχεδόν αδύνατη η αυτορύθμιση των αγορών, ακόμη και αν αποδεχθούμε πως είναι σωστή η κλασσική θεωρία (ή, έστω, η νεοφιλελεύθερη εκδοχή της, με βάση την οποία τα πάντα πρέπει να ανήκουν στους ιδιώτες, αφού διαφορετικά δεν μπορούμε να εξασφαλίσουμε την αυτορύθμιση του καπιταλιστικού συστήματος).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου