Σελίδες

Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2012

Nόμοι Φαρ Ουέστ στην αγορά


Το Ποντίκι

Σε μια αγορά στην οποία οι «μεγάλοι» όλο και περισσότε­ρο επιβάλλουν τους κανόνες, τα πράγματα δεν είναι ειδυλ­λιακά, όπως στα τηλεοπτικά σποτ, αλ­λά κυριαρχούν οι κανόνες της Άγριας Δύσης με θύμα τον καταναλωτή. Πολ­λοί μεγάλοι όμιλοι, για να αποκομί­σουν μεγαλύτερα κέρδη, προκαλούν μεγαλύτερη ακρίβεια για τους κατανα­λωτές. Πώς;

1. Με την πρακτική των ενδοομιλικών συναλλαγών στις πολυεθνικές, το λε­γόμενο transfer pricing . Κατά την πρα­κτική αυτήν, οι ελληνικές θυγατρικές, προκειμένου να αποφεύγουν τη φο­ρολογία στην Ελλάδα, φουσκώνουν τις τιμές αλλά και το κόστος εισαγωγής, το οποίο όμως ρυθμίζεται εσωτερικά. Έτσι εισάγουν προϊόντα με τεχνητά υψηλό κόστος, το οποίο μετακυλίεται μέσω των υψηλών τιμών στους καταναλωτές.

2.  Με τις ρήτρες απαγόρευσης πα­ράλληλων εισαγωγών σε μικρότερους εμπόρους. Με την πρακτική αυτήν οι λιανέμποροι εξαναγκάζονται να μην αγοράζουν από θυγατρικές των προ­μηθευτών τους σε άλλες χώρες, όπου ενδεχομένως οι ίδιες πολυεθνικές πω­λούν φθηνότερα σε σχέση με την ελ­ληνική αγορά.

3. Με σκόπιμες στρεβλώσεις σε ειδικές αγορές σχετικές με το εμπόριο (όπως στις μεταφορές, τον εφοδιασμό και τα logistics), όπου, εξαιτίας της ιδιομορφί­ας τους, εμποδίζεται ο ανταγωνισμός με αποτέλεσμα τη διόγκωση των τε­λικών τιμών. Για παράδειγμα η απαγό­ρευση της ταυτόχρονης μεταφοράς νω­πών με άλλα προϊόντα προκαλεί αύξη­ση του τελικού κόστους για όλους...


Προ ημερών η ΕΣΕΕ, σχολιάζοντας μια έρευνά της, σημείωνε σχετικά:

«Όλοι οι άνθρωποι της αγοράς γνω­ρίζουμε πολύ καλά ότι στο υγιές εμπό­ριο το περιθώριο κέρδους δεν βρίσκε­ται στην τιμή λιανικής πώλησης, αλλά στην τιμή αγοράς. Κάποιοι δεν αφή­νουν τις ανταγωνιστικές μικρομεσαίες ελληνικές επιχειρήσεις να αγοράσουν φθηνά, για να τις αναγκάσουν – με δι­καιολογία την κρίση – σε κλείσιμο. Νο­μίζουν ότι, όταν ανεβαίνει η στάθμη του νερού, εμείς οι “κοντοί της αγο­ράς” θα πνιγούμε πρώτοι, ώστε να μεί­νουν μόνοι και να ολιγοπωλήσουν την ελληνική αγορά. Κάνουν λάθος».

Όμως το παράλογα υψηλό κέρδος δεν είναι μόνο επιδίωξη των μεγάλων, αλλά μάλλον... στόχος όλων (όσων μπορούν). Οι Έλληνες επιχειρηματί­ες σε όλο το φάσμα δείχνουν να προ­τιμούν να επιμένουν στη διατήρηση υψηλών περιθωρίων κέρδους παρά την ύφεση. Και εάν δεν μπορούν να το επιτύχουν, προτιμούν να διακόψουν τη λειτουργία της επιχείρησης. Από­δειξη και η έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιώργου Προβόπουλου, όπου σημειώνεται χαρα­κτηριστικά:
«Γενικότερα, ωστόσο, παρατηρείται ότι από τη σύγκριση της προαναφερ­θείσας μείωσης του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος στο σύνολο της οικονομίας το 2011 με την αύξηση του αποπληθωριστή του ΑΕΠ (κατά 1,6%) προκύπτει διεύρυνση του περιθωρίου κέρδους στην οικονομία συνολικά. Το ίδιο συμπέρασμα συνάγεται και από τις προβλέψεις για τη διετία 2012-2013».


Ο βρόχος του ΦΠΑ

Οι υψηλοί συντελεστές ΦΠΑ, που διαμορφώθηκαν στα επίπεδα του 13% και 23%, είναι ήδη αρκετά υψη­λότερα από τους αντίστοιχους στην Ισπανία (οι αντίστοιχοι είναι 8% και 18%) και τη Βρετανία (5% και 20%). Φέτος το καλοκαίρι δημιούργησαν πρόβλημα και στον τουρισμό, καθώς η χώρα λόγω... ακρίβειας στα είδη καθημερινότητας (και παρά την κρί­ση της) έγινε λιγότερο ανταγωνιστική για τους ξένους.

Ακόμη σημαντικότερη όμως είναι η επίπτωση στους Έλληνες, που βλέ­πουν το διαθέσιμο εισόδημά τους να έχει συρρικνωθεί. Μόνο το 2011, σύμ­φωνα με τη Στατιστική Αρχή, είχε πέσει στα 14.907 ευρώ, από 16.257 ευρώ το 2010, 17.033 το 2009 και 17.345 ευρώ το 2008. Όσο για το 2012, θα μάθουμε σε μερικούς μήνες...

Παρ’ όλα αυτά, ενώ η αγοραστική δύναμη του μέσου Έλληνα έχει πέσει στο ναδίρ, η Ελλάδα είναι η τέταρτη πιο ακριβή χώρα μεταξύ των 7 κρατών που μετείχαν στην τελευταία ευρωπα­ϊκή έρευνα για το κόστος καταναλωτικών προϊόντων προ και μετά του ΦΠΑ. Φθηνότερες αγορές από την Ελλάδα αναδεικνύονται οι Βουλγαρία, Ισπανία και Γερμανία, ενώ ακριβότερες είναι οι Ιταλία, Βρετανία και Γαλλία.

Στο καλάθι των 67 προϊόντων που «στήθηκε» για τις ανάγκες της μέτρη­σης, μόλις 8 είναι φθηνότερα στην Ελλάδα, ενώ η χώρα μας είναι ακριβότερη απ’ όλες σε 15! Σημειώνεται ότι στην Ελλάδα ο ΦΠΑ είναι ο υψηλό­τερος, 23%, σε χυμούς και άλλα, ενώ στα τρόφιμα είναι στο 13%, όταν στη Γαλλία ο ΦΠΑ σε τρόφιμα και χυμούς είναι 5,5%, στο Ηνωμένο Βασίλειο ο ΦΠΑ στα τρόφιμα είναι 5%, στη Γερ­μανία 7%, στη Βουλγαρία 9%, στην Ιταλία 10% και στην Ισπανία 8%.


Το κόστος χρήματος

Ένα ενδιαφέρον συμπέρασμα της πρόσφατης έρευνας της ΕΣΕΕ ήταν ότι η πτώση του μισθολογικού κόστους, αλλά και του κόστους μίσθωσης επαγγελματικής στέγης (πρακτικά η μόνη μείωση που πα­ρατηρήθηκε στην ελληνική αγορά ήταν η μείωση της αξίας όσων κα­τείχαν οι Έλληνες) αντισταθμίστηκε πλήρως
αφενός από την άνοδο των επιτοκίων δανεισμού των επιχειρήσε­ων από τις τράπεζες,
αφετέρου από τη διακοπή της χορήγησης πιστώσεων που επιβλή­θηκε στις ελληνικές εισαγωγικές επιχειρήσεις από τους προμηθευ­τές τους στο εξωτερικό, λόγω της έλλειψης αξιοπιστίας της χώρας μας (country risk).

Κατά συνέπεια, αυτές υποχρεώνονται πια να επωμίζονται πλήρως και τοις μετρητοίς όλο το κόστος αγοράς πριν από την παραλαβή.

Δηλαδή, όποιος δεν έχει ρευστό ή μετρητό να προπληρώσει μια παραγγελία δεν μπορεί να την κάνει. Αυτό είναι πλέον πρόβλημα που αφορά ολόκληρη την ελληνική αγορά είτε εισάγει πολυτελή υποδή­ματα είτε κρέας είτε πετρέλαιο προς διύλιση! Εάν λοιπόν μια επι­χείρηση δεν έχει δομημένες χρηματορροές, θα καταφύγει σε έναν αντίστοιχα ακριβό δανεισμό, τον οποίο όμως δεν είναι βέβαιο εάν θα μπορέσει να εξασφαλίσει.

Όλο αυτό το κόστος χρήματος (που ακόμη και για μεγάλους, οι­κονομικά υγιείς ομίλους φτάνει τα επίπεδα του 8% έως 10%) περνά πλέον απ’ ευθείας στην τιμολόγηση των προϊόντων, επιβαρύνοντας τον καταναλωτή.


Τα στατιστικά

Οι επίμονα υψηλές τιμές, σε συνδυασμό με τη μείωση του διαθέ­σιμου εισοδήματος, ανάγκασαν τους καταναλωτές αφενός να μει­ώσουν τον αριθμό και την αξία των προϊόντων που αγοράζουν και αφετέρου να στραφούν σε προϊόντα που βρίσκονται σε προσφορά ή σε εκείνα ιδιωτικής ετικέτας.
Αυτή η καταναλωτική συμπεριφορά οδήγησε το πρώτο εξάμηνο του 2012 σε πτώση 5% των πωλήσεων των σούπερ μάρκετ, ενώ η σημερινή αξία του μέσου καλαθιού έχει υποχωρήσει σε 50 ευρώ έναντι 65 ευρώ το 2010.

Ο πληθωρισμός στην Ελλάδα έχει αρχίσει πλέον να υποχωρεί και να κινείται σε σχετικά χαμηλά επίπεδα, παρά την ξαφνική αύξηση που παρουσίασε τον Αύγουστο στο 1,7% από το 1,3% του Ιουλίου. Ο πληθωρισμός όμως καταγράφει τον ρυθμό μεταβολής και όχι το αν οι τιμές είναι υψηλές ή χαμηλές.

Ο αποπληθωρισμός που υποτίθεται ότι περίμενε η τρόικα δεν έχει ακόμα κάνει την εμφάνισή του, γεγονός που την έχει οδηγή­σει στην άσκηση περαιτέρω πιέσεων προς την ελληνική πλευρά για την απελευθέρωση των αγορών και την ενίσχυση του ανταγω­νισμού, αλλά πάλι – τι... πρωτότυπο – με λανθασμένο τρόπο:
αλλαγή ωραρίου λειτουργίας των καταστημάτων,
εξαήμερη απασχόληση,
πλήρη και άμεση απελευθέρωση κλειστών επαγγελμάτων με την άρση δήθεν εμποδίων εισόδου σε σειρά αγορών και
πολλές άλλες καταστροφικές παρεμβάσεις για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Βεβαίως, με τέτοιες μεθόδους το πρόβλημα της ακρίβειας θα αργήσει πολύ να λυθεί...

«Θερίζουν» τα σούπερ μάρκετ

Εκτός όμως από τη στρέβλωση που έχει δημιουργήσει στην αγορά τα τελευταία χρόνια η αύξηση των φόρων, ένα μεγάλο παράδοξο είναι η πορεία των τιμών στα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, τα οποία ενώ θα μπορούσαν να παίξουν τον ρόλο της βαλβίδας εκτόνωσης των τιμών... απλώς δεν το κάνουν. Και όλα αυτά ενώ σήμερα το ένα τέταρτο των προ­ϊόντων που απαρτίζουν ένα τυπικό καλάθι ανήκει πλέον στην κατηγορία της ιδιωτικής ετικέτας.

Όσο βαθαίνει η κρίση και όσο ενισχύεται ο ρόλος των προϊόντων ιδι­ωτικής ετικέτας στο καλάθι της νοικοκυράς, η ψαλίδα σε σχέση με τα επώνυμα κλείνει. Παρ’ όλα αυτά την περασμένη χρονιά η μέση αύξηση τιμών στα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας έφτασε το 6% όταν στα επώνυμα ήταν μόνο 1,8%. Δηλαδή τα σούπερ μάρκετ πουλάνε ακριβότερα αυ­τά που τους κοστίζουν φτηνότερα, επιβεβαιώνοντας τα όσα αναφέραμε για προσπάθεια βελτίωσης των περιθωρίων κέρδους μέσα στην κρίση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου