Σελίδες

Κυριακή 16 Σεπτεμβρίου 2012

Eντουάρντο Γκαλεάνο “Ο κόσμος ανάποδα” – 5o μάθημα : Η διδασκαλία του φόβου , Β Μέρος



Επιμέλεια για την ΕΛ.Λ.Α.Σ. : Ν.Π.



Ολοκληρώνουμε σήμερα την παρουσίαση του 5ου μαθήματος( Β’ Μέρος 1ου μαθήματος του 2ου κύκλου μαθημάτων) από το βιβλίο του Ουρουγουανού συγγραφέα και φιλοσόφουΕντουάρντο Γκαλεάνο, “Ένας κόσμος ανάποδα” (πατήστε εδώ για να δείτε όλες τα μαθήματα) που κυκλοφορεί  από τις ‘Εκδόσεις Πιρόγα’ σε μετάφραση της ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΖΑΚΟΠΟΥΛΟΥ,  Eduardo Galeano “Patas arriba” 1998. Oι παρουσίασεις αυτές αντιστοιχούν σε 18 μαθήματα ενταγμένα σε 6 κύκλους.


2ος Κύκλος  - Η Έδρα της φοβίας
Σελίδες 101 – 115,  Μάθημα 1ο ,  “Η διδασκαλία του φόβου” , Β Μέρος

«Η δικαιοσύνη είναι σαν τα φίδια: δαγκώνει μόνο τους ξυπόλητους» (Όσκαρ Αρνούλφο Ρομέρο, Αχιεπίσκοπος του Σαν Σαλβαδόρ, δολοφονήθηκε το 1980)


Ο δημόσιος κίνδυνος / 2

Στις αρχές του 1998, ο δημοσιογράφος Σάμιουελ Μπλίξεν έκανε μια αποκαλυπτική σύγκριση. Τα κλοπιμαία από πενήντα ληστείες, που είχαν διαπράξει οι πιο εντυπωσιακές συμμορίες ανήλικων εγκληματιών της Ουρουγουάης, ανέρχονταν στο ποσό των πενήντα εκατομμυρίων δολαρίων. Τα κλοπιμαία δύο ληστειών που διέπραξαν, χωρίς καραμπίνες και πιστόλια, μια τράπεζα και ένας χρηματιστής, ανέρχονταν στο ποσό των εβδομήντα εκατομμυρίων δολαρίων.

Με ανάθεση από τους εμπόρους, οι ομάδες εξολόθρευσης, που στη Βραζιλία προτιμούν να λέγονται ομάδες αυτοάμυνας, ασχολούνται με την εκκαθάριση των πόλεων, ενώ πιστολέρος συνάδελφοί τους ασχολούνται με την εκκαθάριση της επαρχίας, γαζώνοντας τους αγρότες–χωρίς-γη και άλλα ενοχλητικά άτομα, για λογαριασμό των τσιφλικάδων. Σύμφωνα με το περιοδικό Isto é (20 Μαΐου 1998), στην πολιτεία Μαρανιάο της Βραζιλίας, η ζωή ενός δικαστή αξίζει πεντακόσια δολάρια και η ζωή ενός ιερέα τετρακόσια. Τριακόσια δολάρια στοιχίζει να σκοτώσεις ένα δικηγόρο. Οι οργανώσεις πληρωμένων δολοφόνων προσφέρουν τις υπηρεσίες τους μέσω Internet, σε ειδικές τιμές για τα μέλη.
Στην Κολομβία τα τάγματα θανάτου, που ισχυρίζονται ότι είναι ομάδες κοινωνικής εκκαθάρισης, επίσης ξεκίνησαν σκοτώνοντας γκεριγέρος και τώρα σκοτώνουν οποιονδήποτε, στην υπηρεσία των εμπόρων, των γαιοκτημόνων ή οποιουδήποτε άλλου θέλει να πληρώσει. Πολλά από τα μέλη τους είναι αστυνομικοί και στρατιωτικοί χωρίς στολή, προπονούνται όμως και δήμιοι νεαρής ηλικίας. Στη Μεντεγίν λειτουργούν σχολές πληρωμένων φονιάδων που προσφέρουν εύκολο χρήμα και έντονες συγκινήσεις σε παιδιά δεκαπέντε χρονών.  Τα παιδιά αυτά εκπαιδεύονται στις τέχνες του εγκλήματος και πολλές φορές σκοτώνουν, κατά παραγγελία, άλλα παιδιά που κι αυτά πεθαίνουν από την πείνα. Φτωχοί εναντίον φτωχών, όπως συνήθως: η φτώχεια είναι μια πολύ μικρή κουβέρτα και ο καθένας την τραβάει προς τη μεριά του για να ζεσταθεί. Τα θύματα μπορεί επίσης να είναι διαπρεπείς πολιτικοί ή διάσημοι δημοσιογράφοι. Ο στόχος που επιλέγεται ονομάζεται σκύλος ή αποσκευή. Οι νεαροί φονιάδες χρεώνουν τη δουλειά τους ανάλογα με το πόσο σημαντικός είναι ο σκύλος και το πόσο επικίνδυνη είναι η επιχείρηση. Συχνά οι εξολοθρευτές δουλεύουν κρυμμένοι πίσω από τη νόμιμη μάσκα επιχειρήσεων που πουλάνε ασφάλειας. Στα τέλη του 1997 η κυβέρνηση της Κολομβίας παραδέχτηκε ότι για τον έλεγχο τριών χιλιάδων επιχειρήσεων ιδιωτικής ασφάλειας διέθετε μόνο τριάντα επιθεωρητές. Τον προηγούμενο χρόνο είχε γίνει μια υποδειγματική επιθεώρηση: σε μία και μόνον περιοδεία, που κράτησε μια βδομάδα, ένας επιθεωρητής έλεγξε τετρακόσιες ομάδες αυτοάμυνας. Δε βρήκα τίποτα το παράξενο.
Τα τάγματα του θανάτου δεν αφήνουν ίχνη. Πολύ σπάνια σπάει ο νόμος της ατιμωρησίας˙ πολύ σπάνια σπάει η σιωπή. Μια εξαίρεση στη Κολομβία: στα μέσα του 1991 εβδομήντα ζητιάνοι βρέθηκαν νεκροί, γαζωμένοι από σφαίρες, στην πόλη Περέιρα. Οι δολοφόνοι δε φυλακίστηκαν˙ τουλάχιστον, όμως, επιβλήθηκαν «πειθαρχικές κυρώσεις» σε δεκατρείς αστυνομικούς και δύο αξιωματικούς, οι οποίοι συνταξιοδοτήθηκαν. Και μια άλλη εξαίρεση στη Βραζιλία: στα μέσα του 1993 πενήντα παιδιά που κοιμόνταν στον πρόναο της εκκλησίας της Υπαπαντής, στο Ρίο ντε Τζανέιρο, βρέθηκαν πυροβολημένα. Οκτώ απ’ αυτά πέθαναν. Η σφαγή είχε παγκόσμιο αντίκτυπο και, τελικά, δύο από τους στρατιωτικούς αστυνομικούς που είχαν συμμετάσχει στην επιχείρηση, φορώντας πολιτικά, κατέληξαν στη φυλακή. Θαύμα.
Ο Αφανάσιο Γιαζαντζί εξελέγη βουλευτής συγκεντρώνοντας τις περισσότερες ψήφους στην ιστορία της πολιτείας του Σάο Πάουλο. Ο Αφανάσιο Γιαζαντζί είχε κερδίσει τη δημοτικότητά του μέσα από το ραδιόφωνο. Κάθε μέρα, με το μικρόφωνο στο χέρι, διακήρυττε: φτάνει πια με τα προβλήματα, ήρθε η ώρα των λύσεων. Λύση στο πρόβλημα των πυκνοκατοικημένων φυλακών:  «Πρέπει να αρπάξουμε όλους αυτούς τους αδιόρθωτους φυλακισμένους, να τους στήσουμε στον τοίχο και να τους κάψουμε με φλογοβόλο. Ή να τους βάλουμε μια βόμβα, μπούουουμ, και να λήξει το θέμα. Αυτοί οι αλήτες μας κοστίζουν πολλά εκατομμύρια». Το 1987, σε μια συνέντευξη που του πήρε ο Μπελ Σεβινί, ο Γιαζαντζί εξηγούσε ότι τα βασανιστήρια είναι πολύ σωστά επειδή η αστυνομία βασανίζει μόνο τους ενόχους. Μερικές φορές, είπε, η αστυνομία δε γνωρίζει τι εγκλήματα έχει κάνει ο κάθε κακοποιός και τα μαθαίνει χτυπώντας τον, όπως κάνει ένας άντρας που τις βρέχει στη γυναίκα του. Τα βασανιστήρια, κατέληξε, είναι ο μοναδικός τρόπος να μάθει κανείς την αλήθεια.
Τα παλιά τα χρόνια, το 1252, ο πάπας Ιγνάτιος IV νομιμοποίησε τα βασανιστήρια κατά παντός ύποπτου αιρετικού. Η Ιερά Εξέταση ανέπτυξε την παραγωγή πόνου και η τεχνολογία του εικοστού αιώνα την ανύψωσε σε επίπεδα βιομηχανικής τελειότητας. Η Διεθνής Αμνηστία έχει συγκεντρώσει στοιχεία για τη συστηματική διεξαγωγή βασανιστηρίων με ηλεκτροσόκ σε πενήντα χώρες. Το δέκατο τρίτο αιώνα η εξουσία μιλούσε για τα βασανιστήρια χωρίς μισόλογα˙ σήμερα τα βασανιστήρια γίνονται αλλά δε λέγονται. Η εξουσία αποφεύγει τις κακές κουβέντες. Στα τέλη του 1996, όταν το Ανώτατο Δικαστήριο του Ισραήλ νομιμοποίησε τα βασανιστήρια κατά των Παλαιστινίων φυλακισμένων, τα ονόμασε μετριοπαθή φυσική πίεση. Στη Λατινική Αμερική τα βασανιστήρια λέγονται παράνομος εξαναγκασμός. Ανέκαθεν οι κοινοί εγκληματίες, ή όσοι μοιάζουν με εγκληματίες, υφίσταντο εξαναγκασμούς στα αστυνομικά τμήματα των χωρών μας. Είναι συνηθισμένο φαινόμενο, και μάλιστα θεωρείται φυσιολογικό, η αστυνομία να αποσπά ομολογίες χρησιμοποιώντας μεθόδους ακριβώς ίδιες με εκείνες που χρησιμοποιούσαν οι στρατιωτικές δικτατορίες κατά των πολιτικών κρατουμένων. Η διαφορά έγκειται στο ότι πολλοί πολιτικοί κρατούμενοι προέρχονταν από τη μεσαία τάξη και, ορισμένοι, από την ανώτερη˙ γεγονός που, ενίοτε, περιόριζε κάπως την αλαζονεία της ατιμωρησίας. Στα χρόνια της στρατιωτικής φρίκης οι δημόσιες καταγγελίες, στις οποίες προέβαιναν οι οργανισμοί ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δεν έπεφταν πάντα στο κενό. Είχαν αντίκτυπο και καμιά φορά, μάλιστα, μεγάλο αντίκτυπο, τόσο εντός των ορίων των χωρών που υφίσταντο τη δικτατορία όσο και στα διεθνή μέσα επικοινωνίας. Τους κοινούς κρατούμενους, αντίθετα, ποιος τους ακούει; Αυτούς η κοινωνία τους περιφρονεί και η δικαιοσύνη ούτε καν τους βλέπει. Όταν κάποιος κάνει την τρέλα να καταγγείλει ότι βασανίστηκε, τότε η αστυνομία αναλαμβάνει με ιδιαίτερη ζέση να τον περιποιηθεί και να τον συνετίσει.
Φυλακές ελεεινές, κρατούμενοι στοιβαγμένοι σαν σαρδέλες: οι περισσότεροι κρατούνται χωρίς καταδίκη. Πολλοί, που δεν έχουν καν δικαστεί, βρίσκονται εκεί χωρίς να ξέρουν γιατί. Η Κόλαση του Δάντη μοιάζει με δημιούργημα του Ντίσνεϊ σε σύγκριση με αυτά τα κάτεργα. Καθημερινά ξεσπούν εξεγέρσεις στις φυλακές αυτές όπου επικρατεί αναβρασμός. Τότε οι δυνάμεις της τάξης χτυπούν στο ψαχνό τους ξεσηκωμένους και, κατά λάθος, σκοτώνουν όσους περισσότερους μπορούν. Έτσι διευθετείται, κάπως, το πρόβλημα της έλλειψης χώρου. Το 1992, στις φυλακές της Λατινικής Αμερικής όπου υπήρχαν σοβαρά προβλήματα υπερκορεσμού, έγιναν περισσότερες από πενήντα εξεγέρσεις κρατουμένων. Ο απολογισμός αυτών των εξεγέρσεων ήταν εννιακόσιοι νεκροί, που σχεδόν όλοι είχαν εκτελεστεί αν ψυχρώ.
Εξαιτίας των βασανιστηρίων, που κάνουν ακόμα και τους μουγκούς να κελαηδούν, πολλοί κρατούνται για αδικήματα που ποτέ δεν έκαναν˙ καλύτερα ένας αθώος πίσω από τα σίδερα παρά ένας ένοχος ελεύθερος. Άλλοι ομολογούν δολοφονίες που αποδεικνύονται παιχνιδάκια μπροστά στους άθλους κάποιων στρατηγών ή κλοπές που μοιάζουν αστείες σε σύγκριση με τις απάτες των εμπόρων και των τραπεζιτών ή σε σύγκριση με τις προμήθειες που εισπράττουν οι πολιτικοί κάθε φορά που πουλάνε ένα κομμάτι της χώρας. Οι στρατιωτικές δικτατορίες δεν υπάρχουν πια αλλά οι δημοκρατίες της Λατινικής Αμερικής έχουν τις φυλακές ασφυκτικά γεμάτες. Οι φυλακισμένοι είναι φτωχοί φυσικά, επειδή μόνο οι φτωχοί πάνε φυλακή σε χώρες όπου κανείς δεν φυλακίζεται όταν βουλιάζει μια ολοκαίνουργια γέφυρα, όταν πέφτει έξω μια τράπεζα ή όταν καταρρεύσει ένα κτίριο χωρίς θεμέλια.
Το σύστημα εξουσίας που κατασκευάζει τη φτώχεια κηρύσσει έναν ανελέητο πόλεμο κατά των ανθρώπων χωρίς ελπίδα, που το ίδιο έχει δημιουργήσει. Έναν αιώνα πριν, ο Ζορζ Βασέ ντε Λαπούζ απαιτούσε περισσότερες γκιλοτίνες για να εκκαθαρίσει τη φυλή. Ο Γάλλος στοχαστής πίστευε ότι όλες οι ιδιοφυίες είναι Γερμανοί και ήταν πεπεισμένος ότι μόνο η γκιλοτίνα θα μπορούσε να διορθώσει τα λάθη της φυσικής επιλογής και να σταματήσει την ανησυχητική αναπαραγωγή των μη ικανών και των εγκληματιών. «Καλός ληστής είναι ο νεκρός ληστής», λένε σήμερα όσοι απαιτούν μιαν αδυσώπητη κοινωνική αντιμετώπιση. Η κοινωνία έχει το δικαίωμα να σκοτώνει, για τη νόμιμη προάσπιση της δημόσιας υγείας που απειλείται από τους μολυσμένους μαχαλάδες με τους αργόσχολους και τους ναρκομανείς. Τα κοινωνικά προβλήματα έχουν αναχθεί σε αστυνομικά προβλήματα και η φωνή υπέρ της θανατικής ποινής ολοένα δυναμώνει. Πρόκειται για μια δίκαιη τιμωρία, λένε, η οποία περιορίζει τα έξοδα των φυλακών, ασκεί την ευεργετική επίδραση του εκφοβισμού και λύνει το πρόβλημα της υποτροπής, εξαλείφοντας όποιον θα μπορούσε να υποτροπιάσει. Πεθαίνοντας μαθαίνεις. Στις περισσότερες χώρες της Λατινικής Αμερικής ο νόμος δεν προβλέπει την εσχάτη των ποινών, παρ’ όλα αυτά η κρατική τρομοκρατία την επιβάλλει κάθε φορά που η προειδοποιητική βολή ενός αστυνομικού διαπερνάει το σβέρκο του υπόπτου και κάθε φορά που τα αποσπάσματα του θανάτου τουφεκίζουν ατιμωρητί. Είτε εν ονόματι του νόμου είτε εκτός νόμου, το κράτος προβαίνει σε προμελετημένες ανθρωποκτονίες εν ψυχρώ, χωρίς άλλο, όσο το κράτος σκοτώνει, τόσο θα συνεχίζονται οι μάχες στους δρόμους που έχουν μετατραπεί σε ουδέτερες ζώνες.
Η εξουσία κόβει και ξανακόβει τα παράσιτα, αλλά δεν μπορεί να επιτεθεί στη ρίζα χωρίς να βάλει σε κίνδυνο τη δική της ζωή. Καταδικάζεται ο εγκληματίας και όχι ο μηχανισμός που τον κατασκευάζει, όπως καταδικάζεται ο ναρκομανής και όχι ο τρόπος ζωής που δημιουργεί την ανάγκη για χημική παρηγοριά και την απαντοχή της φυγής. Έτσι απαλλάσσεται από κάθε ευθύνη η κοινωνική τάξη που πετάει στους δρόμους και στις φυλακές ολοένα περισσότερους ανθρώπους και προκαλεί ολοένα περισσότερη απελπισία και απόγνωση. Ο νόμος είναι σαν τον ιστό της αράχνης˙ μπορεί να πιάνει μύγες και άλλα μικρά έντομα αλλά δεν μπορεί να παρεμποδίσει τους μεγάλους κοριούς να περάσουν, επισημαίνει ο Ντάνιελ Ντρου. Περισσότερο από μισό αιώνα πριν ο ποιητής Χοσέ Χερνάντες είχε παρομοιάσει το νόμο με μαχαίρι: ποτέ δεν πληγώνει εκείνον που το κρατάει. Η επίσημη λογική ωστόσο επικαλείται το νόμο, λες και ο νόμος ισχύει για όλους και όχι μόνο για εκείνους τους δυστυχείς που δεν μπορούν να τον αποφύγουν. Οι φτωχοί κακοποιοί είναι κομπάρσοι της ταινίας˙ οι πλούσιοι κακοποιοί γράφουν το σενάριο και διευθύνουν τους ηθοποιούς.
Στο παρελθόν η αστυνομία υπηρετούσε ένα παραγωγικό σύστημα που είχε ανάγκη από άφθονα εργατικά χέρια και υπακοή. Η δικαιοσύνη τιμωρούσε τους άεργους και τα όργανά της τους έβαζαν στα εργοστάσια με τις ξιφολόγχες. Με τον τρόπο αυτό η ευρωπαϊκή βιομηχανική κοινωνία μετέτρεψε τους αγρότες σε προλετάριους και μπόρεσε να επιβάλλει στις πόλεις την πειθαρχία της εργασίας. Πως μπορεί κανείς να επιβάλλει, σήμερα, την πειθαρχία της υποαπασχόλησης; Τι τεχνικές υποχρεωτικής υποταγής μπορούν να λειτουργήσουν ενάντια στα αυξανόμενα πλήθη που δεν έχουν, ούτε θα έχουν, εργασία; Τι μπορεί να γίνει ώστε να μην αναποδογυρίσει η σχεδία όταν οι ναυαγοί είναι τόσοι πολλοί;
Στις μέρες μας λογική του κράτους είναι η λογική των οικονομικών αγορών που διαφεντεύουν τον κόσμο και προάγουν την κερδοσκοπία. Ο εκπρόσωπος των Ινδιάνων της Τσιάπας, υποδιοικητής Μάρκος, περιέγραψε την κατάσταση με μια εύστοχη έκφραση: παρακολουθούμε, είπε, το στριπτίζ του κράτους˙ το κράτος τα ξεφορτώνεται όλα εκτός από την καταστολή, το πιο προσωπικό και πολύτιμο ένδυμά του. Η ώρα της αλήθειας: Γιάννης κερνάει και Γιάννης πίνει. Το κράτος είναι χρήσιμο μόνο για να πληρώνει το εξωτερικό χρέος και να εξασφαλίζει την κοινωνική ειρήνη.
Το κράτος δολοφονεί τόσο με τη δράση του όσο και εξ αμελείας. Τέλη του 1995, ειδήσεις από τη Βραζιλία και τη Αργεντινή:
Εγκλήματα δράσης: η στρατιωτική αστυνομία του Ρίο ντα Τζανέιρο παραδέχεται ότι εκείνη τη χρονιά είχε σκοτώσει οκτώ φορές περισσότερους πολίτες απ’ ότι την προηγούμενη χρονιά και η αστυνομία προαστίων του Μπουένος Άιρες παραδέχεται ότι κυνηγάει τους έφηβους σαν τα σκυλιά.
Εγκλήματα εξ αμελείας: την ίδια εποχή, σαράντα νεφροπαθείς πέθαναν στο Καρουάρου, ένα χωριό στη βορειοανατολική Βραζιλία, επειδή το δημόσιο νοσοκομείο χρησιμοποιούσε για την αιμοκάθαρση μολυσμένο νερό˙ και στην επαρχία Μισιόνες, στη βορειοδυτική Αργεντινή, το πόσιμο νερό ήταν τόσο μολυσμένο από τα ζιζανιοκτόνα ώστε πολλά παιδιά γεννιούνταν με λαγωχειλία και παραμορφώσεις στο νωτιαίο μυελό. Στις φαβέλες, τις παραγκουπόλεις του Ρίο ντε Τζανέιρο, οι γυναίκες μεταφέρουν τσίγκινα δοχεία με νερό, βάζοντάς τα σαν κορόνες πάνω στο κεφάλι τους˙ και τα παιδιά σηκώνουν χαρταετούς στον αέρα να προειδοποιήσουν ότι έρχεται η αστυνομία. Όταν αρχίζει το καρναβάλι κατεβαίνουν από τις πλαγιές αυτές οι βασίλισσες και οι βασιλιάδες με το σκούρο δέρμα: περούκες με άσπρες μπουκλίτσες, φανταχτερά περιδέραια, μεταξωτοί μανδύες. Την Τετάρτη των Τεφρών, πρώτη μέρα της σαρακοστής, όταν τελειώσει πια το καρναβάλι και φύγουν οι τουρίστες, η αστυνομία συλλαμβάνει οποιονδήποτε εξακολουθεί να είναι μεταμφιεσμένος. Όλες τις υπόλοιπες μέρες του χρόνου το κράτος άλλο δεν κάνει παρά να κρατάει εντός των ορίων, με φωτιά και σίδερο, τους πληβείους που για μια στιγμούλα ήταν βασιλιάδες. Στις αρχές του αιώνα στο Ρίο υπήρχε μόνο μια φαβέλα. Στη δεκαετία του σαράντα, όταν πλέον οι παραγκουπόλεις είχαν αρχίσει να αυξάνονται, τις επισκέφτηκε ο συγγραφέας Στέφαν Τσβάϊχ: δε συνάντησε ούτε βία ούτε θλίψη. Σήμερα οι φαβέλες του Ρίο είναι περισσότερες από πεντακόσιες. Σ’ αυτές κατοικούν πολλοί εργαζόμενοι, φτηνά εργατικά χέρια που σερβίρουν το τραπέζι, πλένουν τα’ αυτοκίνητα, τα ρούχα και τα μπάνια των πλουσίων. Στις φαβέλες όμως κατοικούν και άνθρωποι αποκλεισμένοι τόσο από τη αφορά εργασίας όσο και από την καταναλωτική αγορά και οι οποίοι, σε ορισμένες περιπτώσεις, βρίσκουν χρήματα και ανακούφιση χάρη στα ναρκωτικά. Από τη σκοπιά της κοινωνίας που τις δημιούργησε, οι παραγκουπόλεις δεν είναι παρά λημέρια οργανωμένου εγκλήματος και διακίνησης της κοκαΐνης. Η στρατιωτική αστυνομία εισβάλλει σ’ αυτές πολύ συχνά, με επιχειρήσεις που θυμίζουν πόλεμο του Βιετνάμ, και δεκάδες ομάδες εξολόθρευσης αναλαμβάνουν την εκκαθάρισή τους. Οι νεκροί, αναλφάβητοι, παιδιά αναλφάβητων, είναι στην πλειοψηφία τους μαύροι έφηβοι.

Ας μιλήσουμε ξεκάθαρα

Τι Πρώτο Αστυνομικό Συνέδριο της Νοτίου Αμερικής έγινε στην Ουρουγουάη, το 1979, υπό καθεστώς στρατιωτικής δικτατορίας. Το Συνέδριο αποφάσισε να συνεχίσει τις δραστηριότητές του στη Χιλή, που επίσης βρισκόταν υπό καθεστώς στρατιωτικής δικτατορίας, προς όφελος των μεγάλων συμφερόντων που απαστράπτουν στην πορεία των λαών της Αμερικής, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην τελική απόφαση.
Σε αυτό το Συνέδριο του 1979 η αστυνομία της Αργεντινής, που επίσης βρισκόταν υπό το καθεστώς στρατιωτικής δικτατορίας, έριξε φως στο πως λειτουργούν οι δυνάμεις της τάξης στην πάλη τους κατά της παιδικής και νεανικής εγκληματικότητας. Η έκθεση της αστυνομίας της Αργεντινής έλεγε τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη. Παρά το ότι μοιάζει απλοϊκό θα το λέμε και θα το λέμε και θα το επαναλαμβάνουμε: αν θέλουμε να φτάσουμε στη ρίζα, στην ουσία, στη βάση της δυναμικής και της εξέλιξης της παραβατικότητας πρέπει να ανατρέξουμε στην οικογενειακή πραγματικότητα, ανεξάρτητα από το κοινωνικό, οικονομικό και πολιτιστικό επίπεδο… Ο στερημένος έφηβος προσπαθεί να βρει μοντέλα για να ταυτιστεί σε άλλες υποκουλτούρες (χίπις, υπόκοσμος, κ.τ.λ.….), παράγοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο μια ρωγμή στη διαδικασία της κοινωνικοποίησης… Η διατήρηση της δημόσιας τάξης υπερβαίνει το δι-ατομικό και, αναδιπλωνόμενη στο ενδο-ατομικό, ξαναβρίσκει αυτή τη μοναδική και αδιαχώριστη πραγματικότητα του ατομικού όντος… Οι στάσεις κάποιων ανηλίκων, που θα μπορούσαν να εκφυλιστούν σε ακατάλληλες συμπεριφορές, επικίνδυνες τόσο για τα άτομα όσο και για την κοινωνία, εύκολα εντοπίστηκαν, προσανατολίστηκαν και επιλύθηκαν.
Πριν από έναν αιώνα ο διευθυντής του αναμορφωτηρίου ανηλίκων του Ιλινόις είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το ένα τρίτο των έγκλειστων στο αναμορφωτήριο παιδιών δεν είχε σωτηρία. Αυτά τα παιδιά ήταν οι μελλοντικοί εγκληματίες «που αγαπούν τη ζωή, τη σάρκα και το Διάβολο». Δε διευκρίνισε όμως τι θα έπρεπε να γίνει με αυτό το ένα τρίτο˙ ωστόσο, ήδη από τότε, διάφοροι επιστήμονες, όπως για παράδειγμα ο Άγγλος σερ Σίριλ Μπερτ, πρότειναν να εξαλειφθεί η πηγή του εγκλήματος, δηλαδή οι φτωχοί, οι πολύ φτωχοί,, «εμποδίζοντας την αναπαραγωγή του είδους τους». Σήμερα, εκατό χρόνια αργότερα, οι χώρες του Νότου φέρονται στους πολύ φτωχούς σαν να είναι τοξικά απόβλητα. Οι χώρες του Βορρά εξάγουν στο Νότο τα επικίνδυνα βιομηχανικά απόβλητά τους και ξεμπερδεύουν μ’ αυτά, αλλά ο Νότος δεν μπορεί να εξάγει στο Βορρά τα επικίνδυνα ανθρώπινα απόβλητά του. Τι μπορεί να γίνει με τους πολύ φτωχούς που δεν έχουν σωτηρία; Οι σφαίρες κάνουν ο,τι μπορούν για να εμποδίσουν «την αναπαραγωγή του είδους τους», ενώ το Πεντάγωνο, η στρατιωτική εμπροσθοφυλακή του κόσμου, αναγγέλλει την ανανέωση του οπλοστασίου του: οι πόλεμοι του εικοστού πρώτου αιώνα  θα απαιτούν περισσότερα εξειδικευμένα όπλα για τις ταραχές στους δρόμους και τα πλιάτσικα. Σε ορισμένες πόλεις της Αμερικής, όπως λόγου χάριν στην Ουάσιγκτον ή στο Σαντιάγο της Χιλής, καθώς και σε αρκετές πόλεις της Μεγάλης Βρετανίας, υπάρχουν ήδη βιντεοκάμερες που επιτηρούν τους δρόμους.
Η καταναλωτική κοινωνία καταναλώνει επί ματαίω: Πράγματα, άνθρωποι: τα πράγματα, κατασκευασμένα ώστε να μη διαρκούν, πεθαίνουν λίγο καιρό αφότου γεννηθούν και οι άνθρωποι, που είναι καταδικασμένοι από την πρώτη στιγμή της ζωής τους, πληθαίνουν ολοένα περισσότερο. Τα εγκαταλελειμμένα παιδιά στους δρόμους της Μπογκοτά, στο παρελθόν λέγονταν χαμίνια, τώρα λέγονται αναλώσιμα και φέρουν το στίγμα του θανάτου. Οι παρακατιανοί, οι έσχατοι, είναι «οικονομικά μη βιώσιμοι», σύμφωνα με το τεχνικό λεξιλόγιο. Ο νόμος της αγοράς τους αποβάλλει, λόγω υπερεπάρκειας, φτηνών εργατικών χεριών. Τι μέλλον μπορεί να έχει το ανθρώπινο πλεόνασμα; Ο κόσμος τους ωθεί να εξαφανιστούν από προσώπου γης, τους λέει: «Δεν υπάρχετε, επειδή δεν αξίζει να υπάρχετε». Η επίσημη πραγματικότητα προσπαθεί να τους κρύψει ή να τους εξαφανίσει: η κοινότητα των περιθωριακών, που τα τελευταία χρόνια έχει εντυπωσιακά αυξηθεί στο Μπουένος Άιρες, λέγεται Κρυφή Πόλη και οι οικισμοί από τσίγκο και χαρτόκουτα, που ξεπετιούνται στις πλαγιές των λόφων και στις χωματερές της Πόλης του Μεξικού, λέγονται Χαμένες Πόλεις.
Το ίδρυμα Fundación Casa Alianza συζήτησε με περισσότερα από εκατόν σαράντα αρφανά ή εγκαταλελειμμένα παιδιά, που ζούσαν και ζουν στους δρόμους της πόλης της Γουατεμάλας: όλα είχαν πουλήσει το κορμί τους για λεφτά, όλα έπασχαν από ιάσιμες ασθένειες, όλα «σνίφαραν» κόλλα και διαλυτικά. Μια μέρα, στα μέσα του 1990, μια παρέα από αυτά τα παιδιά φλυαρούσε στο πάρκο όταν κάποιοι ένοπλοι όρμησαν και τα έβαλαν μέσα σε ένα καμιόνι. Ένα κοριτσάκι κρύφτηκε μέσα σε έναν κάδο σκουπιδιών και σώθηκε. Μερικές μέρες αργότερα βρέθηκαν τα πτώματα τεσσάρων παιδιών: δεν είχαν ούτε αυτιά, ούτε μάτια, ούτε γλώσσες. Η αστυνομία τους είχε δώσει ένα καλό μάθημα.
Τον Απρίλιο του 1997 ο Γκαλντίνο Χεσούς ντος Σάντος, ένας ιθαγενής αρχηγός που έκανε περιοδεία στη Βραζιλία, βρέθηκε καμένος σε μια στάση λεωφορείου την ώρα που κοιμόταν. Πηγαίνοντας να ξεφαντώσουν πέντε αγόρια καλών οικογενειών τον κατάβρεξαν με οινόπνευμα και του έβαλαν φωτιά. Δικαιολογήθηκαν λέγοντας:
-Νομίζαμε ότι ήταν ζητιάνος.
Ένα χρόνο αργότερα η δικαιοσύνη της Βραζιλίας τους καταδίκασε σε ασήμαντη ποινή φυλάκισης, λόγω αμφιβολιών, με τη δικαιολογία ότι δεν ήταν μια καθαρή και αποδεδειγμένη περίπτωση ανθρωποκτονίας. Ο εισαγγελέας της Δικαστικής Ανακριτικής Επιτροπής της ομοσπονδιακής περιφέρειας εξήγησε ότι τα αγόρια δεν είχαν χρησιμοποιήσει ούτε καν τη μισή από την εύφλεκτη ουσία που διέθεταν, γεγονός που αποδείκνυε ότι είχαν δράσει «με σκοπό να διασκεδάσουν και όχι να σκοτώσουν». Το κάψιμο των ζητιάνων είναι ένα σπορ στο οποίο επιδίδονται συχνά οι νέοι της υψηλής  κοινωνίας στη Βραζιλία, αλλά συνήθως η είδηση δεν εμφανίζεται στις εφημερίδες.
Οι αναλώσιμοι: παιδιά του δρόμου, αργόσχολοι, ζητιάνοι, πόρνες, τραβεστί, ομοφυλόφιλοι, πορτοφολάδες κι άλλοι μικροκλέφτες, ναρκομανείς, μεθύστακες, απόκληροι. Το 1993 οιαναλώσιμοι της Κολομβίας ξετρύπωσαν κάτω από τις πέτρες και συγκεντρώθηκαν για να διαμαρτυρηθούν: η διαδήλωση αγρίεψε όταν ανακοινώθηκε ότι οι ομάδες κοινωνικής εκκαθάρισης σκότωναν ζητιάνους και τους πουλούσαν για το μάθημα της ανατομίας στους φοιτητές της ιατρικής του Ελεύθερου Πανεπιστημίου της Μπαρανκίγια. Και τότε ο Νικολάς Μπουεναβεντούρα, ο παραμυθάς, τους διηγήθηκε την αληθινή ιστορία της Γένεσης τουΚόσμου. Στους απόβλητους του συστήματος ο Νικολάς είπε ότι όταν ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο, όλο και κάποιο κομματάκι του περίσσευε. Καθώς έπλαθε με τα χέρια του τον ήλιο και το φεγγάρι, τον χρόνο, τον κόσμο, τις θάλασσες και τα δάση, ο Θεός πέταγε στην άβυσσο ό,τι του περίσσευε, τα υπολείμματα.
Αλλά,  μες στην αφηρημάδα του, ο Θεός ξέχασε να δημιουργήσει τη γυναίκα και τον άντρα οπότε η γυναίκα κι ο άντρας δεν είχαν άλλη λύση παρά να φτιαχτούν μόνοι τους. Κι εκεί, στα βάθη της αβύσσου, μες στα σκουπίδια, η γυναίκα κι ο άντρας δημιουργήθηκαν μόνοι τους με ό,τι είχε πετάξει ο Θεός. Εμείς οι άνθρωποι έχουμε γεννηθεί από τα σκουπίδια και γι’ αυτό όλοι έχουμε κάτι από τη μέρα και κάτι από τη νύχτα και είμαστε όλοι χρόνος και χώμα και νερό και άνεμος.



*Αυτό το κείμενο αποτελεί απόσπασμα (σελ. 101 – 115) από το βιβλίο «ΕΝΑΣ ΚΟΣΜΟΣ ΑΝΑΠΟΔΑ» του Εντουάρντο Γκαλεάνο και κυκλοφορεί από τις ‘Εκδόσεις Πιρόγα’ σε μετάφραση της ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΖΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Eduardo Galeano “Patas arriba” 1998

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου