Tου Δημήτρη Ζαρρή,
*Πολιτικός Μηχανικός
*Πολιτικός Μηχανικός
Η αποδόμηση του μελετητικού δυναμικού της χώρας είναι, πλέον, γεγονός μετά τα πρώτα χρόνια αποδέσμευσης των εκπτώσεων επί των προεκτιμώμενων αμοιβών στις αναθέσεις των μελετών δημόσιων έργων. Χωρίς να είναι ορατά σημάδια ισορροπίας ή αυτορρύθμισης του κλάδου σε πιο λογικά επίπεδα εκπτώσεων και σε συνδυασμό με την ένδεια στην προκήρυξη μελετών, ο μελετητικός κλάδος έχει περιέλθει σε προφανές αδιέξοδο. Εκπτώσεις της τάξης μεγέθους του 80% επί των προεκτιμώμενων αμοιβών καθιστά το κλάδο μη βιώσιμο ακόμα και βραχυπρόθεσμα. Σοβαρά μελετητικά γραφεία απέχουν συνειδητά από τις όποιες προκηρύξεις των μελετών του Ελληνικού Δημοσίου, καθώς αυτό που μετράει είναι το τεχνικό επίπεδο της παραγόμενης μελέτης και για να επιτευχθεί αυτό θα πρέπει όλοι οι φορείς της εκπόνησης της μελέτης να αμοίβονται ικανοποιητικά.
Το "άνοιγμα" του επαγγέλματος του μηχανικού σε αυτήν την περίπτωση αφορούσε στην απελευθέρωση των εκπτώσεων αλλά και στην κατάργηση των κατώτατων ορίων αμοιβών ανά τάξη μελετητικού πτυχίου που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε στραγγαλισμό τους μελετητές ελεύθερους επαγγελματίες που λειτουργούν με ατομικά ή συνεργατικά σχήματα. Η φερόμενη ως "μεταρρύθμιση" που προωθήθηκε από την τρόικα και με τη σύμφωνη γνώμη της Ελληνικής Κυβέρνησης οδήγησε στη συνολική απορρύθμιση του κλάδου.
Η εξαγωγή των μελετητικών υπηρεσιών στο εξωτερικό ως μοναδικό αντίβαρο στην κατάρρευση της εσωτερικής αγοράς δεν είναι πάντα εύκολη, απεναντίας είναι μια δύσκολη αποστολή με μικρό κέρδος συνήθως, χωρίς την αρωγή των πρεσβευτικών αρχών της Ελλάδας ή των Υπουργείου Εξωτερικών. Οι άμεσες συνέπειες μεταβιβάζονται στα συνήθη υποζύγια. Οι μηχανικοί εργαζόμενοι στα Γραφεία Μελετών, είτε ως μισθωτοί, είτε συνήθως ως αμοιβόμενοι με ΔΠΥ απειλούνται από την αυξανόμενη ανεργία, τις μειώσεις των αμοιβών αλλά και την αποψίλωση των μελετητικών γραφείων από προσωπικό, όπου το όποιο μελετητικό αντικείμενο πέφτει στις πλάτες, συνήθως, ενός και μόνο μηχανικού, με όποιες συνέπειες μπορεί να έχει αυτό για την ποιότητα της παραγόμενης μελέτης.
Η πλειοδοσία στις εκπτώσεις στις μελέτες δημοσίων έργων έχει συμπαρασύρει αντίστοιχα και τις αμοιβές στα ιδιωτικά έργα αλλά και στις υπεργολαβίες. Όλος ο μελετητικός κλάδος έχει παρασυρθεί σε ένα καθοδικό σπιράλ απαξίωσης και τελικού θανάτου. Αν προστεθεί και η υπέρογκη επιβάρυνση από τις ασφαλιστικές εισφορές (38% επί του φορολογητέου εισοδήματος), την αύξηση της φορολογίας και την κατάργηση των φοροαπαλλαγών τότε η συνολική εικόνα είναι τουλάχιστο αποκαρδιωτική.
Από την άλλη η Δημόσια Διοίκηση μπορεί να είναι προσωρινά ωφελημένη από τη μείωση του κόστους παραγωγής των μελετών, όμως η πιθανή ποιοτική υποβάθμισή τους θα επιφέρει πολλαπλάσιο δυσμενές αποτέλεσμα επί του τελικού κόστους του παραγόμενου τεχνικού έργου, χώρια τις καθυστερήσεις που μπορεί να επιφέρει απένταξη του έργου αλλά και πληρωμή ρητρών στην ΕΕ, εφόσον το υπόψη έργο χρηματοδοτείται από τα κοινοτικά ταμεία. Η φτώχεια τρώει τον παρά λέει ο σοφός λαός και η φράση αυτή ταιριάζει απόλυτα. Όταν η Δημόσια Διοίκηση αντιληφθεί τις δυσμενείς συνέπειες της απορρύθμισης που επιβλήθηκε θα είναι πλέον αργά.
Είναι μονόδρομος ότι οι εκπτώσεις επί των προεκτιμώμενων αμοιβών θα πρέπει να ρυθμιστούν σε πιο λογικά επίπεδα και να βρεθεί μια ισορροπία που να ανακόψει το καθοδικό σπιράλ. Μια πρόταση θα ήταν η αλλαγή της διαδικασίας αξιολόγησης των προσφορών ανάθεσης, ώστε και η τεχνική και η οικονομική προσφορά να αξιολογούνται ταυτόχρονα. Όπως ισχύει τώρα, πρώτα αξιολογείται η τεχνική προσφορά και μετά αποσφραγίζονται οι οικονομικές προσφορές.
Μπορεί, δηλαδή, ένα μελετητικό σχήμα να προδιαγράφει ένα σημαντικό αριθμό μελετητών στην τεχνική προφορά του (και να βαθμολογείται θετικά για αυτό) αλλά στην οικονομική προσφορά να προσφέρει έκπτωση 80% ή ακόμα και παραπάνω, χωρίς να είναι δυνατή η σύνδεση των αμοιβών των μηχανικών στην προσφερόμενη έκπτωση. Εφόσον η οικονομική προσφορά είναι αναπόσπαστο τμήμα της τεχνικής προσφοράς και εφόσον τεθεί ένα ελάχιστο, ενδεικτικό, τιμολόγιο απασχόλησης ανθρωποημέρας, ανά κατηγορία μελετητών, βάσει εμπειρίας, τότε θα είναι δυνατή η βαθμολόγηση της συνολικής προσφοράς βάσει του αριθμού των συμμετεχόντων επιστημόνων για την απασχόληση σε ανθρωπομήνες, που, θα θεωρηθεί ότι απαιτείται. Επομένως, θα ανήκει στην απόλυτη ευχέρεια της Επιτροπής Αξιολόγησης, η βαθμολόγηση της οικονομικής προσφοράς βάσει εκτιμώμενου προσωπικού και χρόνου απασχόλησης. Με αυτόν τον τρόπο θα μειωθούν οι εκπτώσεις σε απόλυτα λογικά επίπεδα και η Δημόσια Διοίκηση θα μπορεί να ελπίζει σε τεχνικά άρτιες μελέτες.
Ναυτεμπορική
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου