Τρίτη 16 Οκτωβρίου 2018

Η Ιταλία στη στροφή του διαβόλου

analyst


Η Κομισιόν, παίζοντας με τη φωτιά, κινδυνεύει να γελοιοποιηθεί από την ιταλική κυβέρνηση που την προκαλεί δημόσια, διαθέτοντας τα ισχυρότερα διαπραγματευτικά χαρτιά – αν και η μάχη θα κριθεί στο εσωτερικό της χώρας, με αντίπαλο την πέμπτη κυβερνητική φάλαγγα, υποχείριο των Γερμανών.
.

Ανάλυση  

- του Βασίλη Βιλιάρδου
Οι επιθέσεις της καθεστωτικής Ευρώπης εναντίον της Ιταλίας εντείνονται – πρόσφατα με ενέργειες που διαρρέουν σκόπιμα, σύμφωνα με τις οποίες η ευρωπαϊκή εποπτική επιτροπή των τραπεζών εξετάζει πολύ προσεκτικά τα ιταλικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Οι έλεγχοι αφορούν τόσο τις καταθέσεις, όσο και τη διατραπεζική αγορά, χωρίς όμως να οδηγούν σε κάτι ανησυχητικό – παρά το ότι τα επιτόκια των δεκαετών ομολόγων της χώρας είχαν εκτοξευθεί στο 3,72% (σήμερα στο 3,53%).
Εύλογα βέβαια μειώνονται τα κεφάλαια των τραπεζών από την άνοδο των κρατικών επιτοκίων, αφού έχουν στα βιβλία τους ομόλογα αξίας 375 δις € ή το 10% των περιουσιακών τους στοιχείων – ενώ μία ενδεχόμενη απόσβεση της τιμής τους θα απαιτούσε τη δέσμευση σημαντικών τραπεζικών κεφαλαίων, με αποτέλεσμα να μην είναι σε θέση να παρέχουν δάνεια, στραγγαλίζοντας την ιταλική οικονομία. Ήδη πάντως παρατηρούνται προβλήματα, όπως στην BANCA CARIGE – η οποία συναντάται σήμερα με εκπροσώπους της ΕΚΤ.

Είναι όμως δυνατόν να αναφέρεται κανείς σε μία καινούργια ευρωπαϊκή κρίση, λόγω του προϋπολογισμού που κατέθεσε η Ιταλία, το έλλειμμα του οποίου είναι κάτω από αυτό που προβλέπεται ως ανώτατο όριο στην Ευρωζώνη (2,4% έναντι 3%); Δεν είναι υπερβολική η φράση του κ. Moscovici, σύμφωνα με την οποία «η Ιταλία οδηγείται σε μία εκρηκτική κατάσταση, λόγω των χρεών της»; Επίσης του κ. Juncker (υπενθυμίζουμε πως είναι ένας από τους ενόχους της απομόνωσης της Ελλάδας από τις αγορές με τη φράση του «The game is over»), κατά τον οποίο «μία κρίση ήταν αρκετή», υπονοώντας ξανά την Ελλάδα και συμπληρώνοντας πως «πρέπει να είναι κανείς αυστηρός και δίκαιος με την Ιταλία, εμποδίζοντας την να ακολουθήσει ειδικούς δρόμους»; (πηγή: makrosko)
Ο μόνος που λείπει είναι ο γνωστός μας Olli Rehn, ο σημερινός επικεφαλής της τράπεζας της Φινλανδίας, με το γνωστό «Καλό κουράγιο Έλληνες» – ενώ όλες αυτές οι δηλώσεις οδήγησαν στο ξεπούλημα των ιταλικών μετοχών, ιδίως των τραπεζών, καθώς επίσης των δεκαετών ομολόγων. Επομένως, θα είχε απόλυτο δίκιο εάν ζητούσε η κυβέρνηση της Ιταλίας αποζημίωση από τους παραπάνω – καταθέτοντας αγωγή εναντίον τους για τα ποσά που χάθηκαν.
Περαιτέρω, μπορεί η Ιταλία να έχει το δεύτερο υψηλότερο χρέος στην ΕΕ (περί το 132% του ΑΕΠ ή πάνω από 2,3 τρις €) μετά την Ελλάδα, αλλά το μεγαλύτερο μέρος του είναι εσωτερικό – αφού λιγότερα από 800 δις € κατέχουν οι ξένοι, οπότε η χώρα είναι σε μεγάλο βαθμό προφυλαγμένη από τις διαθέσεις των διεθνών αγορών. Εκτός αυτού, ξανά σε αντίθεση με την Ελλάδα του 2010, η χρηματοδότηση της είναι μακροπρόθεσμη – οπότε δεν κινδυνεύει να οδηγηθεί βραχυπρόθεσμα σε μία παγίδα ρευστότητας, όπως τότε η χώρα μας από την ανικανότητα των κυβερνήσεων της (παρόλα αυτά, η Ελλάδα είχε το 2010 περισσότερα όπλα, τα οποία ξεπούλησε η κυβέρνηση με το PSI).
Όλα αυτά όμως τα γνωρίζει η Κομισιόν, οπότε δεν είναι κατανοητό γιατί αντιδράει με έναν τέτοιον τρόπο, επιτιθέμενη σε έναν προϋπολογισμό που δεν έχει ακόμη κατατεθεί επίσημα – αφού υπάρχει ακόμη χρόνος έως τις 15 Οκτωβρίου. Οι αιτίες είναι προφανώς το ότι (α) το προσχέδιο του προϋπολογισμού παραβιάζει τους αυστηρότερους κανόνες σταθερότητας που υιοθετήθηκαν κατά τη διάρκεια της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους και (β) η Κομισιόν δεν έχει σχεδόν καμία δυνατότητα να επιβάλλει πραγματικά τους συγκεκριμένους κανόνες.
Στα πλαίσια αυτά, η Κομισιόν κινδυνεύει να γελοιοποιηθεί από την ιταλική κυβέρνηση, η οποία την προκαλεί δημόσια – ενώ έχει δίκιο, καθώς επίσης στη διάθεση της αρκετά όπλα, όπως την εθνικοποίηση του δημοσίου χρέους που ευρίσκεται στα χέρια ξένων (εθνικά ομόλογα), με την παροχή κινήτρων στους ιταλούς καταθέτες.
Ειδικότερα όσον αφορά τους κανόνες σταθερότητας, δεν προβλέπουν μόνο τη δημιουργία νέων χρεών κάτω από το 3% του ΑΕΠ (όπου η Ιταλία έχει προγραμματίσει 2,4%) αλλά, επί πλέον, τη μείωση του υφιστάμενου χρέους – κάτι που πιθανότατα δεν θα συμβεί, με το έλλειμμα στο 2,4%. Εν τούτοις, παρά την τήρηση των κανόνων από την Ιταλία τα τελευταία χρόνια, το δημόσιο χρέος της δεν μειώθηκε αλλά, αντίθετα, αυξήθηκε – οπότε η πολιτική λιτότητας και η τήρηση των κανόνων δεν τη βοήθησαν καθόλου, όταν την ίδια χρονική περίοδο ο ρυθμός ανάπτυξης της ήταν εξαιρετικά αδύναμος. Σωστά λοιπόν η κυβέρνηση κατηγορεί τους Moscovici και Juncker ότι κατέστρεψαν την Ιταλία, διευκολύνοντας την «τρομοκρατία των αγορών» – ενώ, εάν η χώρα δεν είχε στηριχθεί από την ΕΚΤ, θα ήταν ήδη χρεοκοπημένη.
Τα άσφαιρα φυσίγγια της Κομισιόν
Σε σχέση τώρα με την αδυναμία της Κομισιόν όσον αφορά τους κανόνες που τοποθετεί, είναι ξεκάθαρο το ότι της λείπουν τα μέσα, έτσι ώστε να επιβάλλει γρήγορα και αποτελεσματικά τις προτάσεις ή τις αποφάσεις της. Άλλωστε η Επιτροπή που δρομολογήθηκε για την εποπτεία των προϋπολογισμών είναι εντελώς «άοπλη» – ενώ ούτε καν η Γερμανία δεν τηρεί τις προτάσεις της. Η μοναδική δυνατότητα της, το αυστηρότερο όπλο που έχει στη διάθεση της για την επιβολή της δημοσιονομικής πειθαρχίας στα μέλη της, είναι η «διαδικασία ελλείμματος» – η οποία διαρκεί μήνες, συχνά χρόνια, οπότε δεν φοβίζει καθόλου την Ιταλία.
Φυσικά η Κομισιόν μπορεί να απορρίψει το προσχέδιο του προϋπολογισμού και να ζητήσει την αναδιαμόρφωση του – ενώ είναι σε θέση, εάν δεν συμφωνήσει τελικά η Ιταλία, να δρομολογήσει μία «διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος». Αμέσως μετά όμως η διαμάχη θα οδηγούταν στο «Συμβούλιο των Υπουργών», το οποίο θα έθετε στην Ιταλία μία προθεσμία – συνήθως έξι μηνών.
Όλες αυτές οι διεργασίες θα διαρκούσαν λοιπόν αρκετά περισσότερο από τις Ευρωεκλογές του Μαΐου του 2019 – ενώ, έως ότου επιβάλλονταν κυρώσεις, θα απαιτούταν ασφαλώς ακόμη πιο πολύς χρόνος (μόνο η Ελλάδα είναι τόσο άσχετη με την ευρωπαϊκή νομοθεσία και τόσο ανόητη, ώστε να υποβάλλει δύο προϋπολογισμούς – γεγονός μοναδικό στην ιστορία, δείγμα απίστευτης δειλίας!).
Ως εκ τούτου, η Κομισιόν στηρίζεται στις αγορές, όσον αφορά την επιβολή των κανόνων που θέτει – επειδή οι κερδοσκόποι είναι πολύ πιο γρήγοροι και ευέλικτοι, έχοντας τη δυνατότητα να «γονατίσουν» την Ιταλία. Θα το κάνουν άλλωστε με ευχαρίστηση, εάν τους το επιτρέψει η ΕΚΤ παύοντας να προστατεύει τη χώρα όπως συμβαίνει ήδη – αφού θα κερδίσουν τεράστια ποσά με τα CDS, με την υποτιμητική κερδοσκοπία (ανοιχτές πωλήσεις, short) στις μετοχές των τραπεζών, στους δείκτες, στα ομόλογα κοκ. (όπως συνέβη με την Ελλάδα).
Στην περίπτωση αυτή όμως η Κομισιόν κυριολεκτικά συμμαχεί με το διάβολο και παίζει με τη φωτιά – αφού οι αγορές χαρακτηρίζονται από «ανορθολογικές υπερβολές», ενώ ακόμη και οι πιο μικρές κινήσεις μπορεί να οδηγήσουν σε μεγάλες καταστροφές. Ειδικότερα, η επίδραση της ιταλικής σύγκρουσης με την Ευρώπη είναι ήδη αισθητή στην Ελλάδα, στις τράπεζες, στα ομόλογα και στο χρηματιστήριο, ενώ ακόμη και στη Γαλλία άρχισαν να χτυπούν οι συναγερμοί – επειδή εάν συμβεί κάτι στην Ιταλία, ο επόμενος υποψήφιος θα είναι η Γαλλία (χωρίς να υποτιμούμε τον ισπανικό κίνδυνο, ο οποίος είναι τεράστιος – ενώ αμέσως μετά θα ακολουθούσε η Πορτογαλία).
Επομένως, κατά την άποψη μας, η κυβέρνηση της Ιταλίας, η οποία δεν είναι ούτε ανίκανη, ούτε ανόητη, ούτε ενδοτική όπως δυστυχώς οι περισσότερες ελληνικές κυβερνήσεις (ανάλυση), ενώ η τελευταία δολοφόνησε την ύστατη ελπίδα των Ελλήνων καταδικάζοντας τους στην εξαθλίωση και στον εθνικό εξευτελισμό, έχει τα ισχυρότερα διαπραγματευτικά χαρτιά στα χέρια της – με σημαντικό μειονέκτημα όμως την πέμπτη φάλαγγα στο εσωτερικό της (όπως άλλωστε συνέβη και στην Ελλάδα, στην οποία αυτή ακριβώς επικράτησε), από την ήττα ή τη νίκη της οποίας θα κριθεί η έκβαση της μάχης της Ιταλίας και το μέλλον της (ανάλυση).
Υπάρχει βέβαια και η λύση του αξιοπρεπούς συμβιβασμού της Ιταλίας με την Κομισιόν, έτσι ώστε να μη γελοιοποιηθεί η τελευταία, ούτε να θεωρηθεί «προδοτική» η πρώτη, αναιρώντας τις προεκλογικές της υποσχέσεις – πριν ακόμη χαθεί ο έλεγχος. Εν προκειμένω, η Κομισιόν θα αποδεχόταν έναν προϋπολογισμό με μικρές διορθώσεις και με έλλειμμα λίγο κάτω από το 2,4% – παρέχοντας ως αντάλλαγμα την επιμήκυνση του χρόνου μείωσης του δημοσίου χρέους της Ιταλίας.
Ήδη η ιταλική κυβέρνηση εξετάζει την πτώση του ελλείμματος κάτω από το 2,1% μετά το 2020 και ακόμη περισσότερο το 2021 – ενώ ο επίτροπος οικονομικών της Κομισιόν δήλωσε πως είναι ένα καλό μήνυμα. Είτε όμως ισχύει, είτε όχι, η Ιταλία ευρίσκεται σήμερα στη στροφή του διαβόλου, όπως η Ελλάδα το 2010 – ενώ πρέπει να είναι προσεκτική με τις όποιες υποσχέσεις της Κομισιόν, επειδή συνήθως δεν τηρούνται.
Απλά κερδίζεται χρόνος, όπως συνηθίζει η Γερμανία, έως ότου προκύψει η κατάλληλη ευκαιρία – γνωρίζοντας πως οι κυβερνήσεις χάνουν σταδιακά τη στήριξη τους από τους Πολίτες που απογοητεύονται όταν δεν αλλάζει η κατάσταση τους και κουράζονται να περιμένουν, οπότε το ισχυρότερο όπλο τους.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας δυστυχώς για την Ελλάδα, η οποία ασφαλώς κινδυνεύει ξανά να οδηγηθεί στην έξοδο από την Ευρωζώνη σε συνθήκες τρισχειρότερες από το 2010, ενώ η δυνατότητα δανεισμού της από τις αγορές έχει περιοριστεί στο ελάχιστο, η έκβαση της μάχης της Ιταλίας είναι μεν ενδιαφέρουσα, αλλά δεν πρόκειται να προσφέρει κάτι ιδιαίτερο – όπως ελπίζουν αρκετοί Έλληνες.
Η χώρα μας έχασε τον πόλεμο αμαχητί, ενώ μετά την παρούσα τραπεζική κρίση που ευρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, με υπαρκτό τον κίνδυνο κουρέματος καταθέσεων παρά το ότι θα ήταν εγκληματικό, η κατάσταση της έχει επιδεινωθεί σε μεγάλο βαθμό – χωρίς να υπάρχει κάποιο σχέδιο ούτε από την πλευρά της κυβέρνησης, ούτε εκ μέρους της αντιπολίτευσης.
Ακόμη χειρότερα, και τα δύο κόμματα εξουσίας επιδίδονται σε μία ανεύθυνη «σκυταλοδρομία παροχών», διανθισμένη με απίστευτα ψέματαη οποία θυμίζει άλλες εποχές – γεγονός που σημαίνει πως δεν έχουν διδαχθεί και δεν έχουν μάθει απολύτως τίποτα από μία μοναδικής έκτασης κρίση εν καιρώ ειρήνης, αδιαφορώντας για την Ελλάδα, για τους Έλληνες και για τις επόμενες γενιές.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου