Σελίδες

Τετάρτη 13 Φεβρουαρίου 2013

Περί λαθών του Διεθνούς ΝΤ και εγχωρίων φονταμενταλιστικών αντιλήψεων

του Κώστα Μελά

Εγώ όμως θα σ’το συντομέψω αυτό το μακρύ μονοπάτι και θα σε απαλλάξω απ’ τον κόπο να μελετήσεις Φυσική, Φαρμακευτική , Βοτανική και Ανατομία. Ένα να ξέρεις , φίλε μου: τράβα τους το αίμα και βάζε τους να πίνουν ζεστό νερό . Ιδού το μυστικό της θεραπείας πασών των ασθενειών του κόσμου τούτου… Τίποτ’ άλλο δεν υπάρχει για να σε διδάξω. Γνωρίζεις πλέον εις βάθος την Ιατρική.
Lesage

Υπάρχει μια γενικά παραδεκτή ρήση σύμφωνα με την οποία οι μόνοι που δεν υποπίπτουν σε λάθη  ποτέ είναι πρώτον  οι άνθρωποι οι οποίοι δεν κάνουν απολύτως τίποτε (με την έννοια της πράξης)  και δεύτερον  οι φιλόσοφοι (μάλλον επειδή δεν κάνουν τίποτε) . Όμως όλοι οι υπόλοιποι  και υποπίπτουν σε λάθη και υφίστανται την βάσανο της δημόσιας κριτικής και πολλές φορές καταλήγουν και στην αυτοκριτική.

Στο ελληνικό δημόσιο σκηνικό εδώ και πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα   η αποδοχή λάθους εκ μέρους οποιουδήποτε  συμμετέχει στα δημόσια δρώμενα εκλείπει παντελώς. Ουδείς αποδέχεται ότι έχει υποπέσει σε λάθος ή ακόμη ευκολότερο , έχει υποπέσει δε λάθος πρόβλεψη (τι ποιο εύκολο να συμβεί;).

Τα παραπάνω αναφέρονται  με αφορμή το θέμα που έχει προκύψει την  τελευταία περίοδο  και αφορά τους λανθασμένους δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές τους οποίους χρησιμοποίησε η Τρόικα (ΔΝΤ, ΕΚΤ, ΕΕ) για να προβλέψει τις επιπτώσεις της δημοσιονομικής προσαρμογής στο ΑΕΠ της χώρας αλλά και γενικότερα για το κατά πόσο το συγκεκριμένο οικονομικό πρόγραμμα είχε δομηθεί με τρόπο κατάλληλο για την επίτευξη των στόχων οι οποίοι εμπεριέχονται στο ίδιο και αφορούν πρωτίστως στα μακροοικονομικά μεγέθη.


Δυστυχώς το επιβληθέν οικονομικό πρόγραμμα ποτέ δεν κρίθηκε ούτε ακόμη  και σήμερα ως ένα πρόγραμμα το οποίο ως τέτοιο θέτει συγκεκριμένους  στόχους , διαθέτει  μέσα και τρόπους τους οποίους χρησιμοποιεί  οργανικά και συνεκτικά για την επιτυχία των στόχων. Δεν χρειάζεται να υπεισέλθω σε τεχνικές λεπτομέρειες κατασκευής και λειτουργίας των προγραμμάτων οικονομικής πολιτικής.  Όμως ένα πρόγραμμα τέτοιου είδους κρίνεται εκ του αποτελέσματος . Δηλαδή αν επιτυγχάνει στους στόχους οι  οποίοι έχουν τεθεί.  Αν επιλύει με τον τρόπο που έχουν υιοθετήσει οι συντάκτες του τα προβλήματα που κατ’ αυτούς χρειάζεται να επιλυθούν. Στο κύριο ερώτημα το οποίο έχει τεθεί αν δηλαδή το πρόγραμμα επέτυχε στους στόχους  τους οποίους είχαν θέσει οι δημιουργοί του η απάντηση καθαρή και ξάστερη και απολύτως τεχνοκρατικά και ουδέτερα είναι : ΟΧΙ,  κατηγορηματικά ένα μεγάλο ΟΧΙ.

 Τώρα οι κάθε είδους απαντήσεις οι οποίες συνεχώς βλέπουν το φως της δημοσιότητας απαντούν σε άλλες ερωτήσεις οι οποίες θα μας απασχολήσουν στη συνέχεια αλλά για την ώρα δεν τίθενται . Το κατηγορηματικό ΌΧΙ απορρέει από την τεράστια απόκλιση των προγραμματισμένων στόχων από τους πραγματοποιηθέντες  αναφορικά με το σύνολο των  μακροοικονομικών  μεγεθών.
 Οι αλλεπάλληλες και συνεχείς διορθωτικές κινήσεις  η κατηγορηματική βασική θέση (η οποία λειτούργησε ως βασική προκείμενη του όλου προγράμματος)  ότι το δημόσιο χρέος της Ελλάδος δεν χρειάζεται να απομειωθεί  διοικητικά ,  αλλά κυρίως το μεγάλο κόστος ευκαιρίας (το οποίο όχι μόνο δεν είχε προβλεφθεί αλλά και συστηματικά αποκρύβεται)  το οποίο καταβάλλει η ελληνική οικονομία (τεράστια ανεργία, διάλυση μεγάλου μέρους του οικονομικού – παραγωγικού ιστού της οικονομίας της χώρας , απαξίωση ειδικοτήτων και δεξιοτήτων της εργατικής δύναμης ) αποτελούν αδιάψευστες μαρτυρίες  για την πλήρη αποτυχία του οικονομικού προγράμματος.

 Το ότι εξακολουθεί να εφαρμόζεται με αμέτρητες αλλαγές στηριζόμενες σε βοηθητικές υποθέσεις δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι πρόκειται για το ίδιο αρχικό πρόγραμμα. Μεθοδολογικά τα ζητήματα τέτοιου είδους είναι λυμένα για τους γνωρίζοντες.

Υπάρχουν σειρά αναλυτών οι οποίοι χωρίς ουδεμία επιφύλαξη (έστω και στο πλαίσιο της  λεγόμενης καλής πίστης) υποστήριξαν  με φονταμενταλιστική ισχυρογνωμοσύνη  ότι το οικονομικό πρόγραμμα είναι σωστό και χρειάζεται να εφαρμοστεί χωρίς ουδεμία παρέκκλιση.  Δεν πρόβαλλαν την παραμικρή αμφιβολία ή την ανάγκη τροποποίησης επιμέρους πλευρών  του προγράμματος.
 Πολλοί από αυτούς σήμερα έχουν μεταβάλλει άποψη  σχετικά με την αρτιότητα και την σωστή σύνταξη του προγράμματος. Μεταξύ αυτών είναι και το ΔΝΤ[1] (όχι η ΕΚΤ[2] η οποία διαφωνεί με το ΔΝΤ)   το οποίο παραδέχτηκε ότι οι δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές που χρησιμοποιήθηκαν δεν ήταν σωστοί. Αυτό όμως  η γνώση (;) προέκυψε εκ των υστέρων όταν  οι οικονομολόγοι του Ταμείου αναζήτησαν εξηγήσεις για τις βαρύτερες από τις αναμενόμενες επιπτώσεις που είχε η λιτότητα, σε όλα τα κράτη της Ευρώπης, που ξεκίνησαν το 2010 την προσπάθεια μείωσης ελλειμμάτων και χρέους.

Προσοχή , εδώ προκύπτουν  σοβαρότατα ζητήματα τα οποία άπτονται της επιστημονικής επάρκειας ή σωστότερα του απόλυτου φονταμενταλισμού ο οποίος διέπει τους διακονούντες την οικονομική επιστήμη στο ΔΝΤ ως προς τη δυνατότητά τους , με βάση τον τρόπο που αντιλαμβάνονται ότι λειτουργεί η οικονομία και συνεπώς την κατασκευή αντίστοιχων υποδειγμάτων , να προβαίνουν σε προβλέψεις για τις οποίες δεν έχουν στοιχειωδώς την αμφιβολία   ότι θα αποτύχουν πέρα και έξω από τα λεγόμενα στατιστικά σφάλματα. Η πίστη τους προς το οπλοστάσιο της οικονομικής θεωρίας την οποία αποδέχονται είναι ακλόνητη και απόλυτη. Η απαγωγική λογική της κυρίαρχης οικονομικής θεωρίας κλονίζεται συθέμελα όταν προσκρούει στην απλή εμπειρική (άρα και ιστορική) πραγματικότητα των ανθρώπινων κοινωνιών[3]. Το ΔΝΤ υποστηρίζει ότι  , υποπέσαμε σε λάθος διότι οι δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές τους οποίους είχαμε υπολογίσει τα τελευταία 30 χρόνια στις αναπτυγμένες οικονομίες μας είχαν δείξει συγκεκριμένα αποτελέσματα και τα οποία εφαρμόσαμε στην παρούσα κρίση και πρωταρχικά στην ελληνική οικονομία.

Όμως η παρούσα κρίση δεν μοιάζει με ότι είχε συμβεί στα τελευταία χρόνια. Παραδόξως  το ίδιο είχε συμβεί και στην περίπτωση της οικονομικής κρίσης της Ιρλανδίας τη δεκαετία του 1980. Τότε το πρώτο οικονομικό πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής είχε αποτύχει διότι δεν γνώριζαν ότι θα έπρεπε  η δημοσιονομική προσαρμογή να επικεντρωνόταν στη μείωση των δαπανών κατά το μεγαλύτερο μέρος (70,0%) και όχι στο σκέλος των εσόδων όπως μέχρι τότε θεωρούνταν σωστό. Αυτό συνάχθηκε από μια βασικά εμπειρική μελέτη και έγινε θεωρητικό δόγμα για τα επόμενα τριάντα χρόνια και το οποίο εφαρμόσθηκε σε όλες τις χώρες από τη μεριά του ΔΝΤ[4]

Επομένως παραδέχεται το ΔΝΤ , δεν γνωρίζαμε πως έχουν τα πράγματα  σήμερα ,αλλά παρόλα αυτά προχωρήσαμε ακάθεκτοι στην εφαρμογή ενός προγράμματος  χωρίς δεύτερη σκέψη  για το σωστό των απόψεών μας. Δεν υπήρξε σκοπιμότητα (sic).  Καμία αντίρρηση δεν υπήρξε σκοπιμότητα. Όμως ο Οιδίποδας ο οποίος σκότωσε τον πατέρα του και παντρεύτηκε τη μητέρα του  επίσης δεν είχε σκοπιμότητα ακριβώς επειδή  δεν γνώριζε. Όμως όταν έμαθε τι έχει  συμβεί…έβγαλε τα μάτια του και περιφερόταν στις ερημιές. Είμαστε ανεκτικοί , πολύ ανεκτικοί  :  αν το πείραμα πραγματοποιούταν στο εργαστήριο, με στόχο τη διερεύνηση μιας υπόθεσης εργασίας , πιθανά να μην σκεφτόμαστε τη συμπεριφορά του Οιδίποδα. Όμως πρόκειται για μια ολόκληρη χώρα , για ένα λαό  η οποία ενώ θα έπρεπε  να καταβάλει έστω ένα συγκεκριμένο τίμημα ως κόστος για τις «αμαρτίες» στις οποίες υπέπεσε , καταδικάζεται σε τουλάχιστον  δεκαπενταετή  καταναγκαστικά έργα. Επομένως αρκεί μια απλή αποδοχή περί μη σκοπιμότητας;   


Παρόλα αυτά και  ανεξάρτητα από τις παραδοχές του ΔΝΤ εκείνο που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι ότι το οικονομικό πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής δεν λαμβάνει υπόψη του τη συγκεκριμένη πραγματικότητα της ελληνικής οικονομίας.   Στο κέντρο αυτής της πραγματικότητας στις υγιείς  αλλά και στις ασθενείς περιόδους της , υπάρχει το ελληνικό κράτος μαζί με  μια σειρά ιδιομορφίες και ιδιοτυπίες του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού οι οποίες μεταλλάσσονται εξελισσόμενες αλλά  ανιχνεύονται  συνεχώς και αδιάκοπα σε κάθε στιγμή της πορείας της χώρας[5]
 
Τι σημαίνει με απλά λόγια ότι στο κέντρο της ελληνικής οικονομικής πραγματικότητας υπάρχει το κράτος; Σημαίνει ότι  (  αποδείχθηκε περίτρανα με τους λανθασμένους δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές κάτι το οποίο όλοι όσοι μελετούν σοβαρά την οικονομία της Ελλάδος, με τη βοήθεια της οικονομικής θεωρίας αλλά και της οικονομικής ιστορίας  και  της κοινωνικής ιστορίας  γνωρίζουν πολύ καλά)   ότι η ελληνική οικονομία έχει έναν υψηλότατο δείκτη εξάρτησης της ιδιωτικής οικονομίας από το μέγεθος της κρατικής δαπάνης. Η προφανής εξήγηση συνδέεται με το μέγεθος των εισοδημάτων, των επενδύσεων, των επιδοτήσεων , των δημοσίων έργων που εκτελούν οι ιδιωτικές επιχειρήσεις , του μαύρου πολιτικού χρήματος  κτλ  που τροφοδοτούνται από τις δημόσιες δαπάνες .Το βασικότατο αυτό χαρακτηριστικό της ελληνικής οικονομίας , σύμφωνα με ορισμένους αχαρακτήριστους αναλυτές  παρέλειψαν να λάβουν υπόψη τους οι ξένοι τεχνοκράτες και, βεβαίως, τους απέκρυψαν οι δικοί μας συνομιλητές. Λόγια χωρίς επαφή με την πραγματικότητα. Αν οι ξένοι τεχνοκράτες παρέλειψαν τη βασική λειτουργία (ανεξαρτήτως αξιολογήσεων περί της ορθότητας ή όχι ) του ελληνικού κράτους από της ιδρύσεως του τότε ας …αλλάξουν επάγγελμα. Επίσης κανένας συνεπής μελετητής δεν αδυνατεί να κατανοήσει το ρόλο του κράτους σε μια οικονομία όπου οι δημόσιες δαπάνες τα τελευταία 40 χρόνια κατά μέσο όρο καταλαμβάνουν πάνω του 40-45%  του ΑΕΠ και η εγχώρια ζήτηση υπερβαίνει κατά πολύ το 100,0% του παραγόμενου  ΑΕΠ.

Επομένως η  μετωπική επίθεση στο κράτος από τη στιγμή κατά την οποία αποτελεί  σημαντικότατο  μηχανισμό αναπαραγωγής του εισοδήματος ουσιαστικά κόβει το κλαδί πάνω στο οποίο καθόταν η ελληνική οικονομία επιτρέποντας  την απρόσκοπτη πτώση χωρίς δίκτυ ασφαλείας. Όσο για την   κατάσταση της υγείας την ώρα της προσγείωσης θα μελετηθεί τότε.  Βεβαίως τα πιθανά  πολλαπλά κατάγματα να χρειαστούν  χρόνια προσπάθειας για να αποκατασταθούν σε κάποιο επίπεδο. Όμως η απόφαση για ελεύθερη πτώση είναι δεδομένη και αποφασισμένη. Απλά παρέχεται ιατρική περίθαλψη μετά το σπρώξιμο στον γκρεμό. Σαφέστατα υπήρχε άλλος τρόπος να επέλθει η μείωση της οικονομικής δύναμης του κράτους έτσι ώστε η προσγείωση της οικονομίας σε χαμηλότερο επίπεδο ισορροπίας να συμβεί με ομαλότερο και ελεγχόμενο τρόπο δίχως να προκαλέσει ανθρωπιστική κρίση.

Υπάρχουν αναλυτές οι οποίοι  παραμένουν αμετανόητα προσκολλημένοι στην αντίληψη περί ορθότητας του οικονομικού προγράμματος της δημοσιονομικής πολιτικής. Επιμένουν στην άποψή τους υποστηρίζοντας ότι το πρόγραμμα είναι ορθό και οι υπεύθυνοι πρέπει να αναζητηθούν σε αυτούς που ανέλαβαν να το εφαρμόσουν. Πρόκειται για μια ξεπερασμένη ιστορία  η οποία  πλέον έχει καταρρεύσει μετά τις παραδοχές περί λάθους του ΔΝΤ.  Οι περισσότεροι από αυτούς είτε είναι προσκολλημένοι σε ιδεολογήματα είτε εξυπηρετούν οικονομικά  συμφέροντα των ιδίων είτε των αφεντικών τους.

Επίσης υπάρχουν αρκετοί αναλυτές οι οποίοι δεν απαντούν στο ερώτημα  κατά πόσον  οι μακροοικονομικές προβλέψεις του προγράμματος έχουν πέσει έξω ,αλλά επαναφέρουν  συνεχώς ως απάντηση το ζήτημα της αναγκαίας δημοσιονομικής προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας  κάτι που κάθε καλόπιστος συζητητής δεν διανοείται να αρνηθεί. Όμως είναι άλλο ζήτημα η ανάγκη δημοσιονομικής προσαρμογής και εντελώς άλλο ζήτημα αν το υιοθετηθέν πρόγραμμα πράγματι ήταν το κατάλληλο κρινόμενο εκ του αποτελέσματός του.

Η υιοθέτηση του προγράμματος ως του μόνου υπάρχοντος και του μόνου το οποίο ήσαν πρόθυμοι να δεχτούν οι δανειστές , μέσα σε ένα δυσμενές διεθνές οικονομικό περιβάλλον και σε δυσμενέστερο συσχετισμό ισχύος εις βάρος της Ελλάδος,  αποτελεί επίσης ένα ακόμη επιχείρημα το οποίο υιοθετείται από τους αποδεχόμενους το πρόγραμμα .

Ακόμη και σε αυτήν την περίπτωση θα μπορούσε να γίνει, in senso lato, αποδεκτή η παραπάνω άποψη  διακηρύσσοντας παράλληλα   ότι υπάρχει απόλυτος εξαναγκασμός σε ένα μη αποδοτικό πρόγραμμα. Άλλωστε αυτό είχε συμβεί στην ίδια την Γερμανία , το 1920, με την  ανάληψη της καγκελαρίας από τον αφοσιωμένο δημοκράτη και ένθερμο εθνικιστή κεντρώο πολιτικό  Joseph Wirth  ο οποίος ακολούθησε  την πολιτική , που έμεινε γνωστή στην Ιστορία ως η «πολιτική της εκπλήρωσης».  Η «πολιτική της εκπλήρωσης» σήμαινε ότι η Γερμανία θα έκανε ό,τι ήταν δυνατόν προκειμένου να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις που της είχαν επιβληθεί, αποδεικνύοντας με αυτόν τον τρόπο τον παραλογισμό της πολιτικής των επανορθώσεων. Οι καταστροφικές συνέπειες των επανορθώσεων θα έπρεπε να πείσουν τους Συμμάχους ότι η αναθεώρηση του λονδρέζικου σχεδίου αποπληρωμής ήταν αναπόφευκτη.  Βεβαίως οι Σύμμαχοι ανταποκρίθηκαν στην αναθεώρηση του αρχικού σχεδίου μετά από αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα  σπρώχνοντας την Γερμανία σε βαθύτερη  οικονομική κρίση και σε πολιτικές περιπέτειες γνωστές σε όλους μας. Όμως ούτε αυτό έγινε εκ μέρους των πολιτικών δυνάμεων που κυβερνούν την χώρα .

Τώρα  , μετά από πέντε συναπτά έτη ύφεσης , στην  ελληνική οικονομία εξακολουθεί να επιβάλλεται το ίδιο πρόγραμμα οικονομικής σωτηρίας . Ποιος θα μας σώσει από τους σωτήρες;





[1] IMF, World Economic Outlook , October 2013
[2] EBC, Monthly Bulletin, December 2013.
[3] Για όλα αυτά δες: Κ. Μελάς , Η  Ατελέσφορη Επιστήμη, Ευρασία 2013.
[4]  Francesco Giavazzi -Marco Pagano,    Can Severe Fiscal Contractions Be Expansionary? Tales of Two Small European Countries, http://www.nber.org/chapters/c10973
[5] Για όλα αυτά δες : Κ. Μελάς, Μικρά Μαθήματα για την Ελληνική Οικονομία , Πατάκη 2013.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου