Τρίτη 2 Αυγούστου 2016

Το «Κινεζικό Μοντέλο» διακυβέρνησης και τα κενά του

Νέα Πολιτική


του Στάθη Καραπάνου*
 Η ανάλυση της δομής του πολιτικού συστήματος της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας έχει δώσει τροφή για εκτενή βιβλιογραφία και πλούσιο δημόσιο διάλογο σε διεθνές επίπεδο. Η συζήτηση περί «Κινεζικού Μοντέλου», εάν αυτή η έννοια μπορεί να αντιπροσωπεύσει κάτι ευδιάκριτο, έχει επίσης δώσει νέα πνοή, μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, στον ιδεολογικό ανταγωνισμό μεταξύ δημοκρατίας και αυταρχισμού. Πρωτεργάτης στην υπεράσπιση του «Κινεζικού Μοντέλου» είναι ο Καναδός πολιτολόγος Ντάνιελ Α. Μπελ, του οποίου το πρόσφατο βιβλίο «The China Model: Political Meritocracy and the Limits of Democracy» έχει προκαλέσει αμφιλεγόμενες αντιδράσεις.
Οι ιδεολογικές επιρροές του Μπελ έχουν βάση κυρίως στον κοινοτισμό, με τον οποίο ασχολήθηκε από νεαρή ηλικία. Αργότερα, ως καθηγητής στη Σιγκαπούρη δέθηκε με την ιδέα των «Ασιατικών Αξιών», ενώ από τη στιγμή που άρχισε να διδάσκει στο πανεπιστήμιο Τσιν-χουά του Πεκίνου, δεν σταμάτησε να περιγράφει την αξεπέραστη γοητεία που του προκαλεί η κομφουκιανική παράδοση.
Όπως ο ίδιος έχει γράψει, στον Κομφουκιανισμό βρήκε μια ηθική φιλοσοφία που συνυπάρχει με τον ήδη υπάρχων νοηματικό του χάρτη, επικρίνοντας στην φιλελεύθερη δημοκρατία δυτικού τύπου την αλαζονεία της οικουμενικότητας κάποιων αξιών (το ότι δηλαδή δεν λαμβάνεται υπ’ όψιν η υποκειμενικότητα των διαφόρων πολιτισμών), την μεγαλύτερη σημασία που δίνεται στην ατομική ελευθερία σε σχέση με την ευημερία της κοινωνίας ως σύνολο και τις αδυναμίες των εκλογικών συστημάτων σε σχέση με ένα αξιοκρατικό σύστημα επιλογής των κυβερνόντων. Ας σημειωθεί πως, αντίθετα, πολλοί Δυτικοί και Κινέζοι ακαδημαϊκοί βλέπουν τον Κομφουκιανισμό ως μια ιεραρχική και αυταρχική ιδεολογία που υπονομεύει την δημιουργικότητα του ατόμου εις όφελος των οικογενειακών συμφερόντων, επικροτεί την υποταγή των νέων στους πρεσβύτερους και καταπιέζει τις γυναίκες, δίχως αυτό βέβαια να σημαίνει πως δεν περιέχει και θετικές αξίες για την κοινωνία.    

Στην Κίνα, η σημερινή κυβέρνηση προωθεί δυναμικά την αναβίωση του Κομφουκιανισμού, υπογραμμίζοντας την σημασία της «κοινωνικής αρμονίας» και της εκχώρησης της εξουσίας στα χέρια του Κόμματος. Ο Μπελ έχει αναλάβει την διεθνοποίηση αυτής της προσπάθειας, οργανώνοντας σεμινάρια περί «Κομφουκιανικής Δημοκρατίας» και γράφοντας ο ίδιος συνεχώς δοκίμια και βιβλία επί του θέματος, έχοντας δικτυωθεί άριστα στον διεθνή ακαδημαϊκό χώρο. Ο Κομφουκιανισμός και ο κοινοτισμός έχουν ως κοινό ιδεολογικό αντίπαλο τον δυτικό φιλελευθερισμό. Αυτός είναι πιθανόν και ο λόγος για τον οποίο πολλοί δυτικοί ακαδημαϊκοί, όπως ο Μπελ, ασχολούνται με τόσο ζήλο με μία ασιατική πολιτική κοσμοθεωρία που βασίζεται σε πολύ διαφορετικές ιστορικές συντεταγμένες.

Ο τρόπος διακυβέρνησης που ο Μπελ ονόμασε «Κινεζικό Μοντέλο» έχει τρεις πυλώνες, τρεις επιστρώσεις: δημοκρατία στο χαμηλότερο στρώμα, πειραματισμό στο μεσαίο και αξιοκρατία στο υψηλότερο. Στο χαμηλότερο στρώμα, το καθεστώς επιτρέπει εκλογές σε τοπικό επίπεδο στους μικρούς δήμους, αντλώντας έτσι μια κάποια νομιμοποίηση της εξουσίας του. Στο μεσαίο στρώμα επικρατεί ευελιξία, δίνοντας την δυνατότητα σε διάφορους αρμόδιους φορείς να πειραματίζονται για να βρίσκουν τις καταλληλότερες λύσεις. Στην κορυφή της πυραμίδας, το σύστημα προωθεί ικανούς και ηθικούς κυβερνώντες με αξιοκρατικές διαδικασίες -τους δημοσίους υπαλλήλους μέσω αυστηρών εξετάσεων και τους πολιτικούς ηγέτες μέσω εσωκομματικής αξιολόγησης της καριέρας τους βάσει πολλών κριτηρίων.
Τα κύρια σημεία της θεωρίας του Μπελ στα οποία έχει ασκηθεί (κάποιες φορές πολύ σκληρή) κριτική είναι τρία και επικεντρώνονται στο ότι η παρουσίαση του «Κινεζικού Μοντέλου» ως θρίαμβο αξιοκρατίας, την οποία ο Μπελ επιχειρεί, μπορεί να είναι άκρως αποπροσανατολιστική. Πρώτον, διότι είναι γνωστό πως το κινεζικό πολιτικό σύστημα διακατέχεται σε μεγάλο βαθμό από διαπλοκή, διαπροσωπικές σχέσεις και εσωκομματικές διαμάχες. Δεύτερον, παρά το γεγονός ότι οι Κινέζοι ηγέτες συχνά ξεχωρίζουν για τις ικανότητές τους, αυτό δεν σημαίνει πως ένας εκλεγμένος ηγέτης είναι αναγκαστικά κατωτέρου επιπέδου. Τρίτον, για να θεωρηθεί ένα πολιτικό σύστημα αξιοκρατικό, δεν πρέπει να δοθεί σημασία αποκλειστικά στον τρόπο επιλογής του ηγέτη, αλλά και στο κατά πόσο ο τρόπος διακυβέρνησής του επίκειται στον έλεγχο της κοινωνίας. Κάτι το οποίο στην Κίνα σίγουρα δεν συμβαίνει.    
* Σινολόγος, βοηθός ερευνητή στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Νάπολης «L’Orientale»


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου