Σελίδες

Τρίτη 4 Σεπτεμβρίου 2012

Η Μικρασιατική εκστρατεία

ardin-rixi.gr



του Κώστα Χατζηαντωνιού από το Άρδην τ. 38 – 39

Η α­πό­φα­ση για την ε­πι­χεί­ρη­ση

Η ελ­λη­νι­κή διεκ­δί­κη­ση που προ­βλή­θη­κε, στο συ­νέ­δριο των Πα­ρι­σί­ων το 1918, ε­πί της Ιω­νί­ας δεν ε­δρα­ζό­ταν α­πλώς σε ι­δε­ο­λο­γι­κούς λό­γους (ε­θνι­κή ο­λο­κλή­ρω­ση) ή σε λό­γους αρ­χής (δι­καί­ω­μα αυ­το­διά­θε­σης των λα­ών δε­δο­μέ­νης της πλειο­ψη­φί­ας στο βι­λα­έ­τιο Σμύρ­νης) αλ­λά και σε ά­με­σα πρα­κτι­κούς σκο­πούς που α­να­φέ­ρο­νταν στην  προ­στα­σί­α της ζω­ής και της τι­μής του μι­κρα­σια­τι­κού ελ­λη­νι­σμού, ο ο­ποί­ος γνώ­ρι­ζε τα τε­λευ­ταί­α χρό­νια την πο­λι­τι­κή γε­νο­κτο­νί­ας που εί­χε ε­ξα­πο­λύ­σει το ε­γκλη­μα­τι­κό κο­μι­τά­το των Νε­ό­τουρ­κων.

Σύμ­φω­να με στοι­χεί­α του Οι­κου­με­νι­κού Πα­τριαρ­χεί­ου 773.915 Έλ­λη­νες (298.449 α­πό Μ. Α­σί­α, 257.019 α­πό Πό­ντο και 218.447 α­πό Α­νατ. Θρά­κη) εί­χαν ε­κτο­πι­στεί τα τε­λευ­ταί­α έ­ξι χρό­νια (και μά­λι­στα α­πό το 1913-1914, εν και­ρώ ει­ρή­νης τυ­πι­κά…) και απ’ αυ­τούς 250.000 δεν γύ­ρι­σαν πο­τέ. Εί­χαν βρει οι­κτρό θά­να­το στα ερ­γα­τι­κά τάγ­μα­τα, τα πρώ­τα στρα­τό­πε­δα συ­γκε­ντρώ­σε­ως του 20ού αιώ­να.
Δύ­ο σο­βα­ροί πα­ρά­γο­ντες δια­μόρ­φω­ναν στα τέ­λη του 1918 μια μο­να­δι­κή ευ­και­ρί­α ε­πέμ­βα­σης της Ελ­λά­δας στη Μ. Α­σί­α: πρώ­τον, η κα­τάρ­ρευ­ση του δόγ­μα­τος της ο­θω­μα­νι­κής α­κε­ραιό­τη­τας, που κυ­ριαρ­χού­σε για αιώ­νες στην α­να­το­λι­κή πο­λι­τι­κή των Δυ­τι­κών Δυ­νά­με­ων· δεύ­τε­ρον, η συ­ντρι­βή της Τουρ­κί­ας (αλ­λά και της Βουλ­γα­ρί­ας) κα­τά τον Α΄ Πα­γκό­σμιο Πό­λε­μο. Κα­τά τους ό­ρους της α­να­κω­χής, η Τουρ­κί­α έ­πρε­πε να πα­ρα­δώ­σει ό­λο τον ε­ξο­πλι­σμό και το στό­λο της και να α­πο­στρα­τευ­θεί. Αγ­γλι­κά και γαλ­λι­κά στρα­τεύ­μα­τα εί­χαν κα­τα­λά­βει την Κων­στα­ντι­νού­πο­λη και καί­ρια ση­μεί­α στην Α­να­το­λή ε­νώ για πα­ρό­μοια δρά­ση ε­τοι­μά­ζο­νταν και οι Ι­τα­λοί. Έ­νας βα­θύς δι­χα­σμός συ­ντη­ρη­τι­κών (ι­σλα­μι­στών) και ε­θνι­κι­στών α­πλω­νό­ταν σε ό­λη την τουρ­κι­κή κοι­νω­νί­α που πε­ρι­δε­ής έ­βλε­πε το φά­σμα του δια­με­λι­σμού.

Αν  στα πα­ρα­πά­νω συ­νυ­πο­λο­γί­σει κα­νείς την α­ριθ­μη­τι­κή υ­πε­ρο­χή των ελ­λη­νι­κών στρα­τιω­τι­κών δυ­νά­με­ων στο μέ­τω­πο της Ιω­νί­ας το 1919-1920 (υ­πε­ρο­χή που μό­λις το 1921 θα ι­σο­ζυ­γι­στεί ε­νώ το 1922 μό­νο το­πι­κά, στο μέ­τω­πο του Α­φιόν ό­που ε­πι­τί­θε­νται, έ­χουν υ­πε­ρο­χή οι Τούρ­κοι) αλ­λά και τα γε­νι­κό­τε­ρα δη­μο­γρα­φι­κά δε­δο­μέ­να –κα­μιά σχέ­ση με τη ση­με­ρι­νή διαφορά, τό­τε οι δύ­ο λα­οί, συ­νο­λι­κά εί­ναι πε­ρί­που ι­σο­δύ­να­μοι– συ­νει­δη­το­ποιεί κα­νείς ό­τι το γε­ω­στρα­τη­γι­κό πλαί­σιο της ε­πο­χής ή­ταν εκ­πλη­κτι­κά πρό­σφο­ρο για την α­νά­λη­ψη μιας πο­λι­τι­κής ε­θνι­κής α­πο­κα­τά­στα­σης του ελ­λη­νι­σμού στις ι­στο­ρι­κές του χώ­ρες. Μια ευ­και­ρί­α που κά­θε χί­λια χρό­νια πα­ρου­σιά­ζε­ται και την ο­ποί­α ο ελ­λα­δι­σμός έ­κα­με ό, τι μπο­ρού­σε για να τη χά­σει. Εκ των υ­στέ­ρων α­σφα­λείς κρί­σεις δεν έ­χουν κα­μιά ου­σια­στι­κή α­ξί­α. Μή­πως εκ των υ­στέ­ρων και η Ζυ­ρί­χη για το Κυ­πρια­κό δεν μας φαί­νε­ται σή­με­ρα ως μια α­νέ­φι­κτα ι­δα­νι­κή συν­θή­κη μπρο­στά στο ση­με­ρι­νό μας κα­τά­ντη­μα;

Η α­πε­λευ­θέ­ρω­ση της Σμύρ­νης δεν ή­ταν μια “α­πο­στο­λή” την ο­ποί­α εύ­κο­λα μας α­νέ­θε­σαν οι Σύμ­μα­χοι. Τα α­ποι­κια­κά τους συμ­φέ­ρο­ντα στην Α­να­το­λή, αλ­λη­λο­συ­γκρουό­με­να εν πολ­λοίς, κα­θι­στού­σαν ε­ξαι­ρε­τι­κά δύ­σκο­λη την α­να­γνώ­ρι­ση των ελ­λη­νι­κών δι­καί­ων. Οι Σύμ­μα­χοι δεν εί­χαν α­πο­σα­φη­νί­σει τα σχέ­διά τους για το μέλ­λον της ο­θω­μα­νι­κής αυ­το­κρα­το­ρί­ας μέ­χρι το τέ­λος του πο­λέ­μου. Μας α­ρέ­σει- δεν μας α­ρέ­σει (έ­τσι προ­χω­ρεί η ι­στο­ρί­α), η εκ­δί­ω­ξη των Τούρ­κων α­πό την Ευ­ρώ­πη και η α­πε­λευ­θέ­ρω­ση των χρι­στια­νι­κών πλη­θυ­σμών που εί­χαν γνω­ρί­σει τρο­με­ρές διώ­ξεις τα τε­λευ­ταί­α χρό­νια έ­πρε­πε να συν­δυα­στεί με τα στρα­τη­γι­κά και οι­κο­νο­μι­κά συμ­φέ­ρο­ντα των Δυ­νά­με­ων στην Εγ­γύς Α­να­το­λή. Η Ρω­σί­α, σο­βιε­τι­κή πια, ή­ταν ε­κτός μά­χης σε αυ­τή την α­να­δια­νο­μή. Α­ντί­θε­τα, έ­πρε­πε να συ­νυ­πο­λο­γι­στεί  και η α­ντι­με­τώ­πι­σή της, στην ο­ποια­δή­πο­τε συμ­φω­νί­α. Μέ­σα σε έ­να πε­ρι­βάλ­λον α­μεί­λι­κτων συμ­φε­ρό­ντων, η δι­πλω­μα­τι­κή ι­διο­φυ­ί­α του Ελ. Βε­νι­ζέ­λου υ­πήρ­ξε α­πο­φα­σι­στι­κός πα­ρά­γο­ντας για τη δυ­να­μι­κή προ­βο­λή των ελ­λη­νι­κών διεκ­δι­κή­σε­ων και την ε­πί­τευ­ξη των ελ­λη­νι­κών στό­χων. Πυ­ρή­νας της ι­διο­φυούς πο­λι­τι­κής η σύν­δε­ση ελ­λη­νι­κών και δυ­τι­κών συμ­φε­ρό­ντων, κά­τι που εί­ναι τε­λεί­ως δια­φο­ρε­τι­κό τό­σο α­πό την “α­νε­ξαρ­τη­σιο­λο­γι­κή” δη­μο­κο­πί­α του πα­λαιο­κομ­μα­τι­σμού, ό­σο και α­πό την πε­λα­τεια­κή νο­ο­τρο­πί­α της με­τα­πο­λε­μι­κής ε­θνι­κο­φρο­σύ­νης.

Ο Ελευθέριος Βενιζέλος
Ο Βε­νι­ζέ­λος έ­πει­σε τους Άγ­γλους ό­τι η Ελ­λά­δα μπο­ρού­σε να εί­ναι, με­τά την κα­τάρ­ρευ­ση της Τουρ­κί­ας, το πο­λύ­τι­μο α­ντί­βα­ρο α­πέ­να­ντι στη Σο­βιε­τι­κή Ρω­σί­α και ο α­να­ντι­κα­τά­στα­τος ε­ταί­ρος των Άγ­γλων στην Εγ­γύς Α­να­το­λή. Ε­ξα­σφά­λι­σε τη συ­γκα­τά­θε­ση των Γάλ­λων (που ή­ταν οι κυ­ριό­τε­ροι  προ­πο­λε­μι­κοί πι­στω­τές της Τουρ­κί­ας) με τη συμ­με­το­χή της Ελ­λά­δας στην εκ­στρα­τεί­α της Ου­κρα­νί­ας. Α­νέ­πτυ­ξε κα­λές σχέ­σεις με τις Η.Π.Α. υ­ιο­θε­τώ­ντας με εν­θου­σια­σμό τις ι­δέ­ες του προ­έ­δρου Ου­ίλ­σον για την Κοι­νω­νί­α των Ε­θνών. Πέ­τυ­χε να βρει φόρ­μου­λα συ­νερ­γα­σί­ας α­κό­μη και με τους Ι­τα­λούς των ο­ποί­ων τα συμ­φέ­ρο­ντα (Μ. Α­σί­α, Δω­δε­κά­νη­σος, Β. Ή­πει­ρος) ή­σαν ευ­θέ­ως α­ντί­θε­τα με αυ­τά της Ελ­λά­δας. Την αυ­γή της 2ας Μα­ΐ­ου 1919 (με­τά α­πό έ­ναν δι­πλω­μα­τι­κό μα­ρα­θώ­νιο το τε­λευ­ταί­ο δε­κα­ή­με­ρο του Α­πρι­λί­ου), τα ελ­λη­νι­κά πλοί­α ει­σήλ­θαν στον κόλ­πο της Σμύρ­νης. Πό­θοι αιώ­νων γί­νο­νταν πραγ­μα­τι­κό­τη­τα.

Ο θρί­αμ­βος

Οι ελ­λη­νι­κές δυ­νά­μεις α­πε­λευ­θέ­ρω­σαν την προ­κα­θο­ρι­σμέ­νη πε­ριο­χή του βι­λα­ε­τί­ου Σμύρ­νης (προς Β. ως το Α­ϊ­βα­λί και προς Ν. ως την Έ­φε­σο) αλ­λά μέ­χρι τον Ιού­νιο του 1920 δεν ε­πι­τρά­πη­κε η προ­έ­λα­σή τους. Συ­νέ­πεια: να δο­θεί χρό­νος στην α­νά­πτυ­ξη του κε­μα­λι­κού κι­νή­μα­τος που ορ­γά­νω­σετους ατάκτους σε ε­θνι­κι­στι­κό κί­νη­μα και ε­πι­βλή­θη­κε στο σκλη­ρό εμ­φύ­λιο πό­λε­μο με τις νο­μι­μό­φρο­νες σουλ­τα­νι­κές και ι­σλα­μι­κές δυ­νά­μεις. Οι ελ­λη­νι­κές πιέ­σεις για συ­ντρι­βή του κι­νή­μα­τος αυ­τού α­πέ­δω­σαν μό­λις τον Ιού­νιο του 1920 ό­ταν οι κε­μα­λι­κές δυ­νά­μεις α­πει­λού­σαν την Κων­στα­ντι­νού­πο­λη και τα Στε­νά. Με μια θυελ­λώ­δη ε­ξόρ­μη­ση που άρ­χι­σε στις 9 Ιου­νί­ου, ο ελ­λη­νι­κός στρα­τός α­πε­λευ­θέ­ρω­σε ευ­ρύ­τα­τη πε­ριο­χή της Δυ­τι­κής και της Βο­ρειο­δυ­τι­κής Μι­κράς Α­σί­ας. Στη συ­νέ­χεια α­πε­λευ­θε­ρώ­θη­κε η Α­νατ. Θρά­κη με συν­δυα­σμέ­νη ε­πι­χεί­ρη­ση α­πό τον Έ­βρο και την Προ­πο­ντί­δα, με υ­πο­στή­ρι­ξη του αγ­γλι­κού πο­λε­μι­κού ναυ­τι­κού. Το η­θι­κό των Τούρ­κων κα­τέρ­ρευ­σε. Έ­να μή­να αρ­γό­τε­ρα, ο δρό­μος για τη Με­γά­λη Ελ­λά­δα, σφρα­γι­ζό­ταν στις Σέ­βρες. Οι στρα­τιω­τι­κές ε­πι­χει­ρήσεις του κα­λο­και­ριού του 1920 α­νά­γκα­σαν την Πύ­λη να υ­πο­κύ­ψει στο συμ­μα­χι­κό τε­λε­σί­γρα­φο.

Στις 28 Ιου­λί­ου/10 Αυ­γού­στου 1920, στη με­γά­λη αί­θου­σα του δη­μαρ­χεί­ου των Σε­βρών, οι α­ντι­πρό­σω­ποι των Συμ­μά­χων και των συ­να­σπι­σμέ­νων Δυ­νά­με­ων υ­πέ­γρα­ψαν την τε­λευ­ταί­α συν­θή­κη ει­ρή­νης του Α΄ Πα­γκο­σμί­ου Πο­λέ­μου, τη συν­θή­κη με την ο­θω­μα­νι­κή αυ­το­κρα­το­ρί­α. Με τη συν­θή­κη πα­ρα­σχέ­θη­κε στην Ελ­λά­δα πε­ντα­ε­τής ε­ντο­λή για την πε­ριο­χή Σμύρ­νης, με­τά το τέ­λος της ο­ποί­ας θα γι­νό­ταν αί­τη­ση και δη­μο­ψή­φι­σμα για προ­σάρ­τη­σή της στην Ελ­λά­δα. Τυ­πι­κά η πε­ριο­χή πα­ρα­μέ­νει υ­πό τουρ­κι­κή κυ­ριαρ­χί­α, αλ­λά με­τα­βι­βά­ζε­ται στην ελ­λη­νι­κή κυ­βέρ­νη­ση η ε­νά­σκη­ση των κυ­ριαρ­χι­κών δι­καιω­μά­των στην πε­ριο­χή και διοι­κεί­ται α­πό Έλ­λη­να ύ­πα­το αρ­μο­στή και το­πι­κή α­ντι­προ­σω­πευ­τι­κή συ­νέ­λευ­ση.

Η Τουρ­κί­α πα­ραι­τή­θη­κε απ’ ό­λα τα α­ρα­βι­κά ε­δά­φη Συ­ρί­ας, Με­σο­πο­τα­μί­ας, Πα­λαι­στί­νης και Χε­τζά­ζης, α­πό κά­θε κυ­ριαρ­χι­κό δι­καί­ω­μα στη Δω­δε­κά­νη­σο και τη Λι­βύ­η υ­πέρ της Ι­τα­λί­ας, στην Αί­γυ­πτο και την Κύ­προ υ­πέρ της Μ. Βρε­τα­νί­ας. Η Δυ­τι­κή και η Α­να­το­λι­κή Θρά­κη εν­σω­μα­τώ­νο­νται στην Ελ­λά­δα ε­νώ η Κων­στα­ντι­νού­πο­λη πα­ρα­μέ­νει στην τουρ­κι­κή κυ­ριαρ­χί­α, υ­πό ό­ρους. Τα Στε­νά α­πο­στρα­τιω­τι­κο­ποιού­νται και  διε­θνο­ποιού­νται. Κα­τα­κυ­ρώ­νο­νται ε­πί­σης στην Ελ­λά­δα ό­λα τα νη­σιά του Αι­γαί­ου, συ­μπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νων της Ίμ­βρου και της Τε­νέ­δου. Ε­ξάλ­λου, με την ελ­λη­νο­ϊ­τα­λι­κή συν­θή­κη (που εί­χε προ­ε­τοι­μά­σει η συμ­φω­νί­α Τι­τό­νι- Βε­νι­ζέ­λου, 29-7-1919), η Ι­τα­λί­α πα­ραι­τεί­ται υ­πέρ της Ελ­λά­δος α­πό τα κυ­ριαρ­χι­κά της δι­καιώ­μα­τα στη Δω­δε­κά­νη­σο πλην Ρό­δου, στην ο­ποί­α θα πα­ρα­χω­ρού­σε ευ­ρεί­α το­πι­κή αυ­το­νο­μί­α και πλή­ρη ε­θνι­κά και θρη­σκευ­τι­κά δι­καιώ­μα­τα. Με­τά α­πό δε­κα­πέ­ντε χρό­νια και αν η Βρε­τα­νί­α α­πέ­δι­δε την Κύ­προ στην Ελ­λά­δα θα μπο­ρού­σε και ο λα­ός της Ρό­δου με δη­μο­ψή­φι­σμα να α­πο­φα­σί­σει για την τύ­χη του. Προ­ε­βλέ­πε­το α­κό­μη αυ­τό­νο­μο κρά­τος του Κουρ­δι­στάν και α­νε­ξάρ­τητο αρ­με­νι­κό κρά­τος, με έ­ξο­δο στον Εύ­ξει­νο. Τέ­λος, η Γαλ­λί­α και η Βρε­τα­νί­α πα­ραι­τού­νται α­πό τα δι­καιώ­μα­τα εγ­γυ­η­τριών Δυ­νά­με­ων που το 1832 και το 1863 εί­χαν α­να­γνω­ρι­στεί με τις συν­θή­κες του Λον­δί­νου.

Μέ­σα στο ό­νει­ρο της Ελ­λά­δας των δύ­ο η­πεί­ρων και των πέ­ντε θα­λασ­σών, λί­γοι διεί­δαν ό­τι ο πό­λε­μος και ο α­γώ­νας δεν εί­χαν τε­λειώ­σει και ό­τι τώ­ρα α­παι­τεί­το η έ­ντα­ση της προ­σπά­θειας του έ­θνους και η ο­μο­ψυ­χί­α του. Κι ό­μως. Δύο μέ­ρες με­τά την υ­πο­γρα­φή της ει­ρή­νης των Σε­βρών, δύο α­πό­τα­κτοι βα­σι­λι­κοί α­ξιω­μα­τι­κοί α­πο­πει­ρά­θη­καν να δο­λο­φο­νή­σουν στο Πα­ρί­σι, στο σταθ­μό της Λυών, τον Ε­λευ­θέ­ριο Βε­νι­ζέ­λο. Ο α­ντι­βε­νι­ζε­λι­σμός που κα­τήγ­γελ­λε τον Βε­νι­ζέ­λο ως… δι­κτά­το­ρα (για­τί εί­χε, σε και­ρό πο­λέ­μου, στρα­τιω­τι­κό νό­μο!) ζη­τού­σε επιτακτικά ε­κλο­γές. Τα κομ­μα­τι­κά πά­θη έ­φθα­σαν σε πρω­το­φα­νή ση­μεί­α.

Η μοι­ραί­α με­τα­πο­λί­τευ­ση

Η λα­ϊ­κή δυ­σα­ρέ­σκεια και η κό­πω­ση α­πό μια δε­κα­ε­τί­α σχε­δόν ε­πι­στρα­τεύ­σε­ων και πο­λέ­μων, οι ε­πι­τά­ξεις, ο α­πο­κλει­σμός, τα στρα­τιω­τι­κά μέ­τρα, η κα­τά­χρη­ση ε­ξου­σί­ας πολ­λών α­στυ­νο­μι­κών ορ­γά­νων και κυ­ρί­ως η δη­μα­γω­γί­α της α­ντι­πο­λί­τευ­σης για “ε­πι­στρο­φή των παι­διών μας α­πό το μέ­τω­πο” ε­νά­ντια στο “φι­λο­πό­λε­μο” Βε­νι­ζέ­λο, εί­χαν φθεί­ρει την ει­κό­να του με­γα­λεί­ου της Ελ­λά­δας των δύ­ο η­πεί­ρων και των πέ­ντε θα­λασ­σών που εί­χε ε­πι­τύ­χει να κά­νει πραγ­μα­τι­κό­τη­τα ο Βε­νι­ζέ­λος. Η κα­τά­στα­ση έ­γι­νε δρα­μα­τι­κή με­τά τον θά­να­το (12/25 Ο­κτω­βρί­ου) α­πό ση­ψαι­μί­α του βα­σι­λιά Α­λέ­ξαν­δρου, τον ο­ποί­ο με­ρι­κές ε­βδο­μά­δες πριν εί­χε δα­γκώ­σει έ­νας πί­θη­κος στον κή­πο των α­να­κτό­ρων του Τα­το­ΐ­ου. Το συ­νταγ­μα­τι­κό ζή­τη­μα και η ε­πι­στρο­φή του Κων­στα­ντί­νου έ­γι­νε τό­τε το κε­ντρι­κό ε­κλο­γι­κό σύν­θη­μα των α­ντι­βε­νι­ζε­λι­κών.
Η επάνοδος του Κωνσταντίνου οδήγησε στη κατάρρευση της διεθνούς Θέσης  της χώρας , αλλά και συνέπεσε  με την έλλειψη εμπνευσμένης πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας

Οι ε­κλο­γές της 1ης Νο­εμ­βρί­ου 1920 έ­δω­σαν την α­πό­λυ­τη πλειο­ψη­φί­α στη Βου­λή στην Η­νω­μέ­νη Α­ντι­πο­λί­τευ­ση που εί­χε κυ­ριαρ­χή­σει στην Πα­λαιά Ελ­λά­δα και υ­περ­ψη­φί­στη­κε α­πό ό­λες τις μειο­νό­τη­τες (Μου­σουλ­μά­νοι, Βούλ­γα­ροι, Ε­βραί­οι) αλ­λά και α­πό το νε­ό­τευ­κτο Κομ­μου­νι­στι­κό Κόμ­μα. Η ψή­φος της 1ης Νο­εμ­βρί­ου υ­πήρ­ξε η αρ­χή του τέ­λους για τον μι­κρα­σια­τι­κό Ελ­λη­νι­σμό και τη Με­γά­λη Ελ­λά­δα. Η συμ­μα­χι­κή συν­διά­σκε­ψη του Λον­δί­νου ε­πέ­δω­σε στις 20 Νο­εμ­βρί­ου στην κυ­βέρ­νη­ση Ράλ­λη μνη­μό­νιο με σα­φείς α­πει­λές: Η ε­πι­στρο­φή Κων­στα­ντί­νου θα θε­ω­ρεί­το “μη φι­λι­κή ε­νέρ­γεια”, η Ελ­λά­δα θα έ­παυε να θε­ω­ρεί­ται σύμ­μα­χος-ε­ντο­λο­δό­χος της Α­ντά­ντ, θα διε­κό­πτε­το κά­θε οι­κο­νο­μι­κή υ­πο­στή­ρι­ξη και θα ε­πα­νε­ξε­τα­ζό­ταν ο­λό­κλη­ρη η πο­λι­τι­κή τους για την Εγ­γύς Α­να­το­λή χω­ρίς κα­μί­α δέ­σμευ­ση. Πα­ρά τις προ­ει­δο­ποι­ή­σεις των Συμ­μά­χων, η νέ­α κυ­βέρ­νη­ση ορ­γά­νω­σε δη­μο­ψή­φι­σμα στις 22 Νο­εμ­βρί­ου, ό­που η ε­πά­νο­δος του Κων­στα­ντί­νου υ­περ­ψη­φί­στη­κε με 99% (!) και στις 6/19 Δε­κεμ­βρί­ου ο μο­νάρ­χης ε­πέ­στρε­ψε στην Ελ­λά­δα.

Α­κο­λού­θη­σαν ευ­ρεί­ας έ­κτα­σης εκ­κα­θα­ρί­σεις στη Δη­μό­σια Διοί­κη­ση, τη Δι­καιο­σύ­νη, την Εκ­κλη­σί­α, την Παι­δεί­α και τον Στρα­τό. Α­ντι­κα­τα­στά­θη­καν ό­λοι οι βε­νι­ζε­λι­κοί νο­μάρ­χες, δή­μαρ­χοι, κοι­νο­τάρ­χες και σχε­δόν ό­λοι οι α­ξιω­μα­τι­κοί α­πό τον βαθ­μό του συ­νταγ­μα­τάρ­χη. Τα αί­τια της μι­κρα­σια­τι­κής τρα­γω­δί­ας α­νι­χνεύ­ο­νται σε αυ­τήν α­κρι­βώς τη με­τα­πο­λί­τευ­ση που εί­χε ως συ­νέ­πειες:

Α. Κα­τάρ­ρευ­ση της διε­θνούς θέ­σης της χώ­ρας. Η Ελ­λά­δα α­νέ­λα­βε τον μι­κρα­σια­τι­κό α­γώ­να ως ε­ντο­λο­δό­χος της Α­ντά­ντ, στο πλαί­σιο των α­πο­φά­σε­ων ε­νός συ­νε­δρί­ου ει­ρή­νης με­τά τον πό­λε­μο της Α­ντά­ντ ε­να­ντί­ον και της Τουρ­κί­ας. Η α­νά­δει­ξη στην Α­θή­να κυ­βέρ­νη­σης α­πό τις δυ­νά­μεις που α­ντε­τί­θε­ντο στην εί­σο­δο στον πό­λε­μο στο πλευ­ρό της Α­ντά­ντ και η ε­πι­στρο­φή του Κων­στα­ντί­νου (που στη Γαλ­λί­α ή­ταν μι­ση­τός ό­σο και ο Κά­ι­ζερ) α­πο­δέ­σμευαν η­θι­κά τις δυ­νά­μεις της Α­ντά­ντ α­πό τις υ­πο­χρε­ώ­σεις τους προς μια σύμ­μα­χο αλ­λά και α­πό τη συ­νέ­χι­ση μιας α­ντι­τουρ­κι­κής πο­λι­τι­κής στο ό­νο­μα του Α΄ Πα­γκο­σμί­ου Πο­λέ­μου. Η ελ­λη­νο­τουρ­κι­κή σύ­γκρου­ση, α­πό κε­φά­λαιο του πα­γκό­σμιου πο­λέ­μου, έ­γι­νε δι­με­ρές ζή­τη­μα. Οι Δυ­νά­μεις υ­ιο­θέ­τη­σαν έ­τσι μια στά­ση ε­χθρι­κής α­να­μο­νής και ου­δε­τε­ρό­τη­τας, που θα γί­νει στη συ­νέ­χεια (α­πό Γαλ­λί­α και Ι­τα­λί­α) α­νοι­χτή συ­νερ­γα­σί­α με τον Κε­μάλ, ο ο­ποί­ος άλ­λω­στε έ­χει α­φει­δή βο­ή­θεια και α­πό τη Σο­βιε­τι­κή Ρω­σί­α. Ο κίν­δυ­νος τουρ­κο­σο­βιε­τι­κής συμ­μα­χί­ας θα ε­πη­ρε­ά­σει ση­μα­ντι­κά τη Δυ­τι­κή δι­πλω­μα­τί­α κα­θώς έ­βλε­πε να α­να­βιώ­νει, με άλ­λο πρό­σω­πο, ο πα­λαιός ρω­σι­κός κίν­δυ­νος. Μό­νο η Αγ­γλί­α προ­σπα­θεί να στη­ρί­ξει την ελ­λη­νι­κή προ­σπά­θεια. Ή­ταν ό­μως μια στή­ρι­ξη θε­ω­ρη­τι­κή και συμ­βου­λευ­τι­κή, χω­ρίς κα­μί­α οι­κο­νο­μι­κή ή στρα­τιω­τι­κή υ­λο­ποί­η­ση.
Β. Έλ­λει­ψη ε­μπνευ­σμέ­νης πο­λι­τι­κής και στρα­τιω­τι­κής η­γε­σί­ας. Η α­πο­μά­κρυν­ση του Βε­νι­ζέ­λου στέ­ρη­σε τη χώ­ρα α­πό μια προ­σω­πι­κό­τη­τα πα­γκο­σμί­ου κύ­ρους που μπο­ρού­σε να ε­πι­τύ­χει τις βέλ­τι­στες δυ­να­τές δι­πλω­μα­τι­κές πα­ρα­χω­ρή­σεις α­πό τους συμ­μά­χους. Με τον ρε­α­λι­σμό του εί­χε α­πο­δεί­ξει ό­τι θα ή­ταν δυ­να­τόν, μό­νον αυ­τός, να α­να­λά­βει το κό­στος ε­νός συμ­βι­βα­σμού με την κε­μα­λι­κή Τουρ­κί­α και να δια­σώ­σει του­λά­χι­στον τον ελ­λη­νι­σμό της Α­να­το­λι­κής Θρά­κης αν ό­χι και της πε­ριο­χής Σμύρ­νης. Τον Η­γέ­τη αυ­τόν δια­δέ­χθη­καν α­νί­κα­νοι πο­λι­τευ­τές. Δυο α­ντι­βε­νι­ζε­λι­κοί πα­ρά­γο­ντες, ο Δού­σμα­νης στα Α­πο­μνη­μο­νεύ­μα­τά του και ο Με­τα­ξάς στο Η­με­ρο­λό­γιό του, εί­ναι α­πο­κα­λυ­πτι­κοί για την α­νι­κα­νό­τη­τα των με­τα­νο­εμ­βρια­νών κυ­βερ­νή­σε­ων.

Στο στρα­τιω­τι­κό πε­δί­ο, οι εκ­κα­θα­ρί­σεις των ε­μπει­ρο­πό­λε­μων α­ξιω­μα­τι­κών, με α­ντι­κα­τα­στά­σεις και με­τα­θέ­σεις, εί­χαν δυ­σμε­νέ­στα­τη πο­λε­μι­κή και η­θι­κή ε­πί­δρα­ση. Α­ντι­κα­τα­στά­θη­καν με ά­κα­πνους και α­πό­τα­κτους α­ξιω­μα­τι­κούς (ε­πα­νήλ­θαν 1.500 α­πό­τα­κτοι και α­πό­στρα­τοι) οι πο­λέ­μαρ­χοι της Α­μύ­νης και ό­λοι σχε­δόν οι ε­πι­τε­λείς και οι διοι­κη­τές σω­μά­των, με­ραρ­χιών και συ­νταγ­μά­των αλ­λά και πολ­λοί κα­τώ­τε­ροι α­ξιω­μα­τι­κοί, α­πό η­γή­το­ρες χω­ρίς κα­μιά πεί­ρα με­τά τους Βαλ­κα­νι­κούς και με ά­γνοια των συν­θη­κών του μι­κρα­σια­τι­κού με­τώ­που. Συγ­χρό­νως, με την ά­φρο­να ε­πι­χεί­ρη­ση προς Ά­γκυ­ρα χά­θη­κε το ε­να­πο­μεί­ναν άν­θος της Στρα­τιάς. Στη συ­νέ­χεια, η ει­ρη­νι­στι­κή προ­πα­γάν­δα (πα­λαιο­κομ­μα­τι­κή και κομ­μου­νι­στι­κή) για το μά­ταιο των θυ­σιών και οι πλη­ρο­φο­ρί­ες πε­ρί α­πο­χώ­ρη­σης υ­πέ­σκα­ψαν το η­θι­κό του ε­πί δέ­κα χρό­νια δο­κι­μα­ζό­με­νου στρα­τιώ­τη. Ό­σο για τον “στρα­τη­λά­τη” Κων­στα­ντί­νο προ­κρί­θη­κε να μην α­να­μι­χθεί στις ε­πι­χει­ρή­σεις θέ­το­ντας σε κίν­δυ­νο το γό­η­τρο που η ι­διο­φυ­ί­α του Βε­νι­ζέ­λου του εί­χε προ­σπο­ρί­σει το 1912-13.

Α­σφα­λώς η συν­θή­κη των Σε­βρών δεν έ­λυ­νε το μι­κρα­σια­τι­κό, ού­τε με την πα­ρα­μο­νή του Βε­νι­ζέ­λου στην ε­ξου­σί­α ή­ταν βέ­βαι­η η αί­σια έκ­βα­ση της εκ­στρα­τεί­ας. Η με­τα­πο­λί­τευ­ση ή­ταν πρό­φα­ση για τις Δυ­νά­μεις αλ­λά α­ντι­κει­με­νι­κά προ­σέ­φε­ρε τη δυ­να­τό­τη­τα που τό­σο ή­θε­λαν αυ­τές για να α­πα­γκι­στρω­θούν α­πό την “πε­ρι­πέ­τεια” στη Μ. Α­σί­α που η δι­πλω­μα­τι­κή ι­διο­φυ­ί­α του Βε­νι­ζέ­λου τις εί­χε πα­ρα­σύ­ρει. Α­πο­τε­λεί ω­στό­σο α­πα­ρά­δε­κτη χάλ­κευ­ση της ι­στο­ρί­ας η ε­ξί­σω­ση των ε­πα­να­στα­τι­κών δυ­νά­με­ων του ελ­λη­νι­κού λα­ού (ό­πως λά­μπουν μέ­σα α­πό τα κι­νή­μα­τα του 1909 και του 1916) με τον ε­σμό του πα­λαιο­κομ­μα­τι­σμού και της α­στι­κο­τσι­φλι­κά­δι­κης τά­ξης που διέ­βλε­ψαν στη Με­γά­λη Ελ­λά­δα τον κίν­δυ­νο να στε­ρη­θούν ο­ρι­στι­κά τα α­ντι­λα­ϊ­κά τους προ­νό­μια. Ο Βε­νι­ζέ­λος δεν α­πο­τε­λεί πα­ρά τον συμ­βο­λι­κό εκ­φρα­στή αυ­τών των ε­πα­να­στα­τι­κών δυ­νά­με­ων και ο Κων­στα­ντί­νος ε­κεί­νης της τά­ξης, σε μια α­ντι­πα­ρά­θε­ση που α­σφα­λώς δεν ή­ταν προ­σω­πι­κή. Δυ­στυ­χώς, η ι­δε­ο­κρα­τι­κή ο­μί­χλη των θε­ω­ριών πε­ρί “ε­θνι­κού δι­χα­σμού” (λες και δεν εί­χαν τέ­τοιον δι­χα­σμό ως το 1922 και οι Τούρ­κοι), που ε­πι­βλή­θη­κε α­πό τη με­τα­πο­λε­μι­κή ε­θνι­κο­φρο­σύ­νη για να κα­λυ­φθούν οι α­μαρ­τί­ες της (με τη συ­ναί­νε­ση μιας μι­κρο­ελ­λα­δι­κής α­ρι­στε­ράς που προ­τι­μού­σε τις σο­βιε­τι­κές ι­δε­ο­λη­ψί­ες α­πό τη διαυ­γή α­νά­λυ­ση ε­νός Δρα­κού­λη ή ε­νός Γιαν­νιού), συ­σκό­τι­σε τις αι­τί­ες και βύ­θι­σε λα­ό και δια­νο­ού­με­νους στη γνώ­ρι­μη αυ­το­ϊ­κα­νο­ποί­η­ση που ρί­χνει τις ευ­θύ­νες για την ε­θνι­κή μας α­θλιό­τη­τα πά­ντα σε κά­ποιους κα­κούς ξέ­νους ή στις λα­ϊ­κί­στι­κες θε­ω­ρί­ες των πε­τρε­λαί­ων…

Πο­ρεί­α προς α­να­το­λάς


Στις 23 Δε­κεμ­βρί­ου 1920, το Γ΄ Σώ­μα κι­νή­θη­κε σε α­να­γνω­ρι­στι­κή ε­πι­χεί­ρη­ση προς το Ε­σκή Σε­χήρ για να “μά­θουν” οι νέ­οι διοι­κη­τές το μέ­τω­πο! Οι ελ­λη­νι­κές δυ­νά­μεις υ­πο­χώ­ρη­σαν στη βά­ση τους ό­ταν συ­νά­ντη­σαν ι­σχυ­ρή α­ντί­στα­ση στο Ί­νο­νου και έ­τσι δό­θη­κε η ε­ντύ­πω­ση, που με­θο­δι­κά καλ­λιέρ­γη­σαν Γάλ­λοι και Ι­τα­λοί, ό­τι ο ελ­λη­νι­κός στρα­τός α­πο­κρού­στη­κε. Η συ­νέ­πεια ή­ταν η α­να­πτέ­ρω­ση του τουρ­κι­κού η­θι­κού. Τρί­α ελ­λη­νι­κά Σώ­μα­τα εί­χαν α­να­πτυ­χθεί πλέ­ον στην πε­ριο­χή της Δ. και ΒΔ. Μι­κράς Α­σί­ας. Η με­γά­λη α­πό­στα­ση Α΄ και Γ΄ Σώ­μα­τος και η ο­ρει­νή δια­μόρ­φω­ση του ε­δά­φους δη­μιουρ­γού­σαν σο­βα­ρό κίν­δυ­νο διά­σπα­σης της ελ­λη­νι­κής στρα­τιάς και κιν­δύ­νους α­πο­κο­πής των ε­πι­κοι­νω­νιών με τα με­τό­πι­σθεν. Ο ελ­λη­νι­κός στρα­τός έ­πρε­πε λοι­πόν ή να συ­μπτυ­χθεί στη ζώ­νη πε­ρί τη Σμύρ­νη ή να προ­ε­λά­σει για την κα­τά­λη­ψη Ε­σκή Σε­χήρ και Α­φιόν Κα­ρα­χι­σάρ. Ε­πι­λέ­χθη­κε η δεύ­τε­ρη λύ­ση για τη συ­ντρι­βή του κε­μα­λι­σμού στις βά­σεις του αλ­λά οι τουρ­κι­κές δυ­νά­μεις δεν θα ρι­ψο­κιν­δυ­νέ­ψουν μια γε­νι­κευ­μέ­νη σύ­γκρου­ση.

Η διε­θνής α­πο­μό­νω­ση της χώ­ρας, η α­πο­τυ­χί­α της α­να­γνώ­ρι­σης του Δε­κεμ­βρί­ου, οι γαλ­λο­ϊ­τα­λι­κές προ­σπά­θειες για κα­τάρ­γη­ση της συν­θή­κης των Σε­βρών και οι αλ­λα­γές στον ελ­λη­νι­κό στρα­τό, α­νη­συ­χού­σαν έ­ντο­να τον Βε­νι­ζέ­λο που πρό­τει­νε τη σύ­μπτυ­ξη του μι­κρα­σια­τι­κού με­τώ­που σε μια πε­ριο­χή γύ­ρω α­πό τη Σμύρ­νη. Στο με­τα­ξύ οι Δυ­νά­μεις πα­ρου­σί­α­ζαν αλ­λε­πάλ­λη­λα ει­ρη­νευ­τι­κά σχέ­δια που συ­νε­χώς γί­νο­νταν ό­λο και πιο φι­λο­τουρ­κι­κά. Στις 10 Μαρ­τί­ου 1921, πριν φθά­σουν στο μέ­τω­πο οι ε­νι­σχύ­σεις, άρ­χι­σε η νέ­α ελ­λη­νι­κή ε­πί­θε­ση, χω­ρίς ε­πι­τε­λι­κά σχέ­δια, χω­ρίς ορ­γα­νω­μέ­νη ε­πι­κοι­νω­νί­α και ε­πι­με­λη­τεί­α, με τη βε­βαιό­τη­τα της εύ­κο­λης νί­κης. Το Γ΄ Σώ­μα δεν μπό­ρε­σε να κάμ­ψει την ορ­γα­νω­μέ­νη πια α­ντί­στα­ση των Τούρ­κων μπρο­στά α­πό το Ε­σκή Σε­χήρ. Έ­τσι, με σο­βα­ρές α­πώ­λειες α­να­γκά­στη­κε να υ­πο­χω­ρή­σει. Οι ε­πι­χει­ρή­σεις του Μαρ­τί­ου ό­χι μό­νο δεν α­πέ­δω­σαν τα α­να­με­νό­με­να στρα­τη­γι­κά και πο­λι­τι­κά α­πο­τε­λέ­σμα­τα αλ­λά ε­πι­βά­ρυ­ναν, κα­θώς ή­ταν η πρώ­τη σο­βα­ρή α­πο­τυ­χί­α στο μι­κρα­σια­τι­κό μέ­τω­πο, και τη διε­θνή δια­πραγ­μα­τευ­τι­κή θέ­ση της χώ­ρας και το η­θι­κό του στρα­τεύ­μα­τος.

Ο Δημήτριος Γούναρης.  Θεωρήθηκε υπεύθυνος για  την αρνητική έκβαση της μικρασιατικής εκστρατείας εξαιτίας των λανθασμένων χειρισμών της κυβερνήσεώς του, η οποία κατέληξε στη Μικρασιατική καταστροφή. Ύστερα από αυτό το γεγονός συνελήφθη, παραπέμφθηκε στη «Δίκη των Έξι» και εκτελέστηκε στου Γουδή στις 15 Νοεμβρίου 1922.
Η α­πά­ντη­ση της κυ­βέρ­νη­σης Γού­να­ρη (που το 1920 μι­λού­σε για “α­ποι­κια­κή εκ­στρα­τεί­α” και υ­πο­σχό­ταν “να φέ­ρει τα παι­διά α­πό το μέ­τω­πο”) στα νέ­α ει­ρη­νευ­τι­κά σχέ­δια που πε­ριό­ρι­ζαν την ελ­λη­νι­κή πα­ρου­σί­α στην πό­λη της Σμύρ­νης υ­πήρ­ξε α­κό­μη πιο πο­λε­μι­κή. Α­πό τις 25 Ιου­νί­ου ε­ξα­πο­λύ­θη­κε γε­νι­κή ε­πί­θε­ση σε ό­λο το μέ­τω­πο. Το Α΄ Σώ­μα κα­τέ­λα­βε την 1η Ιου­λί­ου το Α­φιόν Κα­ρα­χι­σάρ. Στις 4 Ιου­λί­ου το Β΄ Σώ­μα κα­τέ­λα­βε την Κιου­τά­χεια και δυο μέ­ρες αρ­γό­τε­ρα το Γ΄ Σώ­μα κα­τέ­λα­βε το Ε­σκή Σε­χήρ. Η νί­κη στην σπου­δαί­α μά­χη του Ε­σκή Σε­χήρ προ­κά­λε­σε α­νύ­ψω­ση του ελ­λη­νι­κού η­θι­κού και πτό­η­σε το κε­μα­λι­κό κί­νη­μα. Ο Λ. Τζωρ­τζ και οι υ­πέρ­μα­χοι της δυ­να­μι­κής λύ­σης α­να­θάρ­ρη­σαν. Αλ­λά η ευ­και­ρί­α για πε­ρι­κύ­κλω­ση και συ­ντρι­βή του τουρ­κι­κού ό­γκου εί­χε και πά­λι χα­θεί. Πα­ρά ταύ­τα, το ελ­λη­νι­κό ε­πι­τε­λεί­ο κα­τέ­λη­ξε, στο πο­λε­μι­κό συμ­βού­λιο της Κιου­τά­χειας, να α­να­λη­φθεί ά­με­ση κα­τα­δί­ω­ξη του ε­χθρού για κα­τά­λη­ψη της Ά­γκυ­ρας και κα­τα­στρο­φή των τουρ­κι­κών βά­σε­ων ε­ξόρ­μη­σης και πο­λε­μι­κού υ­λι­κού που βρί­σκο­νταν ε­κεί, πριν ο Κε­μάλ α­να­συ­ντά­ξει τις δυ­νά­μεις του το χει­μώ­να, προ­χω­ρή­σει σε νέ­ες στρα­το­λο­γί­ες και κλεί­σει ο­ρι­στι­κή συμ­φω­νί­α με τους Γάλ­λους. Η κα­τά­λη­ψη της πρω­τεύ­ου­σας των κε­μα­λι­κών θα εί­χε μό­νο η­θι­κή ση­μα­σί­α, στα ελ­λη­νι­κά σχέ­δια δεν προ­βλε­πό­ταν ό­μως η δια­τή­ρη­ση της κα­το­χής της!

Ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ
Την 1η Αυ­γού­στου, η ελ­λη­νι­κή στρα­τιά με εν­νέ­α με­ραρ­χί­ες πέ­ρα­σε τη γραμ­μή ε­ξόρ­μη­σης και κι­νή­θη­κε α­να­το­λι­κά, για να φθά­σει με­τά δέ­κα μέ­ρες στο Σαγ­γά­ριο. Οι κα­κου­χί­ες, οι ελ­λεί­ψεις στον ε­φο­δια­σμό, οι αρ­ρώ­στιες έ­φερ­ναν τους  Έλ­λη­νες στρα­τιώ­τες στα ό­ρια της α­ντο­χής τους. Κι ό­μως. Η ε­πί­θε­ση που ε­ξα­πέ­λυ­σαν οι ελ­λη­νι­κές μο­νά­δες α­πό τις 10 Αυ­γού­στου υ­πήρ­ξε τρο­με­ρή. Οι ελ­λη­νι­κές δυ­νά­μεις, με­τά από πο­λυαί­μα­κτες συ­γκρού­σεις και τον ε­πι­κό α­γώ­να του Κα­λέ Γκρό­το, διέ­σπα­σαν δύ­ο γραμ­μές τουρ­κι­κής ά­μυ­νας, στα ά­ρι­στα ορ­γα­νω­μέ­να φυ­σι­κά ο­χυ­ρά των ε­ναλ­λασ­σό­με­νων ο­ρει­νών ό­γκων, και έ­φθα­σαν στην τε­λευ­ταί­α γραμ­μή ά­μυ­νας προ της Α­γκύ­ρας. Ό­μως οι τρο­με­ρές α­πώ­λειες και τα προ­βλή­μα­τα α­νε­φο­δια­σμού προ­κά­λε­σαν τε­λι­κά α­πό­φα­ση για σύ­μπτυ­ξη της Στρα­τιάς στην πε­ριο­χή Ε­σκή Σε­χήρ-Α­φιόν Κα­ρα­χι­σάρ. Η εκ­στρα­τεί­α προς την Ά­γκυ­ρα, που στοί­χι­σε πε­ρί τους 4.000 νε­κρούς και 19.000 τραυ­μα­τί­ες, α­πο­τέ­λε­σε μια α­πα­ρά­μιλ­λη σε­λί­δα η­ρω­ι­σμού και μα­χη­τι­κό­τη­τας στην ελ­λη­νι­κή στρα­τιω­τι­κή ι­στο­ρί­α. Ό­μως η α­πο­τυ­χί­α του α­ντι­κει­με­νι­κού σκο­πού της κα­θό­ρι­σε τις τρα­γι­κές ε­ξε­λί­ξεις του ε­πό­με­νου έ­τους.

Ο χει­μώ­νας που α­κο­λού­θη­σε ε­πέ­φε­ρε κα­τα­κό­ρυ­φη πτώ­ση του η­θι­κού και διά­βρω­ση της πει­θαρ­χί­ας του ελ­λη­νι­κού στρα­τεύ­μα­τος. Τα  φαι­νό­με­να λι­πο­τα­ξί­ας και α­νυ­πό­τα­κτων πολ­λα­πλα­σιά­ζο­νταν ε­νώ οι α­πώ­λειες της εκ­στρα­τεί­ας προς Ά­γκυ­ρα δεν α­να­πλη­ρώ­νο­νταν και η προ­πα­γάν­δα πε­ρί προ­σε­χούς α­πο­χώ­ρη­σης υ­πο­νό­μευε το φρό­νη­μα. Ρα­γδαί­α ή­ταν η α­να­διορ­γά­νω­ση της κε­μα­λι­κής δύ­να­μης. Η Α­θή­να προ­σα­να­το­λί­στη­κε στη σύ­μπτυ­ξη σε μια πε­ριο­χή πε­ρί τη Σμύρ­νη αλ­λά για πο­λι­τι­κούς λό­γους δεν τολ­μού­σε να α­να­λά­βει σχε­τι­κή πρω­το­βου­λί­α. Τον Ο­κτώ­βριο, οι Γού­να­ρης και Μπαλ­τα­τζής ε­πι­σκέ­φθη­καν το Πα­ρί­σι και το Λον­δί­νο α­να­θέ­το­ντας “εις χεί­ρας της Α­ντά­ντ το ζή­τη­μα των ελ­λη­νι­κών ε­θνι­κών διεκ­δι­κή­σε­ων”. Ό­μως τον ί­διο μή­να υ­πο­γρά­φη­κε το σύμ­φω­νο Φραν­κλέν Μπου­γιόν. Η Γαλ­λί­α α­πο­χω­ρού­σε ο­ρι­στι­κά α­πό την Κι­λι­κί­α, α­να­γνώ­ρι­ζε την κε­μα­λι­κή κυ­βέρ­νη­ση σαν τη μό­νη νό­μι­μη τουρ­κι­κή κυ­βέρ­νη­ση, α­να­λάμ­βα­νε τον ε­φο­δια­σμό του Κε­μάλ με πο­λε­μι­κό υ­λι­κό και λάμ­βα­νε σει­ρά οι­κο­νο­μι­κών α­νταλ­λαγ­μά­των στη νέ­α Τουρ­κί­α.

Η Ελ­λά­δα ευ­ρι­σκό­με­νη πλέ­ον σε δυ­σχε­ρέ­στα­τη θέ­ση ή­ταν έ­τοι­μη α­κό­μη και για την α­πο­χώ­ρη­ση α­πό τη Μ. Α­σί­α αν η Α­ντά­ντ α­να­λάμ­βα­νε την εγ­γύ­η­ση της προ­στα­σί­ας του ελ­λη­νι­κού πλη­θυ­σμού. Η διαρ­ρο­ή των συ­νο­μι­λιών στο Λον­δί­νο έ­κα­με σα­φές ό­τι η Μ. Α­σί­α ε­πρό­κει­το να ε­γκα­τα­λει­φθεί. Τον Μάρ­τιο του 1922, στη νέ­α συμ­μα­χι­κή συν­διά­σκε­ψη των Πα­ρι­σί­ων, η Α­θή­να δέ­χθη­κε α­μέ­σως τις συμ­μα­χι­κές προ­τά­σεις για α­να­κω­χή και α­πο­χώ­ρη­ση του ελ­λη­νι­κού στρα­τού α­πό τη Μ. Α­σί­α. Η Ά­γκυ­ρα α­πέ­φυ­γε να δε­σμευ­θεί και ζή­τη­σε να α­πο­χω­ρή­σει ο ελ­λη­νι­κός στρα­τός α­μέ­σως με­τά την α­να­κω­χή και ό­χι με­τά τρί­μη­νο, ό­πως προ­έ­βλε­παν οι προ­τά­σεις.

Στην Α­θή­να, τις κρί­σι­μες ε­κεί­νες ώ­ρες, ο δι­χα­σμός και η πο­λι­τι­κή κρί­ση λαμ­βά­νουν τρα­γι­κές δια­στά­σεις. Γί­νε­ται δο­λο­φο­νι­κή α­πό­πει­ρα κα­τά του ναυάρ­χου Κου­ντου­ριώ­τη. Συλ­λαμ­βά­νο­νται και κα­τα­δι­κά­ζο­νται ε­πτά δη­μο­κρα­τι­κοί Φι­λε­λεύ­θε­ροι (α­νά­με­σά τους ο Α­λέξ. Πα­πα­να­στα­σί­ου) που υ­πέ­γρα­ψαν στις 12 Φε­βρουα­ρί­ου Δη­μο­κρα­τι­κό Μα­νι­φέ­στο. Δο­λο­φο­νεί­ται ο βε­νι­ζε­λι­κός εκ­δό­της του “Ε­λεύ­θε­ρου Τύ­που” Αν­δρέ­ας Κα­βα­φά­κης. Η πρω­το­φα­σι­στι­κή ορ­γά­νω­ση των “Ε­πί­στρα­των” τρο­μο­κρα­τεί. Η κυ­βέρ­νη­ση Πρω­το­πα­πα­δά­κη α­να­γκά­στη­κε, μπρο­στά στο α­διέ­ξο­δο, να στρα­φεί σε δύ­ο ε­ντυ­πω­σια­κές πρω­το­βου­λί­ες. Η πρώ­τη ή­ταν η προ­σπά­θεια δη­μιουρ­γί­ας αυ­τό­νο­μου μι­κρα­σια­τι­κού κρά­τους, έ­να σχέ­διο της “Ά­μυ­νας” (βε­νι­ζε­λι­κής πο­λι­τι­κής και στρα­τιω­τι­κής κί­νη­σης στην Πό­λη και τη Σμύρ­νη) που ο στρα­τη­γός Πα­πού­λας εί­χε δε­χθεί αλ­λά το ο­ποί­ο προ­σέ­κρου­σε στη δυ­σπι­στί­α των ντό­πιων και στην α­ντί­θε­ση της Α­ντά­ντ. Η δεύ­τε­ρη κί­νη­ση ή­ταν η δή­λω­ση για προ­έ­λα­ση του ελ­λη­νι­κού στρα­τού α­πό την Τσα­τάλ­τζα και κα­τά­λη­ψη της Κων­στα­ντι­νου­πό­λε­ως. Οι Δυ­νά­μεις α­πά­ντη­σαν ό­τι τυ­χόν πα­ρα­βί­α­ση της ου­δέ­τε­ρης ζώ­νης θα α­ντι­με­τω­πι­ζό­ταν έ­νο­πλα και η ελ­λη­νι­κή κυ­βέρ­νη­ση, που δεν εί­χε πρό­θε­ση ε­πί­θε­σης αλ­λά α­πλώς ή­θε­λε να α­σκή­σει  πί­ε­ση, υ­πε­χώ­ρη­σε. Δυ­στυ­χώς μια τρί­τη πρό­τα­ση δεν ε­ξε­τά­στη­κε με την προ­σο­χή που έ­πρε­πε. Στον Πό­ντο, τα δει­νά της νε­ο­τουρ­κι­κής βί­ας προ­κά­λε­σαν τη δη­μιουρ­γί­α ο­μά­δων που α­νέ­πτυ­ξαν η­ρω­ι­κή α­ντί­στα­ση κα­τά του τουρ­κι­κού στρα­τού. Υ­πήρ­χε λοι­πόν το 1921 το έ­δα­φος για μια α­πο­βα­τι­κή ε­πι­χεί­ρη­ση στον Πό­ντο α­ντί να α­να­λη­φθεί η εκ­στρα­τεί­α προς Ά­γκυ­ρα. Η ι­δέ­α αυ­τή δυ­στυ­χώς δεν ει­σα­κού­στη­κε.

Η μι­κρα­σια­τι­κή κα­τα­στρο­φή

Το μέ­τω­πο εί­χε σο­βα­ρό­τα­το μειο­νέ­κτη­μα το με­γά­λο α­νά­πτυγ­μα. Οι εν­νέ­α με­ραρ­χί­ες της πρώ­της γραμ­μής (τρεις σε ε­φε­δρεί­α) δεν κά­λυ­πταν με την α­παι­τού­με­νη πυ­κνό­τη­τα τη με­θό­ριο. Α­πό τους 220.000 άν­δρες της Στρα­τιάς, στη ζώ­νη των πρό­σω ή­ταν 140.000 και μά­χι­μοι ή­ταν μό­νο 80.000. Η α­πό­στα­ση α­πό τη Σμύρ­νη, ό­που η διοί­κη­ση Στρα­τιάς, ή­ταν πά­νω α­πό 400 χλμ. Οι γραμ­μές συ­γκοι­νω­νιών, ε­πι­κοι­νω­νιών και α­νε­φο­δια­σμού ε­κτε­θει­μέ­νες. Ο ελ­λη­νι­κός στρα­τός κα­τεί­χε μια πε­ριο­χή 80.700 τ. χλμ. Η α­μυ­ντι­κή ορ­γά­νω­ση του με­τώ­που (που α­πό την Προ­πο­ντί­δα ως το Μαί­αν­δρο έ­φθα­νε τα 713 χλμ.) ή­ταν η­μι­τε­λής και η διά­τα­ξη ει­δι­κά του Α΄ Σώ­μα­τος στο νό­τιο το­μέ­α (ό­που α­να­με­νό­ταν η ε­χθρι­κή ε­πί­θε­ση) μειο­νε­κτι­κό­τα­τη, με σο­βα­ρά κε­νά στη γραμ­μή και μό­νο δύο με­ραρ­χί­ες νό­τια του πο­τα­μού Α­κάρ, στο πιο ευά­λω­το ση­μεί­ο. Σχέ­δια σύ­μπτυ­ξης υ­πό ε­χθρι­κή πί­ε­ση δεν υ­πήρ­χαν. Σαν να μην έ­φθα­ναν αυ­τά, ο νέ­ος αρ­χι­στρά­τη­γος Γ. Χα­τζη­α­νέ­στης α­φαί­ρε­σε πο­λύ­τι­μες δυ­νά­μεις για την “ε­πι­χεί­ρη­ση” της Κων­στα­ντι­νου­πό­λε­ως, κα­τήρ­γη­σε τα δύ­ο Συ­γκρο­τή­μα­τα (Βό­ρειο και Νό­τιο) και υ­πή­γα­γε τα τρί­α Σώ­μα­τα απ’ ευ­θεί­ας στη Στρα­τιά που βρι­σκό­ταν ω­στό­σο 400 χλμ. μα­κρυά. Ο Χα­τζη­α­νέ­στης εί­χε ή­δη προ­τεί­νει σύ­μπτυ­ξη του με­τώ­που. Η κυ­βέρ­νη­ση, πα­ρό­τι δεν δέ­χθη­κε την ει­σή­γη­ση, διέρ­ρε­ε ό­τι η εκ­στρα­τεί­α για οι­κο­νο­μι­κούς λό­γους δεν μπο­ρού­σε να συ­νε­χι­στεί.

Ο Αρχιστράτηγος Γ. Χατζηανέστης επιθεωρεί το στράτευμα. Θεωρήθηκε ένας από τους υπευθύνους της Μικρασιατικής καταστροφής και εκτελέστηκε στου Γουδή  στις 15 Νοεμβρίου 1922.

Στις 13 Αυ­γού­στου 1922, εκ­δη­λώ­θη­κε η α­πό πολ­λές μέ­ρες α­να­με­νό­με­νη τουρ­κι­κή ε­πί­θε­ση στην “ε­ξέ­χου­σα” του Α­φιόν Κα­ρα­χι­σάρ. Η ε­πί­θε­ση στον το­μέ­α αυ­τό έ­δι­δε σο­βα­ρά στρα­τη­γι­κά πλε­ο­νε­κτή­μα­τα στους Τούρ­κους που με συ­ντρι­πτι­κή το­πι­κή υ­πε­ρο­χή α­πο­σκο­πού­σαν, εν ό­ψει των νέ­ων δια­πραγ­μα­τεύ­σε­ων με την Α­ντά­ντ το φθι­νό­πω­ρο, σε μια ευ­ρεί­α νί­κη ώ­στε να φα­νεί ως ε­πι­βλη­θεί­σα α­πό αυ­τούς η ε­πι­κεί­με­νη ελ­λη­νι­κή σύ­μπτυ­ξη. Τα α­πο­τε­λέ­σμα­τα της ε­πί­θε­σης υ­πε­ρέ­βα­λαν και τις πιο αι­σιό­δο­ξες ε­κτι­μή­σεις των κε­μα­λι­κών και ο­δή­γη­σαν στην κα­τάρ­ρευ­ση του με­τώ­που. Η α­ντί­στα­ση τις πρώ­τες ώ­ρες της 13ης Αυ­γού­στου ή­ταν η­ρω­ι­κή αλ­λά η Στρα­τιά α­πό τη Σμύρ­νη α­δυ­να­τού­σε να α­ντι­λη­φθεί την κα­τά­στα­ση (ε­νώ ο Κε­μάλ εί­χε ο­πτι­κή ε­πα­φή με την πρώ­τη γραμ­μή) και οι δια­τα­γές της, κα­θυ­στε­ρη­μέ­νες, ή­σαν ε­κτός τό­που και χρό­νου. Πα­ρά τις πλη­ρο­φο­ρί­ες για την ε­πί­θε­ση, η Στρα­τιά δεν εί­χε πρά­ξει τί­πο­τε α­φή­νο­ντας να ε­ξε­λι­χθεί σε στρα­τη­γι­κό αιφ­νι­δια­σμό αυ­τή η ε­πί­θε­ση.

Την ε­πο­μέ­νη, το μέ­τω­πο νό­τια του πο­τα­μού Α­κάρ διερ­ρή­χθη και ε­γκα­τα­λεί­φθη­κε το Α­φιόν. Η υ­πο­χώ­ρη­ση ό­μως δεν έ­γι­νε στο α­παι­τού­με­νο βά­θος ώ­στε να α­να­παυ­θούν οι δυ­νά­μεις και να κα­τα­στούν και πά­λι α­ξιό­μα­χες. Μα­ζί με τον στρα­τό έ­φευ­γαν πα­νι­κό­βλη­τοι χι­λιά­δες α­μά­χων. Στις 15 Αυ­γού­στου τα τουρ­κι­κά στρα­τεύ­μα­τα, ε­ξα­κο­λου­θώ­ντας την προ­έ­λα­σή τους, ήλ­θαν σε ε­πα­φή με τις ελ­λη­νι­κές δυ­νά­μεις που υ­πο­χω­ρού­σαν “βή­μα-βή­μα” α­ντί να συ­μπτυ­χθούν προς τη δυ­τι­κό­τε­ρη α­μυ­ντι­κή το­πο­θε­σί­α. Η διά­λυ­ση του η­θι­κού, η έλ­λει­ψη τρο­φών και πο­λε­μο­φο­δί­ων, η έλ­λει­ψη συ­νο­χής και κυ­ρί­ως η διοι­κη­τι­κή α­νι­κα­νό­τη­τα πα­ρέ­λυαν κά­θε βού­λη­ση α­ντί­στα­σης και ε­νί­σχυαν τα αι­σθή­μα­τα φυ­γής.

Α­πο­τέ­λε­σμα της ε­πι­μο­νής του στρα­τη­γού Τρι­κού­πη, να πα­ρα­μεί­νουν τη νύ­χτα της 15ης προς 16 Αυ­γού­στου τα υ­πό τις δια­τα­γές του τμή­μα­τα στην πε­ριο­χή Ο­λου­τζάκ-Ε­ϋ­ρέτ, ή­ταν η πλή­ρης και ο­ρι­στι­κή διά­σπα­ση των ελ­λη­νι­κών δυ­νά­με­ων σε δύ­ο χω­ρι­στές ο­μά­δες με κε­νό με­τα­ξύ τους 25 χλμ. Η ο­μά­δα με­ραρ­χιών υ­πό τον Τρι­κού­πη, με­τά τις η­ρω­ι­κές μά­χες στο Χα­μούρ­κιο­ϊ-Ιλ­μπου­λάκ (16/29 Αυ­γού­στου) και στο Α­λή Βε­ράν (17/30 Αυ­γού­στου), κυ­κλώ­θη­κε, συ­νε­τρί­βη και το με­γα­λύ­τε­ρο μέ­ρος της αιχ­μα­λω­τί­στη­κε. Α­ντί­θε­τα, η ο­μά­δα Φρά­γκου, χά­ρη στην ευ­ψυ­χί­α του συ­νταγ­μα­τάρ­χη Πλα­στή­ρα, α­μύν­θη­κε α­πο­τε­λε­σμα­τι­κά στο Τουμ­λού Μπου­νάρ και το Σα­λι­χλή και υ­πε­χώ­ρη­σε, με κά­ποια τά­ξη, προς την Ε­ρυ­θραί­α. Στις 31 Αυ­γού­στου, άρ­χι­σε στον Τσε­σμέ η ε­πι­βί­βα­ση στα πλοί­α για την ε­πι­στρο­φή. Τα ρά­κη του ελ­λη­νι­κού στρα­τού ε­πέ­στρε­φαν “Οί­κα­δε” ό­πως ζη­τού­σαν, την ώ­ρα της κρί­σι­μης μά­χης, οι αρ­θρο­γρά­φοι του μι­κρο­ελ­λα­δι­σμού (Γ. Α. Βλά­χος, “Κα­θη­με­ρι­νή” 15-8-1922).

Τό­σο η κυ­βέρ­νη­ση των Α­θη­νών ό­σο και η Αρ­μο­στεί­α της Σμύρ­νης και η Στρα­τιά α­πέ­κρυ­πταν α­πό τα πλή­θη που συ­νέρ­ρε­αν στη Σμύρ­νη την ε­πι­κεί­με­νη ε­γκα­τά­λει­ψη της πό­λης και ου­σια­στι­κά πα­ρέ­δω­σαν τον μι­κρα­σια­τι­κό ελ­λη­νι­σμό στα τουρ­κι­κά στί­φη. Η α­πό­φα­ση εκ­κέ­νω­σης της Μ. Α­σί­ας α­πο­δει­κνύ­ε­ται και α­πό το γε­γο­νός ό­τι, στις 21 Αυ­γού­στου, δη­μο­σιεύ­ε­ται Διά­ταγ­μα με το ο­ποί­ο α­πο­στρα­τεύ­ο­νται ό­λες οι προ του 1918 υ­πη­ρε­τού­σες κλά­σεις! Το πρω­ί του Σαβ­βά­του 27 Αυ­γού­στου, και ε­νώ χι­λιά­δες βου­βοί πρό­σφυ­γες, με τον τρό­μο στα μά­τια, συ­νέρ­ρε­αν προς την προ­κυ­μαί­α της Σμύρ­νης, ει­σήλ­θαν στην πό­λη οι πρώ­τοι έ­φιπ­ποι τσέ­τες του Μπε­χλι­βάν. Το βρά­δυ συ­νε­λή­φθη ο μη­τρο­πο­λί­της Χρυ­σό­στο­μος που εί­χε αρ­νη­θεί να ε­γκα­τα­λεί­ψει το ποί­μνιό του και πα­ρα­δό­θη­κε στον τουρ­κι­κό ό­χλο. Ο μαρ­τυ­ρι­κός θά­να­τός του έ­δω­σε το σύν­θη­μα για να με­τα­τρα­πεί η Σμύρ­νη σε κό­λα­ση. Άρ­χι­σαν οι φό­νοι, οι σφα­γές και οι λε­η­λα­σί­ες, με α­πο­κο­ρύ­φω­μα τον ε­μπρη­σμό των χρι­στια­νι­κών συ­νοι­κιών της πό­λης στις 31 Αυ­γού­στου, μέ­ρα που έ­φθα­σε στη Σμύρ­νη και ο Κε­μάλ. Σε ό­λη τη μι­κρα­σια­τι­κή πα­ρα­λί­α ε­κτυ­λίσσο­νταν σκη­νές αλ­λο­φρο­σύ­νης και σφα­γής.

Η έ­κτα­ση της κα­τα­στρο­φής εί­ναι α­προσ­διό­ρι­στη. Η βα­ριά ήτ­τα και οι βα­ρύ­τα­τες α­πώ­λειες, η διά­λυ­ση μιας έν­δο­ξης Στρα­τιάς, οι σφα­γές και οι λε­η­λα­σί­ες σε βά­ρος του χρι­στια­νι­κού πλη­θυ­σμού της Μ. Α­σί­ας, οι μαρ­τυ­ρι­κές πο­ρεί­ες των αιχ­μα­λώ­των και των α­μά­χων προς το ε­σω­τε­ρι­κό της Α­να­το­λής, η ε­ξό­ντω­ση σχε­δόν ε­νός ε­κα­τομ­μυ­ρί­ου και ο ξε­ρι­ζω­μός 1.500.000 Μι­κρα­σια­τών Ελ­λή­νων, συ­νέ­θε­σαν την ει­κό­να μιας χω­ρίς ι­στο­ρι­κό προ­η­γού­με­νο τρα­γω­δί­ας, της με­γα­λύ­τε­ρης ε­θνι­κής συμ­φο­ράς του νέ­ου Ελ­λη­νι­σμού. Με­τά α­πό τρεις χι­λιε­τί­ες ελ­λη­νι­κού πο­λι­τι­σμού στη Μ. Α­σί­α, η Α­να­το­λή ε­ρη­μώ­θη­κε α­πό τους αρ­χαί­ους της κα­τοί­κους. Κι ό­μως. Μέ­σα α­πό τη φω­τιά, την πεί­να, την αρ­ρώ­στια, τον θά­να­το και την α­νέ­χεια, οι πρό­σφυ­γες θα κα­τα­φέ­ρουν να ξα­να­φτιά­ξουν τη ζω­ή τους και να δώ­σουν στην Ελ­λά­δα το πο­λύ­τι­μο νέ­ο αί­μα για να α­να­συ­γκρο­τη­θεί ο τό­πος, χω­ρίς να ξε­χνούν τις Πα­τρί­δες ό­που τα ο­στά των προ­γό­νων τους μέ­νουν βα­θιά θαμ­μέ­να…

*O Κώστας Χατζηαντωνίου είναι ιστορικός

Τα υπόλοιπα κείμενα του αφιερώματος μπορείτε να τα διαβάσετε εδώ



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου