Τρίτη 16 Οκτωβρίου 2018

Οι δικτατορίες και τα στρατιωτικά κινήματα στην Ελλάδα (1ο μέρος)

Αλληγορική λαϊκή εικόνα της εποχής, που απεικονίζει συμβολικά την Ελλάδα να πατάσσει το «τέρας» της παλαιοκομματικής συναλλαγής. Το Κίνημα στο Γουδή της 15ης Αυγούστου 1909 θεωρήθηκε από σημαντικό τμήμα της ελληνικής κοινής γνώμης ως η απαρχή για την αναγέννηση της Ελλάδας. Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα.
Γράφει ο Γιάννης Σιατούφης
Τώρα που πλησιάζει η 39η επέτειος της  εξέγερσης του Πολυτεχνείου ας κάνουμε μία αναδρομή στις δικτατορίες στην Ελλάδα, αλλά και στα διάφορα κινήματα, τα οποία δεν πήραν στο τέλος τη μορφή στρατιωτικής κυβέρνησης. Βλέποντας τη βιβλιογραφία παρατηρούμε ότι κάποιες δικτατορίες έχουν αναλυθεί υπέρ το δέον (π.χ. Παπαδόπουλου-Ιωαννίδη-Μεταξά), ενώ κάποιες άλλες όχι ιδιαίτερα (π.χ. Πάγκαλου). Επίσης κάποια πραξικοπήματα αντιμετωπίστηκαν ήπια, όπως αυτά που επιχείρησαν να κάνουν βενιζελικοί στρατιωτικοί με επικεφαλής τον Πλαστήρα (το 1933 και το 1935) και με την ανοχή, αν όχι τη στήριξη Βενιζέλου για να ανατρέψουν τη νόμιμα εκλεγμένη κυβέρνηση των Λαϊκών. Διαβάζοντας διάφορες απόψεις στη βιβλιογραφία μου δίνεται η εντύπωση ότι άλλα πραξικοπήματα ήταν «σκληρά, άδικα και βίαια» και άλλα ήταν «αναγκαία και χρήσιμα», γιατί τα επιχείρησαν βενιζελικοί για να «σώσουν» τη χώρα.
Εν πάση περιπτώσει ας ξεκινήσουμε την αναδρομή λέγοντας ότι η πρώτη στρατιωτική δικτατορία στην πολιτική μας ιστορία (χωρίς να λάβουμε υπόψη τα πραξικοπήματα που έγιναν το 1909 και το 1922, τα οποία δεν πήραν τη μορφή στρατιωτικής κυβέρνησης) θα την επιβάλλει ο Πάγκαλος το 1925. Μας κάνει εντύπωση ότι η πρώτη δικτατορία πραγματοποιήθηκε περίπου 100 χρόνια μετά τη ίδρυση του πρώτου ελεύθερου ελληνικού  κράτους. Σύμφωνα με τον ιστορικό Γ. Μαργαρίτη ο στρατός τον 19ο αιώνα ήταν απόλυτα καθεστωτικός, καθώς ταυτιζόταν με το παλάτι. Εκείνο τον καιρό σχεδόν όλα τα κράτη της Ευρώπης είχαν βασιλείς. Γύρω τους επιβίωναν οι παλιοί αριστοκράτες και θεωρούνταν το βασικό κέντρο εξουσίας.

Η μεγάλη αλλαγή στη στρατιωτική τακτική στα τέλη του 19ου αιώνα περιόρισε σταδιακά την εξάρτηση με το παλάτι και κατέστησε το στρατό ένα ξεχωριστό πόλο εξουσίας. Τέτοιες αλλαγές στο στράτευμα ήταν η γιγάντωση των στρατιωτικών μηχανισμών, η πρόοδος των τεχνικών, η χρήση του ατμού, που έκανε τη μεταφορά και τον εφοδιασμό των στρατών πιο απλή διαδικασία. Άλλη αλλαγή ήταν η στρατολόγηση, τον καιρό της ειρήνης, όλων όσων είχαν την κατάλληλη φυσική και ηλικιακή κατάσταση. Τα παραπάνω γιγάντωσαν προοδευτικά το στράτευμα (από 80.000 πολεμιστές πριν το 1912 η Ελλάδα έφτασε να έχει 300.000 στο μικρασιατικό μέτωπο – ανάλογα αυξήθηκαν και οι αξιωματικοί) και το κατέστησαν έναν από τους βασικούς μηχανισμούς της κοινωνίας με δικό του τρόπο σκέψης, δικές του αξίες και δικό του οικονομικό προγραμματισμό.
Σιγά – σιγά οι στρατιωτικοί, στο όνομα της στρατιωτικής ετοιμότητας, θεωρούσαν ότι η κοινωνία έπρεπε να είναι πειθαρχημένη και οργανωμένη, έτσι ώστε η προσαρμογή της σε καιρό πολέμου να είναι γρήγορη και ομαλή. Όταν οι πόλεμοι τελείωσαν, δεν μπορούσαν να δεχτούν τον παραγκωνισμό τους στην περίοδο ειρήνης, όταν μάλιστα αυτοί είχαν διαχειριστεί για 10 χρόνια περίπλοκες διπλωματικές, διοικητικές, οικονομικές και πολιτικές αποφάσεις. Άρχισε ο στρατός να παρεμβαίνει σε πολιτικές αποφάσεις ξεκινώντας από τα πιο απλά, όπως τη χάραξη οδικών και σιδηροδρομικών αξόνων για στρατηγικούς λόγους. Ακόμη και οι επιχειρηματίες δύσκολα μπορούσαν να αγνοήσουν στο στρατό, γιατί με τον όγκο του και τις ανάγκες του αποτελούσε τον υπέρτατο καταναλωτή. Θεωρούσαν πολλοί στρατιωτικοί ότι ήταν υποχρέωση να παρεμβαίνουν στην πολιτική και να αποτελούν τον εγγυητή του καθεστώτος.
Το συλλαλητήριο της 14ης Σεπτεμβρίου 1909 στο Πεδίον του Αρεως (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο)
Το συλλαλητήριο της 14ης Σεπτεμβρίου 1909 στο Πεδίον του Αρεως (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο)
Θα ξεκινήσουμε την αναδρομή μας με το κίνημα στο Γουδί τον Αύγουστο του 1909. Υπήρξε το αποτέλεσμα της μακροχρόνιας  πολιτικής και οικονομικής κακοδαιμονίας του ελληνικού κράτους. Από τη μια πλευρά υπήρχε δυσαρέσκεια του κόσμου για την πολιτική, για τις διαρκείς παρεμβάσεις του παλατιού, για τη στείρα αντιπαράθεση κυβέρνησης-αντιπολίτευσης (Θεοτόκη – Ράλλη κυρίως), για τον κομματικό φανατισμό, για τα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα, για την εκκρεμότητα του μακεδονικού ζητήματος τότε. Από την άλλη πλευρά είχαμε την οικονομική κρίση του 1908 στην αιγυπτιακή και αμερικανική οικονομία με την καταστροφή της σοδιάς του ελαιόκαρπου και των καπνών και την πτώση της τιμής της σταφίδας. Ταυτόχρονα συνέβη το κίνημα των Νεότουρκων το 1908, ένα αναίμακτο κίνημα, που απέβλεπε στην αναγέννηση του πατριωτισμού των Οθωμανών Τούρκων.
Ο κόσμος απογοητευμένος από τις αλλεπάλληλες περιπέτειες της χώρας (π.χ. χρεωκοπία 1893, ήττα 1897) αναζητούσε έναν «χαρισματικό» ηγέτη που θα έβγαζε τον τόπο από την κρίση, τον εκφυλισμό και τη διαφθορά. Στις αρχές του καλοκαιριού μια ομάδα κατώτερων αξιωματικών επαναστάτησε, αλλά γρήγορα αυτή η πρώτη ανταρσία καταπνίγηκε. Όμως η δυσαρέσκεια στο στράτευμα μεγάλωνε και μια ομάδα είχε ζητήσει τον Ιούλιο του 1909 την παραίτηση από το στρατό του διαδόχου, επειδή ακολουθούσε ευνοιοκρατική πολιτική.
Ο Θεόδωρος Πάγκαλος (Σαλαμίνα, 1878 - Κηφισιά Αθήνας, 27 Φεβρουαρίου 1952) ήταν Έλληνας αξιωματικός του στρατού, πολιτικός και δικτάτορας.
Ο Θεόδωρος Πάγκαλος (Σαλαμίνα, 1878 – Κηφισιά Αθήνας, 27 Φεβρουαρίου 1952) ήταν Έλληνας αξιωματικός του στρατού, πολιτικός και δικτάτορας.
Τα γεγονότα έχουν ραγδαία εξέλιξη μετά την ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον Ράλλη. Αυτός εγκατέλειψε το ριζοσπαστικό του πρόγραμμα και άρχισε να κάνει ανακρίσεις για την  αναταραχή στο στράτευμα. Παραπέμφθηκαν 4 αξιωματικοί σε πειθαρχικό συμβούλιο και στις 13/26 Αυγούστου του 1909 διατάχθηκε η σύλληψη μερικών αξιωματικών ακόμη. Την επομένη επιτροπή αξιωματικών, που εκπροσωπούσε το Στρατιωτικό Σύνδεσμο (μία οργάνωση με 1300 μέλη), ζήτησε να γίνει δεκτή από τον πρωθυπουργό Ράλλη, αλλά ο πρωθυπουργός αρνήθηκε να τους δει. Στις 2 μετά τα μεσάνυχτα, όλη η φρουρά  των Αθηνών κινήθηκε στο Γουδί, ενώθηκε με ένα σύνταγμα ιππικού και το σύνολο των 5.500 αντρών με επικεφαλής το συνταγματάρχη Ζορμπά απείλησε ότι θα βάδιζε εναντίον των Αθηνών, αν δεν ικανοποιούνταν τα αιτήματά τους ως τις 12 το μεσημέρι. Κάποια από τα αιτήματα ήταν: παροχή αμνηστίας και επαναφορά στο στράτευμα όσων είχαν μετάσχει στα τελευταία γεγονότα, αποπομπή των στρατιωτικών Καλίνσκη και Μεταξά, που είχαν επιχειρήσει να εμποδίσουν την προώθηση του ιππικού στο Γουδί, μεταρρυθμιστικά μέτρα, οι διορισμοί των εν ενεργεία στρατιωτικών στα Υπουργεία Στρατιωτικών και Ναυτικών να γίνονται χωρίς πολιτικά κριτήρια, να σταματήσει η ευνοιοκρατία και η διασπάθιση δημοσίου χρήματος, να βελτιωθούν οι ένοπλες δυνάμεις κ.α. .
Ο Ράλλης αρνήθηκε να δεχτεί τους όρους και παραιτήθηκε και ο βασιλιάς Γεώργιος ανέθεσε το σχηματισμό κυβέρνησης σε ένα μικρό κόμμα 25 βουλευτών υπό τον Κυριακούλη Μαυρομιχάλη. Ο νέος πρωθυπουργός είχε δεσμούς με το Στρατιωτικό Σύνδεσμο, γι’ αυτό έκανε αποδεκτά όλα τα αιτήματα και μάλιστα πρότεινε το Υπουργείο Στρατιωτικών στον Ζορμπά, τον ηγέτη του πραξικοπήματος, αλλά ο συνταγματάρχης δεν το δέχτηκε, για να μη φανεί προσωπικά κερδισμένος από το κίνημα.
Δεν είχαν πρόθεση, όμως, οι κινηματίες να αναλάβουν τη διακυβέρνηση της χώρας, ούτε επιθυμούσαν να ρίξουν τη βασιλεία, αλλά ήθελαν μια κυβέρνηση μετριοπαθή που θα εφάρμοζε αυτά που ήθελαν. Οργάνωσαν μάλιστα το Σεπτέμβριο μεγάλο λαϊκό συλλαλητήριο για να υποστηρίξουν τους σκοπούς τους. Ο βασιλιάς στην αρχή σκέφτηκε να παραιτηθεί. Όταν όμως ένιωσε ασφαλής από την παρουσία βρετανικών πολεμικών πλοίων στον Πειραιά, παρέλαβε τα ψηφίσματα των στρατιωτικών και απευθύνθηκε στο στρατό λέγοντας: «σας συγχαίρω, επειδή εκφράζετε τους πόθους του λαού με τρόπο ειρηνικό και νομοταγή…».
Η κυβέρνηση Κυριακούλη Μαυρομιχάλη κατέθεσε μία σειρά από νομοσχέδια που θέσπιζαν μεταξύ άλλων την αύξηση της χρηματοδότησης στο στρατό, τις προαγωγές στο στράτευμα και την κατάργηση του αρχιστράτηγου και του Γενικού Επιτελείου. Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος απείλησε ότι θα διέλυε τη Βουλή και την κυβέρνηση, αν καταψηφίζονταν τα νομοσχέδια. Έτσι κάτω από την πίεση του στρατού ψηφίστηκαν και υπογράφηκαν από τον βασιλιά. Αποστρατεύτηκαν οι Μεταξάς και Καλίνσκη και η νίκη τους αυτή έκανε νεότερους αξιωματικούς του ναυτικού να ζητήσουν να αποστρατευτούν όλοι οι ανώτεροι αξιωματικοί. Και, επειδή δεν πέτυχαν να επιβάλουν το αίτημά τους, στασίασαν, κατέλαβαν αποθήκη πυρομαχικών και τα σκάφη του ναυτικού στη Σαλαμίνα. Με τη βοήθεια του Στρατιωτικού Συνδέσμου κατεστάλη η ανταρσία στο ναυτικό.
Οι κινηματίες του Συνδέσμου υποχρέωσαν την κυβέρνηση να απολύσει δημόσιους λειτουργούς, πρεσβευτές και επισκόπους ακόμη, να προωθήσει στη Βουλή 160 νομοσχέδια (πολλά από τα οποία κακοδουλεμένα) και στις αρχές του 1910 ζήτησαν και την απόλυση του πρωθυπουργού με την αιτιολογία ότι δεν είχε ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των στρατιωτικών.
Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος, που στο μεταξύ βρισκόταν σε σύγκρουση με το ναυτικό, είχε διορίσει τον Ε. Βενιζέλο εκπρόσωπό του στις διαπραγματεύσεις με τα κόμματα. Ο Βενιζέλος ζήτησε την αντικατάσταση της κυβέρνησης Μαυρομιχάλη, τη σύγκλιση Αναθεωρητικής Βουλής και την προώθηση των Σκουλούδη και Δραγούμη στην πρωθυπουργία. Ο βασιλιάς συμμορφώθηκε στα παραπάνω αιτήματα, αν και δεν ήταν σύμφωνος, και στις 19 Ιανουαρίου 1910 ανέλαβε ο Στέφανος Δραγούμης να σχηματίσει υπηρεσιακή κυβέρνηση μέχρι να γίνουν εκλογές. Ο Δραγούμης, που είχε αντιταχθεί στο Στρατιωτικό Σύνδεσμο, έθεσε ως όρο να αυτοδιαλυθεί ο Σύνδεσμος, αλλά, αν και ο Σύνδεσμος δε διαλύθηκε, ο Δραγούμης παρέμεινε στην πρωθυπουργία. Ο Σύνδεσμος δεν ελεγχόταν πια από τον Ζορμπά, αλλά από εξτρεμιστικά στοιχεία, τα οποία άρχισαν σιγά-σιγά να θέτουν θέμα δυναστικό. Τελικά ο Σύνδεσμος διαλύθηκε με την παρέμβαση του Βενιζέλου, ο οποίος με τις εκλογές του Αυγούστου του 1910, με βασιλική εντολή, αν και δεν πλειοψηφούσε στη Βουλή, σχημάτισε την πρώτη του κυβέρνηση τον Οκτώβριο του 1910.
Ο κρητικός πολιτικός, το 1912, επανέφερε τον Μεταξά στο στράτευμα και αποφυλάκισε τον Καλίνσκη και τους 4 αξιωματικούς, που είχαν συλληφθεί στο Γουδί, πράγμα το οποίο προκάλεσε την οργή πρώην μελών του Στρατιωτικού Συνδέσμου. Ο Βενιζέλος με προληπτικές συλλήψεις στρατιωτικών αποσόβησε την επανεμφάνιση των ταραχών του 1909. Ο D. Dakin αναφέρει ότι ο Βενιζέλος υπήρξε καιροσκόπος πολιτικός, πράγμα που φαίνεται στο πως συμπεριφέρθηκε στους στρατιωτικούς που τον έφεραν στην πολιτική σκηνή της Ελλάδας.
Ο Νικόλαος Πλαστήρας (4 Νοεμβρίου 1883 - 26 Ιουλίου 1953) ήταν στρατιωτικός και πολιτικός στη νεότερη Ελλάδα. Έγινε γνωστός για την στρατιωτική του δράση κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους (όπου έγινε γνωστός ως Μαύρος Καβαλάρης) και την Μικρασιατική εκστρατεία και πολλές φορές ενεπλάκη με την πολιτική συμμετέχοντας ή οργανώνοντας κινήματα. Ο Νικόλαος Πλαστήρας κυβέρνησε την Ελλάδα τρεις φορές, μία το 1945 και άλλες δύο στα 1951-1952.
Ο Νικόλαος Πλαστήρας (4 Νοεμβρίου 1883 – 26 Ιουλίου 1953) ήταν στρατιωτικός και πολιτικός στη νεότερη Ελλάδα. Έγινε γνωστός για την στρατιωτική του δράση κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους (όπου έγινε γνωστός ως Μαύρος Καβαλάρης) και την Μικρασιατική εκστρατεία και πολλές φορές ενεπλάκη με την πολιτική συμμετέχοντας ή οργανώνοντας κινήματα. Ο Νικόλαος Πλαστήρας κυβέρνησε την Ελλάδα τρεις φορές, μία το 1945 και άλλες δύο στα 1951-1952.
Επόμενο στρατιωτικό κίνημα ήταν η «Εθνική Άμυνα», μια οργάνωση που σχηματίστηκε το Μάιο του 1916 από βενιζελικούς στρατιωτικούς. Σχηματίστηκε για να πιεστεί η κυβέρνηση και το Παλάτι να βάλλουν την Ελλάδα στη συμμαχία της Αντάντ. Ήδη η χώρα ζούσε έναν τραγικό διχασμό με τις γαλλικές δυνάμεις να έχουν καταλάβει τη Θεσσαλονίκη και την Κέρκυρα και το κόμμα του Βενιζέλου να μην παίρνει μέρος στις εκλογές του Δεκεμβρίου του 1915, πράγμα το οποίο έκανε την κυβέρνηση Σκουλούδη να απομακρύνει από το στρατό και το Δημόσιο βενιζελικά στελέχη.
Με τη στήριξη της «Εθνικής Άμυνας» ο Βενιζέλος άρχισε να σκέφτεται να σχηματίσει ξεχωριστή κυβέρνηση στη Θεσσαλονίκη και να βάλλει τη χώρα στη συμμαχία της Αντάντ. Συμφώνησε με τους συμμάχους να υποβληθεί τελεσίγραφο στην κυβέρνηση των Αθηνών τον Ιούνιο του 1916, με την απειλή της παρουσίας του συμμαχικού στόλου στον Πειραιά. Το τελεσίγραφο ζητούσε να διαλυθεί η κυβέρνηση και να σχηματιστεί νέα που θα προχωρούσε στη διεξαγωγή εκλογών και θα αντικαθιστούσε αξιωματικούς της χωροφυλακής. Ο Σκουλούδης παραιτείται και πρωθυπουργός αναγορεύεται ο, φιλικά προσκείμενος  στην Αντάντ, Ζαΐμης.
Τότε οι βασιλόφρονες αξιωματικοί οργανώνονται σε έναν σύνδεσμο, τον «Σύνδεσμο Επιστράτων», με ηγέτη τον Μεταξά και οι βενιζελικοί, για εκδίκηση, σχημάτισαν τη δική τους ένωση με ηγέτη τον στρατηγό Δαγκλή. Μετά από επίθεση των Βουλγάρων στη Μακεδονία και την ανάκληση της 6ης μεραρχίας από την κυβέρνηση των Αθηνών, ο Βενιζέλος οργάνωσε συλλαλητήριο στις 15 Αυγούστου 1916 και οι βασιλόφρονες μια αντιδιαδήλωση την άλλη μέρα. Γάλλοι πράκτορες σκηνοθετούν διαδήλωση κατά της γαλλικής πρεσβείας και έτσι οι σύμμαχοι βρήκαν το πρόσχημα να αποβιβάσουν στρατό στην Αττική. Η κυβέρνηση Ζαΐμη παραιτείται στις 28 Αυγούστου. Η βενιζελική «Εθνική Άμυνα» κηρύσσει ανταρσία στο βορρά. Ο Βενιζέλος στις 22 Σεπτεμβρίου 1916 αποβιβάζεται στη Θεσσαλονίκη και σχηματίζει κυβέρνηση φιλική προς την Αντάντ.
 Έτσι η Ελλάδα χωρίστηκε σε 2 κράτη, ένα στην Αθήνα κι ένα στη Θεσσαλονίκη, με δικό τους στρατό το καθένα. Οι Γάλλοι βομβαρδίζουν το Παλάτι και αρχίζουν τον αποκλεισμό της νότιας Ελλάδας, μέχρι που ο Κωνσταντίνος, την 1 Ιούνιου του 1917, αναχωρεί για την Ιταλία και παραδίδει το θρόνο στον δευτερότοκο γιο του Αλέξανδρο. Ο Βενιζέλος επιστρέφει στην Αθήνα στις 14 του μήνα και τότε η Ελλάδα τάχθηκε στο πλευρό της Αντάντ. Οι βενιζελικοί πυρήνες του στρατού και της χωροφυλακής επιστρέφουν στη θέση τους και αρχίζουν τα αντίποινα σε βάρος των βασιλοφρόνων. Οι ηγέτες της ενωμένης αντιβενιζελικής αντιπολίτευσης (π.χ. Γούναρης, Μεταξάς, Δραγούμης κ.α.) εξορίζονται στην Κορσική
Τέτοια παραστρατιωτικά κρητικά τάγματα σκότωσαν στο κέντρο  της Αθήνας τον Ί. Δραγούμη, επιφανές στέλεχος της αντιβενιζελικής παράταξης, μετά την απόπειρα δολοφονίας του Βενιζέλου, τον Ιούλιο του 1920. Ο διχασμός και το μίσος καλά κρατούν με τη αγαστή σύμπραξη του στρατού φυσικά.
Η ηγετική τριανδρία της Εθνικής Αμύνης. Από αριστερά: Παύλος Κουντουριώτης, Ελευθέριος Βενιζέλος, Παναγιώτης Δαγκλής
Η ηγετική τριανδρία της Εθνικής Αμύνης. Από αριστερά: Παύλος Κουντουριώτης, Ελευθέριος Βενιζέλος, Παναγιώτης Δαγκλής
Θα ακολουθήσει τον Σεπτέμβριο του 1922 η μικρασιατική καταστροφή. Μεγάλες μονάδες του στρατεύματος συγκεντρώθηκαν στη  Λέσβο και στη Χίο. Εκεί σχηματίζεται τριανδρία με πρωτοβουλία του συνταγματάρχη Πλαστήρα, τη συμμετοχή του συνταγματάρχη Γονατά και του αντιπλοίαρχου Φωκά. Στις 13 Σεπτεμβρίου ένα αεροπλάνο ρίχνει προκηρύξεις στην Αθήνα. Οι προκηρύξεις ζητούσαν, στο όνομα της τριανδρίας, του στρατού και του λαού της Χίου και της Μυτιλήνης, να παραιτηθεί ο βασιλιάς Κωνσταντίνος (που είχε επανέρθει το 1920) υπέρ του διαδόχου, να διαλυθεί η φιλομοναρχική Βουλή, να δημιουργηθεί νέα κυβέρνηση φιλική προς τους συμμάχους της Αντάντ, να διενεργηθούν άμεσα εκλογές και να ενισχυθεί το θρακικό μέτωπο, γιατί δεν είχε υπογραφεί ακόμη ανακωχή με τους Τούρκους. Λίγο αργότερα καταπλέει το θωρηκτό Λήμνος στο Λαύριο και η στρατιωτική τριανδρία ζητά να γίνουν δεκτοί οι όροι.
Τελικά ο Κωνσταντίνος παραιτείται και 12.000 άνδρες μπαίνουν στην πρωτεύουσα. Τη διακυβέρνηση αναλαμβάνει η τριανδρία Πλαστήρα, Γονατά, Φωκά, η οποία αναθέτει στον Βενιζέλο, που ήταν αυτοεξόριστος στη Γαλλία, να είναι ο διπλωματικός εκπρόσωπος της χώρας στις διαπραγματεύσεις. Στη συνέχεια συλλαμβάνονται οι πρωθυπουργοί, υπουργοί και στρατηγοί των προηγούμενων κυβερνήσεων αναζητώντας πραγματικά ή εξιλαστήρια θύματα για την εθνική τραγωδία. Η επαναστατική στρατιωτική επιτροπή είχε δώσει την υπόσχεση στον Βρετανό πρέσβη ότι θα εγκαθιστούσε πολιτική κυβέρνηση. Πράγματι το έκανε (πρωθυπουργός ο Α. Ζαΐμης και μετά ο Κροκιδάς), αλλά ήταν κυβέρνηση στα χαρτιά, γιατί οι στρατιωτικοί αντιμετώπιζαν τους πολιτικούς σαν υπαλλήλους τους. Τότε ήταν που ξαφνικά αποφάσισαν τους υπουργούς του Κωνσταντίνου να τους παραπέμψουν σε δίκη και με συνοπτικές διαδικασίες καταδίκασαν 6 από αυτούς σε θάνατο και τους εκτέλεσαν στο Γουδί, παρά τις προσπάθειες των ξένων κυβερνήσεων να αποτρέψουν το γεγονός.
Την ίδια μέρα που έγινε η εκτέλεση των 6 σχηματίστηκε νέα κυβέρνηση με επικεφαλής το συνταγματάρχη Γονατά και το στρατηγό Πάγκαλο υπουργό Στρατιωτικών, ενώ ο συνταγματάρχης Πλαστήρας έμεινε έξω από την κυβέρνηση ως ο ηγέτης της «επανάστασης». Όλο το 1923 σημειώνονται διενέξεις ανάμεσα σε φατρίες των βενιζελικών, ανάμεσα σε στρατιωτικούς ακόμη κι ανάμεσα σε Πλαστήρα και Πάγκαλο. Σ’ όλη την Ελλάδα ιδρύθηκαν «σύνδεσμοι εθνικής ασφάλειας», οι οποίες ήταν ακραίες βενιζελικές οργανώσεις, όμοιες με τους συνδέσμους επιστράτων, των οπαδών του βασιλιά Κωνσταντίνου. Η βασική διαφωνία τους ήταν αν θα επιτρέψουν τη συνέχιση της βασιλείας ή θα φέρουν για πρώτη φορά την αβασίλευτη δημοκρατία.
Στις 8 Αυγούστου του 1923 ο Βενιζέλος, αφού υπογράφηκε η συνθήκη της Λωζάννης, αποφασίζει να επιστρέψει στην Ελλάδα. Η αναταραχή συνεχίστηκε στη χώρα τον Οκτώβριο. Τότε ξέσπασε στρατιωτική επανάσταση, εναντίον του κινήματος Πλαστήρα, υπό την ηγεσία του στρατηγού Γαργαλίδη και του συνταγματάρχη Ζήρα στην Πελοπόννησο και στη Μακεδονία. Όμως η εξέγερση δεν κράτησε πολύ, γιατί ο Πλαστήρας και ο Πάγκαλος, με τη βοήθεια του στρατηγού Κονδύλη, την κατέπνιξαν.
Το πραξικόπημα, που πήγε να ανατρέψει το προηγούμενο πραξικόπημα, βοήθησε τους δημοκρατικούς να κυριαρχήσουν, γιατί κυκλοφόρησε εσφαλμένα η φήμη ότι πίσω από την εξέγερση βρισκόταν ο βασιλιάς. Αυτό ήταν το γεγονός που επιβάρυνε τη θέση του βασιλιά Γεώργιου Β΄, πράγμα το οποίο τον ανάγκασε να αναχωρήσει από τη χώρα τον Δεκέμβριο.
Λαϊκή εικόνα της εποχής που εικονίζει την Μάχη του Σαγγάριου.
Λαϊκή εικόνα της εποχής που εικονίζει την Μάχη του Σαγγάριου.
Τελικά εκλογές έγιναν στις 16 Δεκεμβρίου 1923. Η εκλογική διαδικασία πραγματοποιήθηκε με τους περισσότερους παλιούς φιλοβασιλικούς να απέχουν. Ο Πλαστήρας, ο Δαγκλής, ο Ζαΐμης και 279 βουλευτές έστειλαν τηλεγράφημα στο Βενιζέλο και τον εκλιπαρούσαν να επιστρέψει στην πατρίδα. Ανάλογη πρωτοβουλία ανέπτυξε και ο σύνδεσμος των αξιωματικών, που όμως του έθεσε τον όρο να μην επαναφέρει το βασιλιά. Τελικά ο κρητικός πολιτικός φτάνει στην Ελλάδα στις 4 Ιανουαρίου 1924 και την επομένη τον εξέλεξαν ομόφωνα πρόεδρο της Βουλής.
Ο Βενιζέλος υποστήριζε την άποψη να διενεργηθεί δημοψήφισμα για το πολιτειακό ζήτημα, αλλά αντέδρασε η δημοκρατική πτέρυγα του κόμματός του με επικεφαλής τον Αλ. Παπαναστασίου. Ο Παπαναστασίου ζητούσε από τον Βενιζέλο να ταχθεί καθαρά κατά της μοναρχίας. Εκείνο τον καιρό, όμως, ο κρητικός πολιτικός δεν είχε την επιρροή των παλαιότερων χρόνων και έτσι αναγκάστηκε να παραιτηθεί και να αναλάβει ο Παπαναστασίου. Με το που ανέλαβε την κυβέρνηση το Μάρτιο του 1924, ο  Παπαναστασίου προκήρυξε δημοψήφισμα, που οδήγησε στην αβασίλευτη δημοκρατία.
Ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου (1876 - 1936) ήταν πολιτικός επιστήμονας, κοινωνιολόγος και ηγέτης του δημοκρατικού φιλελεύθερου χώρου, υπουργός σε πολλές κυβερνήσεις και δύο φορές πρωθυπουργός (1924 και 1932), ο ιδρυτής του καθεστώτος της Αβασίλευτης Δημοκρατίας το Μάρτιο 1924.
Ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου (1876 – 1936) ήταν πολιτικός επιστήμονας, κοινωνιολόγος και ηγέτης του δημοκρατικού φιλελεύθερου χώρου, υπουργός σε πολλές κυβερνήσεις και δύο φορές πρωθυπουργός (1924 και 1932), ο ιδρυτής του καθεστώτος της Αβασίλευτης Δημοκρατίας το Μάρτιο 1924.
Η κήρυξη της αβασίλευτης δημοκρατίας δεν έφερε, όμως, την ομαλότητα στη χώρα. Ο κόσμος είχε κουραστεί από την κυβερνητική αστάθεια. Οι κοινοβουλευτικοί  θεσμοί είχαν χάσει την αξιοπιστία τους, μετά μάλιστα και τις αλλεπάλληλες συνταγματικές εκτροπές τα 10 τελευταία χρόνια. Τα σκάνδαλα και οι καταχρήσεις σε συνδυασμό με τους στρατοκράτες βενιζελικούς αξιωματικούς έκαναν πρόσφορες τις συνθήκες για να εκδηλωθεί νέο στρατιωτικό κίνημα.

Συνεχίζεται
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος larousse Britannica
«Οι δικτατορίες του 20ου  αιώνα, εφημ. Ελευθεροτυπία, Ιστορικά, 18 Απριλίου 2002″.
Κ. Βακαλόπουλος «Νεοελληνική Ιστορία (1204-1940), Εκδόσεις Κυριακίδη, Θεσ/νίκη 1993.
Douglas Dakin “Η ενοποίηση της Ελλάδας (1770-1923), εκδόσεις Μορφωτικό ίδρυμα Εθνικής Τράπεζας, Αθήνα 1982.





Πηγή Ερανιστής

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου